Η έρευνα τώρα στρέφεται στο Ν.Κ.Κασομούλη, τον άλλο πρωτεργάτη της Μακεδονικής Επανάστασης. Βρίσκεται πλησίον του Εμμανουήλ Παπά, στην Κασάνδρα. Με τις συστατικές επιστολές του, αναχωρεί για Πελοπόννησο. Εκεί ως εκπρόσωπος των Ολυμπίων οπλαρχηγών προσκομίζει επιστολές στους πρώτους του Μοριά. Το κύριο αίτημα εστιάζεται στην παροχή στρατιωτικών πολεμοφοδίων, όπλων και πυρομαχικών για τα Μακεδονικά στρατεύματα, στον επαναστατημένο βορειοελλαδικό χώρο. Τα γεγονότα κρατούνται στη μνήμη και χαράσσονται βαθιά στο υποσυνείδητο του νεαρού Κασομούλη. Όταν έλθει ο καίριος χρόνος, μορφοποιούνται και καταγράφονται στα «Στρατιωτικά Ενθυμήματα». Το χειρόγραφο Κασομούλη δε διέτρεξε κανένα κίνδυνο. Έμεινε ως το 2006 μ.Χ., κλειστό στα ερμάρια. Σε πλήρη ασφάλεια. Εξουδετερωμένο όμως ως «ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΠΗΓΗ» μιας ΕΠΙΚΗΣ για τον Ελληνισμό εποχής. Παραδίδεται στον επί 25 χρόνια χρηματίσαντα διευθυντή των ΓΑΚ Αθηνών. Αργότερα αγοράζεται από τον ίδιο. Το 1940 το Πάγκειο Ίδρυμα το εντάσσει στα περιουσιακά του στοιχεία. Το 1946, ακολουθεί η αφιλοκερδής δωρεά-παραχώρηση του Χειρογράφου σε κοινόχρηστο αρχείο Ιδρύματος. Το Κασομούλειο χειρόγραφο διασώθηκε. Δεν υπέστη την ταλαιπωρία και τον ευτελισμό της μεταφοράς με «καρότσι». Και κάτι πολύ περισσότερο. Απέφυγε την αλλόφρονα κραυγή του τελάλη… (Βλαχογιάννη): «πάρτε τα, όσο, όσο». Το (Χ.φ), Ν. ΚΑΣΟΜΟΥΛΗ δε φορτώθηκε στα κάρα ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ποτέ. Το κάλυψε όμως και το εξουδετέρωσε, ως «ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΠΗΓΗ», οσμώδης κιτρινόχρους ομίχλη.
Για τα απομνημονεύματα δε γνωρίζω. Ίσως να κινδύνεψαν να φορτωθούν, όπως γράφτηκε σε φύλλο εφημερίδας των Αθηνών εβδομαδιαίας κυκλοφορίας. Το υπόλοιπο του αρχείου Κασομούλη, των ΓΑΚ Αθηνών, ούτε αυτό φορτώθηκε στα κάρα του Δήμου Αθηναίων (απορριμματοφόρα της εποχής). Παραμένει στα ΓΑΚ Αθηνών, ξαλαφρωμένο από τα πρωτότυπα. Ολόγιομο όμως με έγγραφα φέροντα την ένδειξη, αντίγραφα εκ του πρωτοτύπου. Το χειρόγραφο Κασομούλη, φορτωμένο με την ιστορία του –δεν άξιζε τέτοια μεταχείριση- χρειάστηκε πολύ χρόνο να φανεί. Άνοιξε το παράθυρο προς τον κόσμο του πολιτισμού, το 3ο 10ήμερο Οκτωβρίου του 2006. Και άνοιξε συνάμα το παράθυρο των μεγάλων αποκαλύψεων. Προσφέρεται με παρέλευση 178 ετών από την έναρξη της συγγραφής του. Είναι επισκέψιμο για τους ερευνητές 76 χρόνια μετά την παράδοσή του στα ΓΑΚ Αθηνών. Τόσο κράτησε η πολιτισμική κυοφορία (ωρίμανση). Η ομηρία του. Ο Βλαχογιάννης, πέρασε το κατώφλι για τον αιώνιο ύπνο το 1945. Το «Χ.φ.» Κασομούλη, περιήλθε στην κυριότητα του Μπενάκειου Ιδρύματος, με δωρεά το 1946
Οι πρέσβεις των Ολυμπίων στην Κασάνδρα, λαμβάνουν τις συστατικές επιστολές από τον Εμμανουήλ Παπά και αναχωρούν με Ψαριανή γολέτα για τα Ψαρά. Φθάνουν στις 20 Σεπτεμβρίου. Συμφωνείται, ο πολεμικός στόλος των Ψαριανών, να λάβει αντί χρημάτων μετάξι και τη Δεκάτη των προϊόντων της περιοχής, για να καλύπτει τα χωρικά ύδατα των επαναστατημένων βορειοελλαδικών περιοχών. Το (Χ.φ.) Κασομούλη, δίνει έμφαση στην παρουσία του Εμμανουήλ Παπά κοντά στον Όλυμπο και τη φήμη και την επίδραση του Ολύμπου, στις καρδιές των Ελλήνων.
(επίστρεψεν πάλιν την νύκτα. Ευρέθησαν και οι δύω και τους έφεραν εκεί. Με λύπην μου ειδών όλα αυτά έλαβα τα συστατικά του γράμματα, και εις τας 20: Σεπτ. έφθασα εις τα Ψαρρά με την προσδιορισμένην γολέταν. Εν τοσούτω ο λοιπός στόλος δια να σταθή εις Κασάνδραν εσυμφώνησεν να λάβη δια τας θροφάς και μισθούς του μετάξι. από την δεκατειάν και ότι άλλα προϊόντα του τόπου. Ο δε Κ. εμμ. παππά είχεν ειπή ότι την άλλην έμελλεν να απεράση εις τον Όλυμπον με τα πλοία προς αντάμωσιν των Καπιταναίων εκεί. η φήμη του Ολύμπου ξυπνούσεν και του αναισθήτου το αίσθημα. Ως πληρεξούσιοι τοσούτων και τοιούτων Ηρώων χαιρόμασθον τας μεγαλυτέρας περιποιήσεις και επαγκελματικώς και ιδιαιτέρως από φίλους. η φήμη πρόφθανεν προτύτερα παντού υπέρ ημών και πανταχόθεν κύταζον πότε θέλομεν φανεί εις.)
Ο Ν. Κασομούλης με τους 25 Σιατιστείς ενόπλους φθάνει στην Ύδρα στις 22 Σεπτεμβρίου. Παραδίδει στη Δημογεροντία της νήσου τις επιστολές και στην επικείμενη συνεδρία της παρακολουθεί το λόγο του Λάζαρου Κουντουριώτη.
«το στάδιον των αγώνων επαρουσιάσθην εις την Δημογεροντίαν των Ψαρρών και εγχείρησα τα διάφορα συστατικά και αμέσως εδιορίσθη άλλη Γολέτα και εμβαρκαρισθέντες την ιδίαν ημέραν μη έχοντας ούριον αέραν εις τας 22 Σεπτ. έφθασα εις την νήσον ύδραν. Επροσκλήθημεν κατά πρώτο εις το υγειονομείον, εις την Αστυνομίαν (λέξεις ξέναις τότε εις εμένα) και εις τους προκρίτους οδηγημένοι από τον κλήτωρα. επαρουσιάσθην εις τούτο το συμβούλιον και ευχαριστήθην από την σοβαράν και εμβριθήν σκέψιν των. Ο Κος λάζαρος Κουντουργιώτης αφού ανεγνώσθησαν τα γράμματα. προεδρεύων πρόλαβεν και με ολίγας λέξεις μας είπεν. ότι οι περίφημοι ολύμπιοι αργοπόρησαν να κινηθούν εις τον ιερόν τούτον αγώνα όλοι οι Έλληνες την περισσοτέραν ελπίδαν την είχαμε εις αυτούς. μ’ όλον τούτο ας κινηθούν και από ότι έχομε δεν τους αφίνωμε πηγαίνετε εις τας σπέτζαις εις τον υψηλάντην και εις τους προκρίτους της πελοποννήσου, λάβετε».
Ο Ν.Κ.Κ. ευχαριστεί τον Κουντουριώτη και δια των Σπετσών την 26η Σεπτεμβρίου αποβιβάζεται με το εκστρατευτικό σώμα στους Μύλους, όπου πληροφορείται την άλωση της Τριπολιτζάς από τους Έλληνες.
«ότι Σας δώσουν και εις την επιστροφήν σας διαβάτε απ’ εδώ να σας δώσωμε και ημείς εκ του υστερήματός μας. δεν σας λανθάνοι δε κύριοι ότι έχομε και ημείς στόλον να προμηθεύσωμεν. προσφέροντες τας ευχαριστήσεις, αφ’ ου τους πληροφορήσαμε τα διατρέχοντα της Κασάνδρας και προφορικώς αμέσως αναχωρήσαμε δια Σπέτζαις. παρομοίως επαρουσιάσθημεν κ’ εκεί. πλην έλλειπεν από το συνέδριόν τους η χάρις των υδραίων –υποσχεθέντες και αυτοί τα ίδια με τους υδραίους και με τους ιδίους λόγους, αναχωρήσαμε και εφθάσαμε την νύκτα εις τας 26 : Σεπτ. εις Μύλους. Εξελθώντες εμάθαμε την άλωσιν της Τριπολιτζάς εξεφόδου από τους Έλληνας. την καταστροφήν των πολυαρίθμων Τουρκών την έξοδον του ιλμάζ μπεη: και ασλανάκη με 2000 χιλ. αλ»
Από τους Μύλους ο Ν.Κ.Κ. προωθείται στην Τρίπολη. Εκεί αναζητά ανάμεσα σε στρατεύματα, λάφυρα, χωρικούς λαφυραγωγούς την οικία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Οι 2.000 Αλβανοί συνθηκολογήσαντες αναχώρησαν για Βοστίτζα.
«βανούς με συνθήκας και την συνοδείαν του υψηλάντη έως εις Βοστίτζαν την αυγήν κινήσαμε δια τριπολιτζάν το εσπέρας εφθάσαμε και διευθύνθημεν εις την οικίαν του Κολοκοτρώνη. όσα επιθυμούσεν η ψυχή μου να ιδώ τα ήδα άμα πλησίασα εις το στρατόπεδον το από το μέρος της γράνας αγίου Γεωργίου: και είδα ένα έλληνα να συνοδεύη 30 θηρία εις το ανάστημα τούρκους και να τους απερνά από το έν ταμπούρι εις το άλλο΄και απατηθέντες τους χαιρετήσαμε. οι χωριάτες εξερχόμενοι φορτωμένοι από τα λάφυρα από Τριπολιτζά εις όλον τον δρόμον όποιον απαντούσαν τον ηύχοντο και στα τέργια τους, αδέλφια και στα τέργια τους. σίδερα, στάμναις, παλαιοτζούκαλα, παλαιοαργαλιούς, πειθάρια, παραστάτας από παράθυρα κουβαλούσαν και ο δρόμος»
Ακολουθούν σκηνές που καταγράφει ο Ν.Κ.Κ. στην αλωμένη Τρίπολη. Λόφοι λαφύρων. Οχλαγωγή.
«δεν άδειαζεν. εις τα οχυρώματα ως λόφοι εφαίνωντο τα διάφορα λάφυρα και αυτά ήτον δια τους στρατοπεδευμένους. πλησιάσαντες εις την πόρταν του φρουρίου είδον έως 50 σωρούς τούρκους φονευμένους, μαύρους άσπρους κάθε είδους. εμβάντες από μέσα εντός της πόρτας τι να ιδούμε: θόρυβους ταραχαίς φωναίς ως και αρπαγαίς αναμεταξύ των στρατιωτικών αγνώριστοι διαβαίνωντες περιεπλέχθημεν και μόλις εδυνήθημεν να σωθώμεν αβλαβής από την οχλαγωγία των διαφόρων στρατευμάτων και φιλονικειών περί λαφύρων΄εις τον δρόμον διαβαίνωντας έβλεπα εις τα παράθυρα των σπιτιών σημαίας εις άλλα με αγίους Γεωργίους (ζωγραφισμένες) με παναγίας με σταυρούς με αγίους Δημητρίους με αγίους νικολάους κατά την δόξαν του κάθε οπλαρχηγού των Ελλήνων και πετρομέναις ταις πόρταις΄ φύλαττον ο καθείς τα λάφυρά του»
Ανεύρεση της οικίας του Κολοκοτρώνη. Εμφάνιση των Μακεδόνων και επίδοση των επιστολών. Η μία προς αυτόν και η άλλη για τους προκρίτους. Έξοδος του Κολοκοτρώνη από την οικία και άφιξη του Πάνου.
«τους άλλους. να μην έμβουν άλλοι και τα κυριεύσουν. μία ώρα τριγυρίζωντες εις τους δρόμους μόλις εδυνήθημεν να εύρομεν την κατοικίαν του Κολοκοτρόνη και ποίον να ερωτήσης και να σε αποκριθούν πού κάθεται. μόλις το ηύραμε και σχίσαντες το πλήθος των χωρικών επαρουσιάσθημεν. Του είπαμε τον ερχομόν μας εξαφνίσθη ο Γέρων αφίνων τους ολυμπείους παλαιούς φίλους του. δεν του εδίδετο καιρός να μας εξετάση περισσότερον. Από τους χωριάτες δώσαμεν το ιδιαίτερον γράμμα προς αυτόν και τα των προκρίτων της πελοποννήσου και λαβών τα δύω μας είπεν να ησυχάσομε και βγήκεν έξω. Εκείνην την στιγμήν επίστρεφεν και ο Πάνος υιός του όστις μαζί με τον υψηλάντην ξεύγαλεν τους αλβανούς εις Πάτρας έως εις Βοστίτζαν με έναν σωρόν ζουρνάδες και τύμπανα έμπροσθεν και πλήθος χωρικών. εμβήκεν εις τον οδάν ενασπάσθημεν και αμέσως εξηγήθημεν αναμεταξύ μας».
Ο Ν.Κ.Κ. χαρακτηρίζει τον Πάνο Κολοκοτρώνη. Συνάντηση του Πάνου με τον πατέρα του. Απρεπής συμπεριφορά του Θ.Κ. Κρίση του Ν.Κ.Κ.
«Τα χαρακτηριστικά εκείνου του νέου δεν παρομοίαζον με του πατρός του το φέρσιμόν του ήτον πολλά ήσυχον και ατάραχον μ’ εφάνη και από την ομιλείαν αμέσως ότι δεν ήτον πεζός αλλά με γνώσεις και άνθρωπος του κόσμου. επίστρεψεν ο πατήρ του και ανταμώθησαν με πνεύμα ήσυχον εξηγήθη του δρόμου τας περιστάσεις και το ασφαλές εμβάρκο εις Βοστίτζαν διαβαίνοντας των αλβανών. ο πατήρ του τον ερώτησεν περί του υψηλάντου που επήγεν και αν του έδωσεν την άδειαν να χωρίση ο Πάνος. Ο πάνος επαρουσίασεν την άδειαν την οποίαν λαβών εις χείρας του λέγη «δεν σφουγκίζεις τον κώλον σου». Ο πάνος εσιώπησεν και εγώ άρχισα να συμπεραίνω εις ποίους ήλθα και τι βοήθειαν έμελλον να λάβω. πλην τι να κάμω, δεν είπα τίποτες να ιδώ τι τρέχει ενώ κηρύτουν αρχηγόν να τον περιφρονούν. κατά τούτο πλην επαραπονέθη πως δια τους στρατιώτας οσπήτια δεν άφησαν με λάφυρα. και απαιτούσεν και όλοι να τα σωρεύσουν εις έν μέρος να γίνη η διανομή τακτικά και αν είναι ο καθείς όπως δύναται να μεταχειρισθή την δύναμιν εν τοσούτω μετεχειρίσθη την δύναμιν και εις όποιον οίκον ή παλάτι εύρεν αδυνάτους τους εύγαλεν και έβανεν ειδικούς του».
Βραδινό τραπέζι. Μνήμες Κολοκοτρώνη για Ν. Τζιάρα και Όλυμπο. Στιχομυθία Μούρτζινου και Κολοκοτρώνη.
«Ήτον αρκετόν αυτό το διδόμενον να μας δώσει να καταλάβομε ότι τοιαύτη αρχή οίαν μας παρέστησαν και θαρρούσαμε να εύρομεν δεν υπάρχει. εβράδυασεν καθήσαμε εις το τραπέζι. ο Κολοκοτρώνης εις την συνομιλείαν μας με τα ποτήρια όλοι εις το χέρι άρχησεν να ενθυμήται τα λημέργια όπου έκαμαν μίαν φοράν με τον Μακαρίτην νίκον τζιάραν, ταις εξόδους της Κασάνδρας, τα καταφύγια των νησιών και όλα τα βάσανα όσα από την πρώτην Ηληκείαν του ετράβηξεν με τους ολυμπίους. ευθυμούντες με αυτά ιδού και ο Μούρτζινος Σπαρτιάτης χαρούμενος εμβαίνει εις το τραπέζι. μας σύστησεν και είπεν όσα απαιτούμε ευαρεστηθείς μας εσυγχάρη. πλην τον Κολοκοτρώνη τον συμβούλευσεν να προσέχη να μη του την παίξουν (δεν ηξεύραμε ποίοι) και να ενθυμηθεί όσα του είπεν και ακόμη αν δεν τον άκουγεν τι έμελλεν να πάθη- μόνον τούτο απεκρίθη ο Κολοκοτρώνης «άφησε τους κερατάδες και εγώ τους τεργιάζω μη σε μέλλει».
Χορός και διασκέδαση στην οικία του. Ο Ν.Κ.Κ. έλαβε την συμβουλήν από το Θ.Κ. να θέσει το θέμα την επόμενη το πρωί στη Συνέλευση των πρώτων της Πελοποννήσου. Αναγνώσθησαν τα γράμματα των Μακεδόνων.
«Προστάζει έπειτα να λαλήσουν αι καραμούζαις και τα τύμπανα χορευτικόν και αρχήσαντες τον χορόν μας σήκωσεν και ημάς τους Ήρωας ολυμπίους και τα εσυμφωνήσαμε. Ώστε εκείνο το εσπέρας είχαμε χορόν και ευθυμίαν και όχι συλλογάς νέων επαναστάσεων. την αυγήν μας είπεν ότι εις την συνεδρίασιν την οποίαν έμελλεν να γίνη έξω της πόρτας της τριπολιτζάς από όλους τους πρώτους της πελοποννήσου εκεί να παρουσιασθούμε και να τους αναφέρομε όσα ζητούμε. περί το εσπέρας εσυναθροίσθησαν όλοι. επήγαμε και ημείς μαζί με τον Κολοκοτρώνην. εσυνκαθήσαμε εις τα χόρτα και αναγνώσθησαν τα γράμματα. εκτός του πετρόμπεη (+ αναγνωσταρά – και λοιπών οπλαρχηγών Σπαρτιατών, του Κολοκοτρώνη + και άλλων καπιτανέων πελοποννησίων οίτινες εγνώριζαν τους άνδρας και συντρόφους των, οι περισσότεροι οπλαρχηγοί».
Τα περισσότερα μέλη δε γνώριζαν τον Όλυμπο. Δεν μπαίνουν στον κόπο να ζητήσουν το Μακεδονικό αίτημα. Η Συνέλευση των πρώτων της Πελοποννήσου αγνοεί τη Μακεδονία και το Μακεδονικό Αγώνα και ασχολείται με τη διανομή του πλιάτσικου και των «λαφύρων». Απάντηση του Ν.Κ. Κασομούλη.
«οίτινες συνιστούσαν την συνέλευσιν ήσαν με μέστια και τζαρούχια ποδημένοι είδος αλλόκοτον εις τα μάτια μας και με μανδήλια μαύρα και καπαστιά εις την κεφαλήν και γεμενιά, και δεν ίξευραν ίσως καν αν υπάρχη όλυμπος εις την Ελλάδα, όχι και αρματωλοί παλαιοί χρήσιμοι δια την επανάστασιν. τούτου ένεκα ούτε εμβήκεν εις την σειράν της ομιλείας των αύτη η υπόθεσις και αι απαιτήσεις μας. αλλά άρχησαν την ομιλείαν των λαφύρων και ο είς κατέκρινεν τον άλλον ότι η επαρχία του έλαβεν περισσότερα και ο άλλος τον άλλον. Βλέπων την αδιαφορίαν αυτήν στενοχωριθείς τους είπα «αδελφοί ήλθαμε με γράμματα να μας εφοδιάσετε από πολεμοφόδια. Αν φροντίσετε περί ημών ο πόλεμος μένει εις ημάς και σεις έχετε καιρόν να μοιράσετε, ηδέ αδιαφορήσετε στοχασθήτε ότι δεν θέλετε δυνηθή να τα φυλάξητε όσα και αν πάρετε διότι οι τούρκοι οπίσω είναι δεν τελείωσαν».
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός παίρνει παράμερα τους πρέσβεις των Ολυμπίων και το εκστρατευτικό σώμα των Σιατιστέων και αρθρώνει λόγον παρήγορον. «Και αγανακτισμένοι χωρίς καμμίαν απάντησιν ή καν παρηγορείαν από την ομήγυρήν των ετραβήχθημεν αφήσαντές τους να σκεφθούν περί της διανομής των λαφύρων. βλέπωντές μας σκυθρωπούς και λυπημένους ο παλαιών πατρών πλησίασεν και μας είπεν. παιδιά μου ελάτε να σας είπω την αλήθειαν εγώ. ημείς εδώ μόνον με την ελπίδα προς τον θεόν επαναστατήσαμε χωρίς βοήθειαν χωρίς κανέν μέσον χωρίς βαρούτι χωρίς μολύβι τα παγούρια ανάλυσαν οι χωρικοί και οι πολίτες τινές ιδού ο θεός μας βοήθησεν ευχής έργον ήτον να σας δώσωμε όσα ζητείται πλην κυτάξετε, έμεινεν τίποτα ως εθνικόν; ή μολύβι ή βαρούτι, ή ντουφέκι όλα τα λαφυραγώγησαν διότι τοιαύτη είναι η περίστασις – και επειδή έχητε γράμματα εις τον υψηλάντην πηγαίνετε και εις αυτόν ίσως αυτός από ιδιαίτερά του έχει τον τρόπον να σας».
Οι Μακεδόνες επιστρέφουν στην οικία του Κολοκοτρώνη. Μετέβησαν και στην οικία του Αναγνώστη Δεληγιάννη να τον ενημερώσουν για το Μακεδονικό αίτημα. Ο Α.Δεληγιάννης, θεώρησε ωφελιμιστικότερο να ασχοληθεί με το σωρό των γιδοτόμαρων από τα οποία έλειπαν δύο, παρά να ακούσει για τη Μακεδονική Επανάσταση και τις ανάγκες της.
« η απάντηση μ’ όλον οπού δυσάρεστος, πλην ως αληθής και από καρδίαν αρχιερέως μας έπεισεν και ούτως επιστρέψαντες εις την οικίαν του Κολοκοτρώνη τίποτες άλλο δεν εφροντήσαμε. επήγαμε εις επίσκεψιν του Κ. Αναγνώστη Δεληγιάννη και εις την οικίαν ήδαμε ένα σωρόν Μεστοτζαρουχοποδεμένους. μας υπεδέχθη, πλην εκείνην την στιγμήν έλειψαν δύω γιδοτόμαρα ξερά από τον σωρόν και είχεν την προσοχήν του εκεί και δεν ομιλήσαμε τίποτες. αφήσαμεν τούτον ανακατώνοντας και φωνάζοντας τα τομάρια και απεράσαμε εις την οικείαν μας. περιφερόμενοι εις την οικείαν του Κολοκοτρώνη τριγυρίζωντας εις τους οδάδες είδαμεν έναν εβραίον –ονομαζόμενον χανέν Σαράφη φυλακωμένον όστις δεν είχεν 700 χιλ. γρόσια και αδάμαντας να δώση παρά υπόσχετο μόνον έως 300: και τίποτα άλλο τα οποία είχεν κρυμένα εκεί μέσα εγνωρίσαμε τον νικολάκην αυτάδελφον του νικηταρά όστις πολιορκούσεν το ναύπλιον και μας πληροφορούσεν περί ναυπλίου».
ΠΗΓΕΣ 1. Χειρόγραφο Έργο Ν.Κ. Κασομούλη, Ενθυμήματα Στρατιωτικά (Μπ. Ιδρυμα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου