Τήν δυσάρεστον ταύτην άγγελίαν τήν έκοινοποίησα καί προς τους ύποοπλαρχηγούς καί καπεταναίους του στρατοπέδου καί συσκεφθέντες άπεφασίσαμεν νά είμεθα προσεκτικοί και είς πάσαν ένδεχομένην περίστασιν να λάβωμεν πάν σωστικόν μέτρον δια την πατρίδα.
Κατά τάς πέντε ιδίου είδομεν αίφνης τον εχθρικό στόλον παραπλέοντα μεταξύ Λεωνιδίου, 'Υδρας και Σπετσών, υπέρ τά εκατόν πλοία μικρά και μεγάλα, άλλά συγχρόνως άνεφάνησαν και τά Ύδραιοσπετσιώτικα και Ψαριανά υπέρ τά πεντήκοντα, διηρημένα εις δύο μοίρας προς άντιπαράταξιν, φέροντα μεθ' εαυτών και δώδεκα μπουρλότα. Άλλ' άμα ένεφανίσθηκαν αυτά, υποπτεύσας ό άρχιναύαρχος δτι θά τον προσβάλουν νά πυρπολήσουν τον στόλον, απεφάσισε νά κάμη πρώτον άπόπειράν τινα ναυμαχίας νά δοκιμάση την δύναμιν και ικανότητα τών Ελλήνων εις τό ναυμαχείν με τόσον μικρά εμπορικά πλοία απέναντι δίκροτων και τρίκροτων. Άντιπαρετάχθη είς ναυμαχίαν, άλλά βλέπων τον άτρόμητον τρόπον τών Ελλήνων και προβλέψας την καταστροφήν του, μετά τινα μικρόν έπίδειξιν ναυμαχίας, υπεχώρησε και εξήλθε του Αργολικού κόλπου, άλλά τά Ελληνικά μέ τά ηφαίστεια τον παρηκολούθουν κατά πόδιν, πλην δέν ήδυνήθησαν νά τον εύρουν είς κανέν στενόν μέρος νά τον καταπυρπολήσουν. Ευρισκόμενος ό στόλος είς τον Άργολικόν κόλπον ως είρηται και ίδών ότι δέν ήτον δυνατόν νά είσέλθη εις τό Ναύπλιον νά δώση τροφάς, έστειλεν εν πλοίον μέ Αύστριακήν σημαίαν, φορτωμένον μέ οκτώ χιλιάδες κοιλά σιτάρι και πολλά και διάφορα άλλα τρόφιμα και ένα Τούρκον Κρητικόν συνοδεύοντα τό φορτίον νά τό παραδώση, Μεχμέτ Τσαούση λεγόμενον. Άλλ' έχοντες οι Έλληνες τότε τό έπιθαλάσσιον φρούριον (Βούρτσι) είς την κυριότητα των, είχεν ή Κυβέρνησις εκεί και δύο μπουρλότα, έν Υδραϊκόν και εν Ταριανόν, διά πάσαν ένδεχομένην περίστασιν. Και ευρεθέν τό έν εις τά πανιά έκείνην τήν ώραν έτρεξε και συνέλαβε τό Αύστριακόν έως 10 ή 15 μίλια μακράν του Ναυπλίου. Και τό μέν φορτίον έκαμε λείαν, τον δέ Τούρκον μέ τά έγγραφα παρέδωκεν εις την Κυβέρνησιν. Εις δλον αυτό τό περιστατικόν της εισβολής καί εκβολής του εχθρικού στόλου, τής άντιπαρατάξεως του ελληνικού, τής συλλήψεως του Αυστριακού πλοίου μέ τάς τροφάς καί εις δσα άλλα ήκολουθησαν περιστατικά υπήρξαμεν αύτόπται θεαταί έως τάς 9 Σεπτεμβρίου, δτε διελύθη αυτή ή σκηνή καί μήτε περισσότερον τι ήκολουύθησε μήτε όλιγότερον. Ή Κυβέρνησις δμως έδειξε καί εις αυτήν τήν περίστασιν καί φρόνησιν καί άξιοπρέπειαν.
Αναφορά του Κανέλλου Δεληγιάννη στην
«Επειδή ό Μαυρομιχάλης έζήτει Τούρκους νά άνταλλάξη τούς συλληφθέντας Μανιάτας κλπ. καί δτι ό Τσιώκρης, αφού συμπαρέλαβε καί τους μείναντες Μανιάτας μετά των Άργείων θέλει νά ένεδρεύση νά συλλαβή ζώντας έκ τών εξερχόμενων από τό Ναύπλιον, τότε κατήλθε καί ό Κανέλλος Δεληγιάννης με διακόσιους Καρυτινούς καί ομού μέ τον Τσώκρην ένεδρεύουσι, κτλ. καί μετά τήν μάχην τής ενέδρας εκείνης μετ' ολίγον συνήχθησαν αρκετοί Έλληνες καί έπολιόρκησαν πάλιν τό Ναύπλιον, άλλ' ό Κανέλλος Δεληγιάννης άνεχώρησεν όθεν είχεν έλθει κτλ.
Αλλά δεν λέγει ποίοι ήτον αυτοί οι συναχθέντες πολιορκηταί μετά τήν ίδικήν μου άναχώρησιν; Καί ό ίδιος ό αναίσχυντος αίσχύνεται μ' όλα ταύτα νά είπή ότι διέταξεν ό τότε παντοδύναμος αρχιστράτηγος ένα έκ τών υιών του, ή τον έξάδελφόν του Γιαννάκην Τασκούλιαν, ή τον άνεψιόν του τον 'Αποστόλην Κολοκοτρώνην άρχηγόν τής πολιορκίας;
'Οσον προσπαθούν αυτοί οί άθλιοι άνθρωποι νά παραμορφώνουν έμπαθώς τήν άλήθειαν, τόσον περισσότερον υποπίπτουν εις τον βόρβορον της κακοηθείας, του δόλου και του ψεύδους, καθότι δύνανται νά ομολογήσουν όλοι οί επιζώντες δτι εις τήν έποχήν έκείνην ήτον αρχηγός των στρατιωτών της πόλεως του 'Αργους, ό ατρόμητος εκείνος Άνδρ. Μεϊντής ύπό τον Κάββαν και υπ' αυτόν ό Πάνος Παπανικόλας, των δέ χωρίων ό Δάγρες, Κακάνης και Νέζος. Μετά παρέλευσιν καιρού άνεφάνη μικρός τις μπουλουξής και ό Τσώκρης και μετά τον ενδοξον θάνατον του Μεϊντή, τον άνέδειξεν ό Κολοκοτρώνης άρχηγόν μόνου του 'Αργους διά της βίας, ώς όπαδόν του. Και άνεφάνη τοιούτος μόνον και πρώτην φοράν εις τήν πτώσιν του Ναυπλίου, διά τήν λαφυραγωγίαν. Εις δέ τήν πολιορκίαν του Ναυπλίου, έστάθη πάντοτε αρχηγός ό Στάϊκος Σταϊκόπουλος από τήν Ζάτουναν, από τήν πρώτην ήμέραν της επαναστάσεως μέχρι της αλώσεως αύτού, τό όποίον αυτό γνωρίζουν ολοι οί Έλληνες και ουδείς δύναται νά τό άρνηθή έκτός της Κολοκοτρωναϊκής συμμορίας, επειδή ό Στάϊκος δεν άνήκε ποτέ εις αυτήν την μερίδα, μήτε συνεμερίζετο τήν διαγωγήν τους, καθότι ήτον στρατιώτης μαχητής και άξιος αρχηγός.
'Οσον δέ δι' έμέ δτι διέμεινα εις τήν πολιορκίαν του Ναυπλίου μετά των αδελφών μου μέ έπέκεινα των χιλίων στρατιωτών πάντοτε από τάς αρχάς Αυγούστου έως τάς αρχάς Νοεμβρίου ακλόνητος έκεί δι' ιδίων μου εξόδων και εκείθεν μετέβημεν μετά τών αδελφών μου εις τό Μισολόγγι, τό γνωρίζει δλη ή Πελοπόννησος και δέν έχω ανάγκην ουδεμίας ανασκευής τών έρεσχελιών τών τοιούτων τυφλών και ασυνειδήτων οργάνων τους.
Άφού, ώς είρηται, οί έν Ναυπλίω πολιορκούμενοι Τούρκοι είδον ιδίοις όφθαλμοίς και έβεβαιώθηκαν από διαφόρους Αυστριακούς, Ιταλούς και Γάλλους, δτι τοιούτος κολοσσαίος στόλος δέν ήδυνήθη νά εισχώρηση εκεί νά τούς δώση μικράν τίνα παρηγορίαν και νά τους έμβάση ουδέ μιας εβδομάδος τροφήν, μετά παρέλευσιν μιας εβδομάδος από την άναχώρησιν του στόλου, άπελπισθέντες από την στενωτάτην πολιορκίαν ξηράς και θαλάσσης, έφώναξαν μίαν των ήμερών τον Στάϊκον, όχυρωμένον όντα αντίκρυ του Παλαμιδίου, νά δώση λόγον της τιμής του νά έβγη ένας έκ των αγάδων νά τον όμιλήση χωρίς νά τον κτυπήσουν. Ό Στάϊκος τούς άπήντησεν δτι προ τής εισβολής τού Δράμαλη, δτε ήτον αυτός αρχηγός τής πολιορκίας, τούς έκαμνε την χάριν και τούς έδιδε τοιαύτας αδείας, άλλ' ήδη (τούς λέγει), είναι αρχηγός ό Κανέλλος Δεληγιάννης και χωρίς τήν άδειάν του, δέν δύναμαι νά σάς υποσχεθώ.
Ήλθε λοιπόν και μέ άνήγγειλεν αυτήν τήν αίτησίν των και διά τής συγκαταθέσεως των λοιπών οπλαρχηγών τού είπον νά τούς απαντήση νά έβγη όποιος θέλει, μέ τήν παρατήρησιν δτι νά μήν όμιλήση κανένας άλλος μ' αυτόν και ούτως ήκολούθησε. Ό Τζιζδάρμπεης (φρούραρχος του Παλαμιδίου) ήτο συμπένθερος τού Μαχμούτ έφένδη, έγνωριζόμεθα προ χρόνων και είχομεν φιλίαν τινά. Ακούσας δτι εγώ ήμην ό αρχηγός τής πολιορκίας και θαρρών εις τήν φιλίαν μας, εύχαριστήθη πολύ και αμέσως εξήλθε' τον έφεραν εις τήν Νάριαν, όπου ήμην τοποθετημένος. Τον έδέχθην περιποιητικώς, τον ήρώτησα διά τήν αίτίαν τής συνεντεύξεως και μέ είπεν δτι δλοι οί Τούρκοι του Ναυπλίου έπιθυμούν νά παραδοθούν εις έμέ. Τον είπον δτι και εγώ έπεθυμούσα νά τούς φανώ συντελεστικός εις αυτήν τήν δεινήν περίστασίν των, άλλ' επειδή έχομεν Κυβέρνησιν και χωρίς τήν άδειαν αυτής δέν δυνάμεθα νά κάμωμεν ήμείς τίποτε, μήτε νά άποφασίσωμεν, και δτι είναι καλόν διά μέσου τών ομήρων τών οποίων έχουν εις Ναύπλιον, νά διαπραγματευθούν μέ τήν Κυβέρνησιν, και άλλα τοιαύτα τον ειπον παρόντων οπλαρχηγών τίνων. Και ούτως εισήλθε πάλιν εις τό Παλαμίδι νά συσκεφθούν και νά με φέρη άλλην άπάντησιν μέ ποίας συμφωνίας απαιτούν νά παραδοθούν διά νά ειδοποιήσω κάγώ τήν Κυβέρνησιν.
Άλλά κατ' έκείνην τήν έποχήν προτού φθάσω έγώ έκεί, ό Άλή πασιάς καί ό Σελήμ πασιάς πρώην Μουχαφούζης, βλέποντες τήν έλλειψιν τών τροφών, τήν άπελπισίαν τών Τούρκων καί τήν παραλυσίαν τών πολιορκητών, έκαμαν πάντα δυνατόν τρόπον καί έστειλαν ένα άξιον ταχύποδα εις τήν Κόρινθον καί έγραψαν εις τον Δράμαλην, δτι επειδή καί έχουν παντελή έλλειψιν τροφών νά τους στείλη αυτός καί άν εις προσδιωρισμένην ήμέραν δεν τούς προφθάση, είναι εις άπόγνωσιν, ώστε νά παραδοθούν εις τούς Έλληνας.
Τήν έπιούσαν νύκταν έξήλθον καί διά τής αυτής όδού άπήλθον εις τήν Κόρινθον ανεπηρέαστοι. Μετά δέ τρεις ήμέρας έξήλθον πάλιν από τήν Κόρινθον επτακόσιοι ιππείς και υπέρ τάς δύο χιλιάδας πεζοί, και έμβασαν εις τό Ναύπλιον υπέρ τά πεντακόσια φορτώματα τροφάς, ώστε μ' αύτάς έβάσταξεν ή πολιορκία του Ναυπλίου δύο μήνους περισσότερον.
'Οσα δέ έκτεταμένως αναφέρει περί τούτων ή Χαλιμά του τυφλού οργάνου του Σπηλιάδου, δτι ό Πάνος, ό Νικηταράς, ό Γενναίος, ό Τασκούλιας, ό Αποστόλης και οί λοιποί έπολέμησαν, ήνδραγάθησαν είς τό δείνα ή δείνα μέρος της Άργολιδοκορινθίας κτλ. είναι δλα ανύπαρκτα ψεύδη παχυλά και πλάσματα τής φαντασίας των, και προσπαθούν διά τοιούτων ληρημάτων νά καλύψουν τήν αίσχύνην τους, ή μάλλον ειπείν τάς αθλιότητας και παραφοράς του μεγαλεπήβολου αρχιστρατήγου και τήν άνανδρίαν τους.
ΠΗΓΕΣ: