"Και μείζον΄όστις αντί της αυτού πάτρας Φίλον νομίζει,τούτον ουδαμού λέγω." ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Παρασκευή 31 Ιουλίου 2009

Ο Αρχιστράτηγος Κολοκοτρώνης αναλαμβάνει Πολιτικοστρατιωτικά την Πελοπόννησο.

Ο Ελληνικός στόλος ματαιώνει τα Οθωμανικά
σχέδια παροχής βοηθείας του Ναυπλίου.
"Κατά τάς αρχάς 7βρίου μέ γράφουν οι Τουμπάζηδες από τήν 'Υδραν, συγχρόνως μέ ειδοποιεί καί ή Κυβέρνησις από τους Μύλους, δτι κατά τάς νεωτέρας πληροφορίας, τάς οποίας έλαβον έκείνην τήν στιγμήν άπό πηγάς αξιόπιστους, ό τουρκικός στόλος διετάχθη άπό τον Σουλτάνον νά διευθύνεται είς τον Άργολικόν κόλπον, νά έφοδιάση τό Ναύπλιον μέ τροφάς, νά αποβιβάση δε καί μέρος στρατευμάτων, δπου δυνηθή, καί νά είμεθα προσεκτικοί καί δτι έφθασε καί ό Ναύαρχος των Ψαρών μέ δεκαπέντε πλοία πολεμικά καί δύο ηφαίστεια καί ένώθη μέ τον της 'Υδρας καί Σπετσών διά νά τρέξουν προς άντιπαράταξιν του έχθρικού.
Τήν δυσάρεστον ταύτην άγγελίαν τήν έκοινοποίησα καί προς τους ύποοπλαρχηγούς καί καπεταναίους του στρατοπέδου καί συσκεφθέντες άπεφασίσαμεν νά είμεθα προσεκτικοί και είς πάσαν ένδεχομένην περίστασιν να λάβωμεν πάν σωστικόν μέτρον δια την πατρίδα.
Κατά τάς πέντε ιδίου είδομεν αίφνης τον εχθρικό στόλον παραπλέοντα μεταξύ Λεωνιδίου, 'Υδρας και Σπετσών, υπέρ τά εκατόν πλοία μικρά και μεγάλα, άλλά συγχρόνως άνεφάνησαν και τά Ύδραιοσπετσιώτικα και Ψαριανά υπέρ τά πεντήκοντα, διηρημένα εις δύο μοίρας προς άντιπαράταξιν, φέροντα μεθ' εαυτών και δώδεκα μπουρλότα. Άλλ' άμα ένεφανίσθηκαν αυτά, υποπτεύσας ό άρχιναύαρχος δτι θά τον προσβάλουν νά πυρπολήσουν τον στόλον, απεφάσισε νά κάμη πρώτον άπόπειράν τινα ναυμαχίας νά δοκιμάση την δύναμιν και ικανότητα τών Ελλήνων εις τό ναυμαχείν με τόσον μικρά εμπορικά πλοία απέναντι δίκροτων και τρίκροτων. Άντιπαρετάχθη είς ναυμαχίαν, άλλά βλέπων τον άτρόμητον τρόπον τών Ελλήνων και προβλέψας την καταστροφήν του, μετά τινα μικρόν έπίδειξιν ναυμαχίας, υπεχώρησε και εξήλθε του Αργολικού κόλπου, άλλά τά Ελληνικά μέ τά ηφαίστεια τον παρηκολούθουν κατά πόδιν, πλην δέν ήδυνήθησαν νά τον εύρουν είς κανέν στενόν μέρος νά τον καταπυρπολήσουν.
Ευρισκόμενος ό στόλος είς τον Άργολικόν κόλπον ως είρηται και ίδών ότι δέν ήτον δυνατόν νά είσέλθη εις τό Ναύπλιον νά δώση τροφάς, έστειλεν εν πλοίον μέ Αύστριακήν σημαίαν, φορτωμένον μέ οκτώ χιλιάδες κοιλά σιτάρι και πολλά και διάφορα άλλα τρόφιμα και ένα Τούρκον Κρητικόν συνοδεύοντα τό φορτίον νά τό παραδώση, Μεχμέτ Τσαούση λεγόμενον. Άλλ' έχοντες οι Έλληνες τότε τό έπιθαλάσσιον φρούριον (Βούρτσι) είς την κυριότητα των, είχεν ή Κυβέρνησις εκεί και δύο μπουρλότα, έν Υδραϊκόν και εν Ταριανόν, διά πάσαν ένδεχομένην περίστασιν. Και ευρεθέν τό έν εις τά πανιά έκείνην τήν ώραν έτρεξε και συνέλαβε τό Αύστριακόν έως 10 ή 15 μίλια μακράν του Ναυπλίου. Και τό μέν φορτίον έκαμε λείαν, τον δέ Τούρκον μέ τά έγγραφα παρέδωκεν εις την Κυβέρνησιν. Εις δλον αυτό τό περιστατικόν της εισβολής καί εκβολής του εχθρικού στόλου, τής άντιπαρατάξεως του ελληνικού, τής συλλήψεως του Αυστριακού πλοίου μέ τάς τροφάς καί εις δσα άλλα ήκολουθησαν περιστατικά υπήρξαμεν αύτόπται θεαταί έως τάς 9 Σεπτεμβρίου, δτε διελύθη αυτή ή σκηνή καί μήτε περισσότερον τι ήκολουύθησε μήτε όλιγότερον. Ή Κυβέρνησις δμως έδειξε καί εις αυτήν τήν περίστασιν καί φρόνησιν καί άξιοπρέπειαν.

Αναφορά του Κανέλλου Δεληγιάννη στην
πολιορκία του Ναυπλίου. Συνομιλίες αυτού
με εκπρόσωπο των πολιορκημένων.

Άλλ' ό απονενοημένος Ταρτούφος Σπηλιάδης, θέλων ώς καί εις αυτήν τήν περίστασιν να χύση τό ίοβόλον πάθος του εις τήν ψευδοχαλιμάν του κατ' είσήγησιν των πατρώνων του νομιζόντων ότι μέ τοιαύτας βωμολοχίας θα δυνηθούν να προσβάλουν καί να μηδενίσουν τήν βαρύτητα τής Δεληγιαννικής οικογενείας εις τήν ίστορίαν [καί] λέγει εις τήν σελίδα 426, 427 δτι.
«Επειδή ό Μαυρομιχάλης έζήτει Τούρκους νά άνταλλάξη τούς συλληφθέντας Μανιάτας κλπ. καί δτι ό Τσιώκρης, αφού συμπαρέλαβε καί τους μείναντες Μανιάτας μετά των Άργείων θέλει νά ένεδρεύση νά συλλαβή ζώντας έκ τών εξερχόμενων από τό Ναύπλιον, τότε κατήλθε καί ό Κανέλλος Δεληγιάννης με διακόσιους Καρυτινούς καί ομού μέ τον Τσώκρην ένεδρεύουσι, κτλ. καί μετά τήν μάχην τής ενέδρας εκείνης μετ' ολίγον συνήχθησαν αρκετοί Έλληνες καί έπολιόρκησαν πάλιν τό Ναύπλιον, άλλ' ό Κανέλλος Δεληγιάννης άνεχώρησεν όθεν είχεν έλθει κτλ.
Αλλά δεν λέγει ποίοι ήτον αυτοί οι συναχθέντες πολιορκηταί μετά τήν ίδικήν μου άναχώρησιν; Καί ό ίδιος ό αναίσχυντος αίσχύνεται μ' όλα ταύτα νά είπή ότι διέταξεν ό τότε παντοδύναμος αρχιστράτηγος ένα έκ τών υιών του, ή τον έξάδελφόν του Γιαννάκην Τασκούλιαν, ή τον άνεψιόν του τον 'Αποστόλην Κολοκοτρώνην άρχηγόν τής πολιορκίας;
'Οσον προσπαθούν αυτοί οί άθλιοι άνθρωποι νά παραμορφώνουν έμπαθώς τήν άλήθειαν, τόσον περισσότερον υποπίπτουν εις τον βόρβορον της κακοηθείας, του δόλου και του ψεύδους, καθότι δύνανται νά ομολογήσουν όλοι οί επιζώντες δτι εις τήν έποχήν έκείνην ήτον αρχηγός των στρατιωτών της πόλεως του 'Αργους, ό ατρόμητος εκείνος Άνδρ. Μεϊντής ύπό τον Κάββαν και υπ' αυτόν ό Πάνος Παπανικόλας, των δέ χωρίων ό Δάγρες, Κακάνης και Νέζος. Μετά παρέλευσιν καιρού άνεφάνη μικρός τις μπουλουξής και ό Τσώκρης και μετά τον ενδοξον θάνατον του Μεϊντή, τον άνέδειξεν ό Κολοκοτρώνης άρχηγόν μόνου του 'Αργους διά της βίας, ώς όπαδόν του. Και άνεφάνη τοιούτος μόνον και πρώτην φοράν εις τήν πτώσιν του Ναυπλίου, διά τήν λαφυραγωγίαν. Εις δέ τήν πολιορκίαν του Ναυπλίου, έστάθη πάντοτε αρχηγός ό Στάϊκος Σταϊκόπουλος από τήν Ζάτουναν, από τήν πρώτην ήμέραν της επαναστάσεως μέχρι της αλώσεως αύτού, τό όποίον αυτό γνωρίζουν ολοι οί Έλληνες και ουδείς δύναται νά τό άρνηθή έκτός της Κολοκοτρωναϊκής συμμορίας, επειδή ό Στάϊκος δεν άνήκε ποτέ εις αυτήν την μερίδα, μήτε συνεμερίζετο τήν διαγωγήν τους, καθότι ήτον στρατιώτης μαχητής και άξιος αρχηγός.
'Οσον δέ δι' έμέ δτι διέμεινα εις τήν πολιορκίαν του Ναυπλίου μετά των αδελφών μου μέ έπέκεινα των χιλίων στρατιωτών πάντοτε από τάς αρχάς Αυγούστου έως τάς αρχάς Νοεμβρίου ακλόνητος έκεί δι' ιδίων μου εξόδων και εκείθεν μετέβημεν μετά τών αδελφών μου εις τό Μισολόγγι, τό γνωρίζει δλη ή Πελοπόννησος και δέν έχω ανάγκην ουδεμίας ανασκευής τών έρεσχελιών τών τοιούτων τυφλών και ασυνειδήτων οργάνων τους.
Άφού, ώς είρηται, οί έν Ναυπλίω πολιορκούμενοι Τούρκοι είδον ιδίοις όφθαλμοίς και έβεβαιώθηκαν από διαφόρους Αυστριακούς, Ιταλούς και Γάλλους, δτι τοιούτος κολοσσαίος στόλος δέν ήδυνήθη νά εισχώρηση εκεί νά τούς δώση μικράν τίνα παρηγορίαν και νά τους έμβάση ουδέ μιας εβδομάδος τροφήν, μετά παρέλευσιν μιας εβδομάδος από την άναχώρησιν του στόλου, άπελπισθέντες από την στενωτάτην πολιορκίαν ξηράς και θαλάσσης, έφώναξαν μίαν των ήμερών τον Στάϊκον, όχυρωμένον όντα αντίκρυ του Παλαμιδίου, νά δώση λόγον της τιμής του νά έβγη ένας έκ των αγάδων νά τον όμιλήση χωρίς νά τον κτυπήσουν. Ό Στάϊκος τούς άπήντησεν δτι προ τής εισβολής τού Δράμαλη, δτε ήτον αυτός αρχηγός τής πολιορκίας, τούς έκαμνε την χάριν και τούς έδιδε τοιαύτας αδείας, άλλ' ήδη (τούς λέγει), είναι αρχηγός ό Κανέλλος Δεληγιάννης και χωρίς τήν άδειάν του, δέν δύναμαι νά σάς υποσχεθώ.
Ήλθε λοιπόν και μέ άνήγγειλεν αυτήν τήν αίτησίν των και διά τής συγκαταθέσεως των λοιπών οπλαρχηγών τού είπον νά τούς απαντήση νά έβγη όποιος θέλει, μέ τήν παρατήρησιν δτι νά μήν όμιλήση κανένας άλλος μ' αυτόν και ούτως ήκολούθησε.
Ό Τζιζδάρμπεης (φρούραρχος του Παλαμιδίου) ήτο συμπένθερος τού Μαχμούτ έφένδη, έγνωριζόμεθα προ χρόνων και είχομεν φιλίαν τινά. Ακούσας δτι εγώ ήμην ό αρχηγός τής πολιορκίας και θαρρών εις τήν φιλίαν μας, εύχαριστήθη πολύ και αμέσως εξήλθε' τον έφεραν εις τήν Νάριαν, όπου ήμην τοποθετημένος. Τον έδέχθην περιποιητικώς, τον ήρώτησα διά τήν αίτίαν τής συνεντεύξεως και μέ είπεν δτι δλοι οί Τούρκοι του Ναυπλίου έπιθυμούν νά παραδοθούν εις έμέ. Τον είπον δτι και εγώ έπεθυμούσα νά τούς φανώ συντελεστικός εις αυτήν τήν δεινήν περίστασίν των, άλλ' επειδή έχομεν Κυβέρνησιν και χωρίς τήν άδειαν αυτής δέν δυνάμεθα νά κάμωμεν ήμείς τίποτε, μήτε νά άποφασίσωμεν, και δτι είναι καλόν διά μέσου τών ομήρων τών οποίων έχουν εις Ναύπλιον, νά διαπραγματευθούν μέ τήν Κυβέρνησιν, και άλλα τοιαύτα τον ειπον παρόντων οπλαρχηγών τίνων. Και ούτως εισήλθε πάλιν εις τό Παλαμίδι νά συσκεφθούν και νά με φέρη άλλην άπάντησιν μέ ποίας συμφωνίας απαιτούν νά παραδοθούν διά νά ειδοποιήσω κάγώ τήν Κυβέρνησιν.
Η ηγεσία των πολιορκημένων του Ναυπλίου Ζητά
τη βοήθεια του Σερασκέρη Δράμαλη από την Κόρινθο.
Έγώ μ' δλα ταύτα έκαμα έκθεσιν εις τήν Κυβέρνησιν, ήτις μ' άπήντησεν δτι καλώς έπραξα, και δτι δταν έβγη πάλιν ό Τσιζδάρμπεης, νά ζητήσω εγγράφους τάς αιτήσεις των νά τής τάς στείλω διά νά γίνη τακτική ή διαπραγμάτευσις. Έπανελθών δέ ώς είρηται ό Τσιζδάρμπεης εις Ναύπλιον διεκοίνωσε τήν έπιούσαν εις τούς προκρίτους μπέηδες και αγάδες τά περί τής συνεντεύξεως μας, δσα ώμιλήσαμεν, και αυτοί ενέκριναν νά αναφέρουν δλα αυτά εις τον Άλή πασιάν, Άργείον, έλθόντα μετά του Δράμαλη και διωρισμένον άπό τον Σουλτάνον και άπό τον Χουρσίτ πασιάν Μουχαφούζην (πληρεξούσιον διοικητήν τού Ναυπλίου), καθότι άνευ τούτου δέν ήδύναντο νά κάμουν ούδεμίαν διαπραγμάτευσιν καί του οποίου τον υίόν Τεφήκμπεην καί τον Ζουλφικάρμπεην τούς είχον δώσει ομήρους εις τήν πρώτην διαπραγμάτευσιν, δταν έδωκαν καί τό έπιθαλάσσιον φρούριον, καί έλαβον ομήρους τον αρχιερέα Βρεσθένης, τον Παπαφλέσιαν, τον Πολυχρόνην Τζαννέτον, τον Βασιλάκην Χριστακόπουλον καί τον Γιαννάκην Βαρβάτην, μέ φρουρά πενήντα στρατιωτών ύπό τον Ρήγαν Καγιάν, προ τής εισβολής του Δράμαλη. Άλλ' ό Παπαφλέσιας καί ό Όρλάνδος (δστις ύπήγε νά καταλάβη μίαν λαμπράν οικίαν) ήπάτησαν τούς Τούρκους καί έδραπέτευσαν τήν ήμέραν τής εισβολής του Δράμαλη.
Άλλά κατ' έκείνην τήν έποχήν προτού φθάσω έγώ έκεί, ό Άλή πασιάς καί ό Σελήμ πασιάς πρώην Μουχαφούζης, βλέποντες τήν έλλειψιν τών τροφών, τήν άπελπισίαν τών Τούρκων καί τήν παραλυσίαν τών πολιορκητών, έκαμαν πάντα δυνατόν τρόπον καί έστειλαν ένα άξιον ταχύποδα εις τήν Κόρινθον καί έγραψαν εις τον Δράμαλην, δτι επειδή καί έχουν παντελή έλλειψιν τροφών νά τους στείλη αυτός καί άν εις προσδιωρισμένην ήμέραν δεν τούς προφθάση, είναι εις άπόγνωσιν, ώστε νά παραδοθούν εις τούς Έλληνας.
Αλλαγή της Δομής Διοικήσεως του
Γενικού Στρατοπέδου. (Σούλι).
Τό στρατόπεδον τοΰ αρχιστρατήγου ήτον κατ' έκείνας τάς ημέρας εις τελείαν παραλυσίαν, καί μόλις εύρίσκοντο εις τάς διαφόρους θέσεις δύο ήμισυ χιλιάδες στρατός, καθότι ό αρχιστράτηγος απήλθε πάλιν εις τήν Τριπολιτσάν μέ τούς σωματοφύλακας του, έχων μυρίας απαιτήσεις από τήν Γερουσίαν, χρημάτων, βαθμών καί άλλας, προσπαθών δε νά διάλυση καί τήν έθνικήν έκείνην Κυβέρνησιν νά μείνη μόνη ή υποχείριος προς αυτόν Γερουσία, ή οποία άκουσα έδιόρισε στρατηγόν τον Πλαπούταν, ενώ προ δύο σχεδόν μηνών τον είχε διορίσει διά τών απειλών του Κολοκοτρώνη χιλίαρχον μόλις διά νά αναπαύση τήν φιλοδοξίαν του. Συγχρόνως δέ έστειλε καί τον υιόν του τον Πάνον εις τό Σούλι Γενικόν άρχηγόν, άντιπρόσωπόν του εις τό Γ. Στρατόπεδον. Τούτο βλέποντες ό Γιατράκος, Πλαπούτας καί άλλοι, έτρεξαν καί αυτοί εις τήν Τριπολιτσάν διά νά άρπάσουν χρήματα καί βαθμούς καί τό στρατόπεδον κατήντησεν εις τελείαν παραλυσίαν, καθότι έτρεχον άπαντες, οπλαρχηγοί καί στρατιώται, εις τά διάφορα χωρία, τρώγοντες καί πίνοντες, μεθοκοπώντες καί διασκεδάζοντες.
Ο Δράμαλης αποστέλλει στο Ναύπλιο τη βοήθεια.
Δύο έξοδοι ενόπλων καλύπτουν τις Εφοδιοπομπές.
Ευρόντες λοιπόν άρμοδίαν τήν περίστασιν οι Τούρκοι έστειλαν τριακόσιους εκλεκτούς ιππείς καί υπέρ τά τριακόσια ζώα διά νυκτός είσήλθον άτουφέκιστοι εις τό Ναύπλιον κατά τάς 8 του Αυγούστου πριν φθάσω εγώ μετά του Καρατάσου. Μόνος δέ ό Στάϊκος ευρεθείς άνωθεν τής Τιρύνθου τοποθετημένος μέ 70 στρατιώτας, καίτοι πληγωμένος προ ολίγου εις τον πόδα, τούς έκτύπησε τήν πρωΐαν, αλλά διά τό ολίγον τής δυνάμεως δεν ήδυνήθη νά τούς βλάψη.
Τήν έπιούσαν νύκταν έξήλθον καί διά τής αυτής όδού άπήλθον εις τήν Κόρινθον ανεπηρέαστοι. Μετά δέ τρεις ήμέρας έξήλθον πάλιν από τήν Κόρινθον επτακόσιοι ιππείς και υπέρ τάς δύο χιλιάδας πεζοί, και έμβασαν εις τό Ναύπλιον υπέρ τά πεντακόσια φορτώματα τροφάς, ώστε μ' αύτάς έβάσταξεν ή πολιορκία του Ναυπλίου δύο μήνους περισσότερον.
Ηρωϊκή Αντίσταση του Παπααρσένιου
Έφονεύθη δέ κατά τήν δευτέραν αυτήν των Τούρκων εις Ναύπλιον είσβολήν ό τω δντι τουρκοφάγος έκείνος Παπααρσένιος μετά του υίού του και 64 συντρόφων του, πολεμήσας μέ τους Τούρκους εις εν όχύρωμα άμυντικώς υπέρ τάς δύο ώρας μέ χίλιους πεντακόσιους και ουδείς ήδυνήθη ή ηθέλησε νά τω δώση συνδρομήν έκ των οπλαρχηγών άλλ' έσκορπίσθησαν άπαντες εις τά όρη. Ό δέ υιός του αρχιστρατήγου έμαθε τήν μάχην αυτήν άφού υπέστρεψαν οί Τούρκοι εις τήν Κόρινθον έμειναν δέ πλησίον του όχυρώματός του 82 πτώματα και ίσως περισσότερα επήραν οί Τούρκοι, αλλά έξ αυτών δέν έσώθη ουδέ είς.
'Οσα δέ έκτεταμένως αναφέρει περί τούτων ή Χαλιμά του τυφλού οργάνου του Σπηλιάδου, δτι ό Πάνος, ό Νικηταράς, ό Γενναίος, ό Τασκούλιας, ό Αποστόλης και οί λοιποί έπολέμησαν, ήνδραγάθησαν είς τό δείνα ή δείνα μέρος της Άργολιδοκορινθίας κτλ. είναι δλα ανύπαρκτα ψεύδη παχυλά και πλάσματα τής φαντασίας των, και προσπαθούν διά τοιούτων ληρημάτων νά καλύψουν τήν αίσχύνην τους, ή μάλλον ειπείν τάς αθλιότητας και παραφοράς του μεγαλεπήβολου αρχιστρατήγου και τήν άνανδρίαν τους.
Ο Θ. Κολοκοτρώνης Ανώτατος 'Αρχων της Πελοποννήσου.
Ως Αρχιστράτηγος αναλαμβάνει την Ευθύνη όλων των
στρατιωτικών και πολιτικών θεμάτων της Επαναστάσεως.
Αποθανόντος του Χουρστ πασά εις τήν Λάρισαν και του Δράμαλη εις τήν Κόρινθον, οί Τούρκοι τής Κορίνθου έμειναν είς παντελή άμηχανίαν και άκινησίαν είς όλο αυτό τό διάστημα, τό δέ Γενικόν στρατόπεδον του Σουλίου είς παραλυσίαν, καθότι ό αρχιστράτηγος κατήντησεν ακράτητος πλέον και άνέλαβεν επάνω του αυτοδικαίως δλα τά στρατιωτικά και πολιτικά τής Πελοποννήσου, αγόμενος και φερόμενος άπό τους κόλακάς του και πίπτων άπό λάθος εις λάθη, ώστε τήν μεν Γερουσίαν έξηνδραπόδισεν εις τον έσχατον βαθμόν και τήν έδέσμευσε τόσον, ώστε εις πάσαν διαταγήν ή έγγραφόν της έπρεπε να υπογράφη και αυτός, ώς αύτοχειροτόνητος δικτάτωρ, άλλως δέν είχεν ούδεμίαν ίσχύν. Ή δέ Κυβέρνησις, μή άνεχομένη αυτήν τήν έθνικήν ύβριν και έξόντωσιν, άνεχώρησεν άπό τον 'Αγιαννην (δπου ήτον τοποθετημένη πρό τίνων ήμερών, δια νά μή δύναται νά τήν έπηρεάζη και τήν καταφρονή μέ τάς καθημερινάς άλογους απαιτήσεις και άπειλάς του) και ύπήγεν εις τό Κρανίδι δπου μήτε νά τήν φοβερίση ήδύνατο, μήτε νά τήν υποχρεώση εις τάς θελήσεις του, δθεν και συνυπακούετο και εύκολώτερον μέ τάς ναυτικάς νήσους, ό δέ Κολοκοτρώνης άπήλθεν είς τήν Τριπολιτσάν και διέμενεν πάντοτε εκεί αύτοχειροτόνητος δικτάτωρ και κατήντησεν τήν άθλίαν έκείνην Γερουσίαν είς τοιαύτην κατάστασιν ώστε δια της αίσχροτέρας βίας υπέγραψαν άπαντες οί Γερουσιασταί άκοντες και εναντίον της συνειδήσεώς των εν συνωμοτικόν έγγραφον συμφωνητικόν, δι' ού έσυνδέοντο δεκαπέντε Γερουσιασταί με τον άρχιστράτηγόν τους νά διασώσουν δήθεν τήν πατρίδα άπό τον έχθρόν μέ κάμποσα ανόσια άρθρα, και έκαμαν δύο όμοια, τό έν κράτησεν ό αύτοχειροτόνητος δικτάτωρ τό δ' άλλο ή Γερουσία, και έδέσμευσεν άπανθρώπως έκείνην τήν άθλίαν Γερουσίαν ώστε άνευ της υπογραφής αύτού δέν είχεν Ίσχύν κανένα έγγραφον αυτής άπό τά μέσα του Όκτωβρίου 1822 έως το 1823 Απρίλιον, ότε συνήλθεν η Εθνική Συνέλευσις είς τά Άγιαννίτικα Καλύβια του 'Αστρους και διελύθησαν άπό αυτόν τον αύθαίρετον δεσμόν τά μέλη έκείνης της Γερουσίας, ώς έν τω οίκείω τόπω ρηθήσεται."
ΠΗΓΕΣ:
Κ. ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ-ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΎΜΑΤΑ

Σάββατο 25 Ιουλίου 2009

Δεληγιάννης-Κολοκοτρώνης-Γάτσος-Καρατάσος. Μαυρομιχαλαίοι και Δεληγιανναίοι Πολιορκούν το Ναύπλιο.

Κανέλλος Δεληγιάννης-Καρατάσος-Γάτσος-Φιλοξενία-
Λαγκάδια. Κολοκοτρώνης-Γερουσία-Μαγουλινίτης
(Γερουσιαστής). Σπηλιάδης-Πάνος.
"Φθάσας, ώς είρηται, και εγώ εις την πατρίδα μου Λαγκάδια, απέλυσα δλους τους άκολουθήσαντάς με εις την έκστρατείαν της Δυτικής Ελλάδος στρατιώτας και άπήλθον είς τάς οικίας των να αλλάξουν τά ενδύματα των και εντός πέντε ήμερών να επιστρέψουν νά άπέλθωμεν εις τό Γενικόν Στρατόπεδον και ούτως ήκολούθησεν προθύμως. Έγώ δε μετά του Καρατάσου και Γάτσου διεμείναμεν είς την οίκίαν μου διά νά διορθώσουν και πλύνουν και αυτών οί στρατιώται τά ενδύματά των και μετά πέντε ημέρας άπήλθομεν είς την Τριπολιτσάν. Υπήγον εις τήν Γερουσίαν και ανήγγειλα τά περί τής είς τήν Άκαρνανίαν εκστρατείας μου, ζητήσας παρ' αυτής διαταγήν νά απέλθω είς τό Γενικόν Στρατόπεδον, άλλ' αυτή διά μεν τήν έκστρατείαν έξεφράσθη διά τού Προέδρου της τήν εύαρέσκειαν και εύγνωμοσύνην της, διά δε τήν αίτησίν μου με είπεν δτι θέλει άκουσθή μέ τον Κολοκοτρώνην και κατόπιν θέλει μέ απαντήσει είς τό 'Αργος. Άλλά πεφοβισμένοι άπαντες οί Γερουσιασταί από τήν υπεροχήν έκείνην του Κολοκοτρώνη μέ ανήγγειλαν μυστικώς δι' ενός μέσου, δτι δεν τολμούν νά μέ δώσουν μήτε προφορικήν μήτ' έγγραφον διαταγήν, καθότι τους έχει αυθαιρέτως έπιτεθειμένους είς τό σώμα τους δύο κατασκόπους, τον Άναγνωστάκον Μαγουλανίτην Γερουσιαστήν καί τον Σπηλιάδην γραμματέα, τον δε υίόν του Πάνον άρχηγόν της εκτελεστικής δυνάμεως και τούς ένέπνεε φρίκην καί δτι να ακολουθήσω παν ό,τι φρονώ συμφέρον δια την πατρίδα.
Καν. Δεληγιάννης-Γάτσος-Καρατάσος-Αργος.
(Συνάντηση με την Κυβέρνηση στους Μύλους).
Ό Γάτσος έπιθυμών να έπιταχύνη την πορείαν του δια την Σκιάθον, να μάθη, ώς είρηται, διατην οίκογένειάν του, αν αίχμαλωτίσθη ή διεσώθη, με έζήτησε την άδειαν να ύπάγη εις την Κόρινθον καί εκείθεν να εύρη τό μέσον να άπεράση εις τάς νήσους. Του την έδωκα ευχαρίστως. Του έδωκα δέ καί 1.500 γρόσια (διότι υστερείτο) καί τινα πολεμοεφόδια καί άνεχώρησε μέ τούς 48 συντρόφους του, καί ύπήγεν εις τό Γ. Στρατόπεδον του Σουλίου, δπου διαμείνας ολίγας ημέρας καί συντελέσας εις τινας μάχας άνεχώρησε δια την Σκιάθον, εγώ δέ μετά πεντακοσίων περίπου στρατιωτών καί ό Καρατάσιος μέ έπέκεινα τών τετρακοσίων άπήλθομεν εις τό 'Αργος, όπου καί έτοποθετήθημεν. Την έπιούσαν άπήλθομεν εις τούς Μύλους μετά του Καρατάσιου δπου εξελθόντα καί τά μέλη της Κυβερνήσεως έκ του πλοίου έξηγήθημεν άπαντα τά γεγονότα, έζητήσαμεν δέ καί διαταγήν, εγώ μεν νά σταθώ εις τήν πολιορκίαν του Ναυπλίου, ό δέ Καρατάσιος ν' άπέλθη είς τήν Σκιάθον καί Σκύρον, ώς πολύ αναγκαίος εις εκείνα τά μέρη, άφού του προβλέψει τά αναγκαία πλοία διά τήν μετακόμισίν τους, ολίγα πολεμοεφόδια καί χρήματα διά έξοδα, καθότι έστερείτο τω όντι. Καί προς μέν τον Καρατάσιον άπήντησεν δτι νά διαμένη μέ έμέ 15 ή 20 ημέρας νά διατάξη νά έλθουν τά πλοία, νά δυνηθή νά τον οικονομήση ολίγα χρήματα καί πολεμοεφόδια καί τότε νά αναχωρήση. Προς έμέ δέ είπεν, δτι γνωρίζει καί τά αισθήματά μου καί τον υπέρ πατρίδος ζήλον μου καί τήν προθυμίαν μου, άλλ' επειδή ώς έκ τών περιστατικών, ό Κολοκοτρώνης είναι θεριωμένος εναντίον της Κυβερνήσεως και απαιτεί νά την διαλύση αυθαιρέτως, νά έπιφέρη την τελείαν άναρχίαν, διά νά μην τω δώση νέας αιτίας δυσαρέσκειας και ρήξεως και γίνη πρωταίτια της καταστροφής τής πατρίδος, δεν κρίνει συμφέρον νά μέ δώση διαταγήν, άλλ' αν θελήσω νά κάμω τήν πολιορκίαν του Ναυπλίου και άν δύναμαι νά άνθέξω εις τάς προσβολάς του Κολοκοτρώνη, έχει ή Κυβέρνησις δλην τήν εύχαρίστησιν νά τήν κάμω, και άλλα πολλά τοιαύτα μέ είπε.
Επιστολή Κ. Δεληγιάννη Προς Κολοκοτρώνη.
Ο Κολοκοτρώνης Ζητά την Αρχιστρατηγία.
Σκεφθείς λοιπόν περί αυτού τού αντικειμένου και διά νά δικαιώσω τάς έπομένας πράξεις μου και διά νά αφαιρέσω άπό τον Κολοκοτρώνην πάν κατ' έμού δικαίωμα παραπόνων, του έκαμα ένα γράμμα, καθόσον ενθυμούμαι ως εξής.
«Αδελφέ Κολοκοτρώνη! φθάσας κατ' αύτάς άπό τήν Ρούμελην εις τήν οίκογένειάν μου, έμαθον μέ λύπην μου συμβάντα τινά, τά όποία φρονώ, ότι προέκυψαν άπό δολίους εισηγήσεις ραδιούργων διά νά προξενήσουν δυσπιστίας εις τήν μεταξύ μας σύμπνοιαν, και επιθυμώ νά άνταμωθώμεν, νά τά διαλύσωμεν μεταξύ μας δλα, διά νά μήν άκολουθήση καμμία ρήξις και τοΰτο προς χάριν τής κινδυνευούσης πατρίδος στέλλω λοιπόν επίτηδες τον υπασπιστήν μου νά σέ έξηγηθή και προφορικώς και άν αγαπάς προσδιόρισε τό μέρος τό οποίον θέλεις νά έλθω και εγώ νά όμιλήσωμεν.
Και αμέσως τό ίδιον εσπέρας έστειλα τον Ανάστον Στασινουλόπουλον υπασπιστήν μου πέντε ιππείς και ύπήγε τον παρήγγειλα δε δσα έπρεπε νά τον όμιλήση καί, άν δεν δεχθή τήν συνέντευξιν, νά είπή τών αδελφών μου Δημητράκη καί Νικολάκη νά αναχωρήσουν εκείθεν μέ τους στρατιώτας των καί νά επιστρέψουν μαζί. Φθάσας λοιπόν τον έδωκε τό γράμμα μου, καί άναγνώσας αυτό ό γραμματικός του έγινεν έξω φρενών και ήρχισε να φωνάζη και νά λέγη κατ' έμού, όσας ήθελε φλυαρίας. Ό υπασπιστής μου τον απήντησε ήσύχως και φρονίμως λέξας προς αυτόν: Στρατηγέ! είναι άνάρμοσται αί τοιαύται φράσεις εις τούς μεγάλους άνδρας νά τάς φωνάζουν ενώπιον τόσου πλήθους ανθρώπων άλλ' δταν ανταμώσετε τάς λέγετε προς αυτόν και αυτός ό τρόπος δεν σάς κάμνει τιμήν, και αμέσως έσηκώθη όρθιος και τον λέγει: Θά μέ δώσης καμμίαν άπάντησιν; Τότε συνελθών εις εαυτόν και συλλογισθείς ολίγον τον λέγει ότι, άφού επιστρέψω από την Τριπολιτσάν άνταμωνόμεθα εις τό 'Αργος. Και ό μέν υπασπιστής μου άνεχώρησεν ευθύς και προ της ανατολής του ηλίου εφθασεν εις τό 'Αργος, και μ' έδιηγήθη τ' ανωτέρω.
Ό δέ Κολοκοτρώνης έπήρεν εκατόν ιππείς άπό τό στρατόπεδον και άναχωρήσας άπέρασεν έξωθεν του 'Αργους και άπήλθεν εις τούς Μύλους προς άντάμωσιν της Κυβερνήσεως• αύτη δέ μη έξελθούσα του πλοίου προς συνέντευξιν μετ' αύτού διηυθύνθη εις την Τριπολιτσάν εις την Γερουσίαν, προς τήν οποίαν παρουσιάσας ευθύς μίαν άναφοράν ύπογεγραμμένην άπό τινας ύποοπλαρχηγούς και καπετανίσκους χωρίων άπό τάς διαφόρους επαρχίας (έκτός των Γιατράκηδων, Μαυρομιχάληδων, Δεληγιανναίων, Παπατσώνη και άλλων) ότι τον ζητούν διά άρχιστράτηγον.
Ή Γερουσία δέ ευρεθείσα εις δεινήν θέσιν, μη έχουσα ουδέν μέσον υπερασπίσεως, καθότι ή φρουρά ήτο Κολοκοτρωναϊκή, συγκατένευσεν άκουσα και μη βουλομένη και του έδωκε τό δίπλωμα της άρχιστρατηγίας και όσα χρήματα είχεν άπό τινας εισπράξεις και τήν έπιούσαν άνεχώρησε, και διαβάς έξωθεν του 'Αργους πάλιν άπήλθεν επηρμένος εις τό έν Σούλι Γενικόν Στρατόπεδον. Ή Εθνική Κυβέρνησις όμως μήτε ένέκρινεν αυτόν τον διορισμόν, έπέπληξε μάλιστα πικρώς τήν Γερουσίαν δι' αυτήν τήν παράνομον πράξιν της, άλλ' αύτη τότε ήτον υποχείριος του Κολοκοτρώνη. Αφού λοιπόν είδον την είς τό Σούλι έπιστροφήν του έγραψα προς τους αδελφούς μου δι' επίτηδες απεσταλμένου καί άνεχώρησαν εκείθεν καί έφθασαν εις τό 'Αργος με δλον τό στρατιωτικόν σώμα όπου μετά του Καρατάσιου υπερβαίναμεν τους 1.500.
Προετοιμασία Πολιορκίας Ναυπλίου.
Κατ' έκείνην την έποχήν ευρίσκοντο είς τους Μύλους ό γέρων Μαυρομιχάλης καί ό Ηλίας Χρυσοσπάθης έπί κεφαλής πεντακοσίων Μανιατών καί άλλων τινών σωματίων Μεσσηνίων, ως έγγιστα χίλιοι. Ό Στάϊκος μέ τους της επαρχίας Ναυπλίου καί Ερμιόνης αρχηγός, οί υποοπλαρχηγοί καί καπετανίσκοι του Αργούς, Νέζος, Δαγρές, Κακάνης, τών χωρίων καί της πόλεως ό Μεϊντής, Πάνος Παπανικόλα, ό Τζιώκρης καί άλλοι, καί συνεποσούμεθα άπαντες υπέρ τάς τρεις χιλιάδες μέ τους οποίους αυτούς, ανταμωθείς άπαξ, δις καί τρίς, έμείναμεν σύμφωνοι νά συστήσωμεν την τακτικήν πολιορκίαν του Ναυπλίου, νά περιορίσωμεν τους εχθρούς, οίτινες έξήρχοντο ακαταπαύστως καί άνυπόπτως καί έλεηλάτουν έκείνας τάς επαρχίας καί ήχμαλώτιζον δσα γυναικόπαιδα έπετύγχανον. Είχον αρκετά πολεμοεφόδια εδικά μου μεθ' έαυτού, έστειλα δέ καί εις την 'Υδραν τον Γιαννάκον Πετρόπουλον καί τον Ρήγαν Καγιάν καί ήγόρασεν δι' ιδίων μου χρημάτων εκατόν ώς έγγιστα πετζιά Ουγγαρέζικα διά τσαρούχια καί είκοσι χιλιάδες τουφεκόπετρες, τά όποία διένειμα δωρεάν είς τους μή έχοντας στρατιώτας τών διαφόρων σωμάτων.
Έστειλα επίσης φροντιστάς καί άπήλθον μέ διαταγάς μου είς τάς επαρχίας Έρμιονίδος καί Τροιζηνίας καί έσύναξαν υπέρ τάς πενήντα χιλιάδας οκάδες αλεύρι καί υπέρ τά χίλια πεντακόσια αιγοπρόβατα.
Διέταξα καί κατεσκεύασαν έξ φούρνους εις τά Ήρια καί εις άλλα χωρία, καί έβγανον τρεις περίπου χιλιάδας μερίδας καθ' ήμέραν άρτου, διά νά άποκατασταθή ή πολιορκία τακτική.
Άλλα προτού φθάσω έγώ εις τό Αργός υπήγον κατά τάς αρχάς Αυγούστου από τους εις Μύλους τοποθετηθέντας Μανιάτας έως διακόσιοι εν αγνοία του Μαυρομιχάλη και του Χρυσοσπάθη και απεφάσισαν νά κάμουν μίαν ενέδραν εις τό Κιόσκι, προς τό μέρος των Μύλων νά κτυπήσουν τούς Τούρκους, οίτινες υπήγαινον καθ' ήμέραν εκεί και συνέλεγον άστάχυα καμμένα προς τροφήν, ότε εύρίσκοντο και Μανιάται και συνεκρούοντο και δεν τούς άφηνον νά τά συλλέξουν εν ησυχία.
Οί Τούρκοι έπρόλαβαν και έκαμαν πρώτοι αυτοί την ένεδραν προτού εξημερώση και φθάσαντες οί Μανιάται περί τά έξημερώματα τούς έκτύπησαν αίφνης, τούς διεσκόρπισαν, συνέλαβον 14 ζώντας (έκ των οποίων ήταν και εις μακρινός συγγενής τών Μαυρομιχάληδων) οί δε λοιποί έτρεξαν προς τήν θάλασσαν κολυμβώντες νά διασωθώσι και αγαθή τύχη ευρέθηκαν δύο πολεμικαί κανονοφόραι εις τό έπιθαλάσσιον φρούριον, τό όποιον κατείχον τότε οί 'Ελληνες, και έτρεξαν αμέσως προς ύπεράσπισιν τών κινδυνευόντων έκτύπησαν μέ τά κανόνια τούς Τούρκους και μόλις τούς διέσωσαν και τούς άπήγαγον εις τούς Μύλους. Οί δε Τούρκοι είσήλθον μετά τών αιχμαλώτων εις τό Ναύπλιον.
Κατά δε τάς 13 Αυγούστου συνυπακουσθείς μέ τούς άνω ειρημένους οπλαρχηγούς άπεφασίσαμεν έκ συμφώνου νά κάμωμεν μίαν φρόνιμον και τακτικήν ένεδραν κατά τών Τούρκων, ώστε και τό δανεικόν νά τούς πληρώσωμεν και νά τούς έκφοβίσωμεν νά μήν τολμούν εις τό εξής νά έξέρχωνται του φρουρίου. Τό δε σχέδιον εγινεν ώς ακολούθως.
Τό δλον του στρατού μας ήτον υπέρ τάς τρείς ήμισυν χιλιάδας πραγματικάς. Οί χίλιοι νά καταλάβουν τήν Δαλαμανάραν, χίλιοι τήν Πυργέλαν και του Λάλουκα και χίλιοι τό Kocpivt, Μπολέτι και τήν Τίρυνθον και πεντακόσιοι από τό γεφύρι εως τό Κιόσκι. Ύπήρχον εις δλα τά σώματα εως διακόσιοι Ιππείς. Τούς 150 χους έδιόρισα υπό τήν διοίκησιν του άτρομήτου εκείνου ανδρός Μεϊντή, του τότε ύποοπλαρχηγού του 'Αργους, δστις ήτον ό ίκανώχερος του ιππικού, και τούς 50 τούς έκράτησα εγώ.
Τό σύνθημα ήτον δτι μετά τό μεσονύκτιον να άπέλθη έκαστον σώμα νά καχαλάβη ήν θέσιν εις χήν οποίαν έδιορίσθη και νά σταθοούν δλοι κεκρυμμένοι, χωρίς νά κινήται ή νά φαίνεται ουδείς. 'Αμα δε εξέλθουν χήν επαύριον οί Τούρκοι, νά μήν χούς κτυπήσουν μήτε εις τήν Τίρυνθον μήτε εις τό Κοφίνι, αλλά νά χούς αφήσουν νά προχωρήσουν εις τού Λάλουκα καί, ει δυνατόν, εις τήν Δαλαμανάραν. Νά τούς κχυπήσουν εκείνοι καί τότε νά καχαλάβωμεν τά οπίσθια και τά πλευρά, νά τούς βάλωμεν εις τήν μέσην νά τούς καταστρέψωμεν καί ούτως ήκολούθησε και κατελάβαμεν τήν νύκταν τάς θέσεις αύτάς. Τήν πρωΐαν έξήλθον οί Τούρκοι τρείς σχεδόν χιλιάδες πεζοί τε καί ίππείς καί ήκολούθουν χόν δρόμον προς τά μέρη, εις τά οποίον είχομεν χήν ένεδραν. Άπέρασαν από χήν Τίρυνθον, Μπολέχι καί Κοφίνι ή εμπροσθοφυλακή των καί διευθύνετο προς του Λάλουκα, καί καχόπιν ήρχεχο τό κέντρον. Έξωθεν τού χωρίου τούτου υπήρχε μία έκκλησίτσα θολογύριστη εις εν λοφίδιον καί τήν οποίαν κατείχεν είς καπετάνιος μου Αργύρης 'Αποσκίτης με 30 στρατιώτας καί 12 Μανιάτας. Πέντε όμως Τούρκοι ιππείς έχώρισαν από τον δρόμον καί άπήρχοντο νά επισκεφθούν τήν έκκλησίαν έκείνην καί πλησιάσαντες εις αυτήν έστάθηκαν καί ώμιλούσαν. Οί Μανιάται, νομίσαντες δτι τούς είδον, τούς έπυροβόλησαν, έφόνευσαν τούς δύο καί του ενός τον ίππον, οί δε δύο διασωθέντες οπισθοδρόμησαν. Έξήλθομεν λοιπόν άπαντες από τήν ένεδραν καί έτρέξαμεν κατόπιν τών Τούρκων, οίτινες έτράπησαν αμέσως εις φυγήν, τούς οποίους καταδιώκοντες καί φονεύοντες ανηλεώς έφθασαν δσοι διεσώθησαν εις τήν Γλυκιάν, δπου έσταμάτησαν, καθότι ήρχισεν ό κανονοβολισμός άπό δλα τα κανονοστάσια του Ναυπλίου και του Παλαμιδίου και τους έδωκαν άρκετήν υπεράσπιση.
Κατ' έκείνην την έποχήν είχεν ευρεθή περιστατικώς εις ένα χωρίον εκεί πλησίον δια ξενοψώμισμα και ό αδελφός τού Νικήτα Σταματελοπούλου, Νικόλας λεγόμενος, μόνος του, ό όποιος άκουσας τον πόλεμον εύρεν ενα άλογον χωρικόν, τό όποιον έκαβαλίκευσεν άνευ χαλινού άλλά με μόνον τό καπίστρι, και έτρεξεν και αυτός τό μεσημέρι προς τό μέρος της Τιρύνθου (πολλοί χωρικοί ελεγον δτι ήτον μεθυσμένος κατ' έκείνην την ώραν)• φθάσας έκεί πλησίον περιστατικώς, κατεδίωκον ένα Τούρκον ιππέα πολύ άνδρείον τρεις ιππείς Έλληνες, ό Μεϊντής Άργείος, και δύο εδικοί μου, ό Στασινός Παπαδόπουλος και ό Χρυσάντης, του όποίου (άπό τήν Πυργέλαν έως τήν Τίρυνθον) του είχον κτυπήσει υπέρ τάς τριάντα σπαθιές εις τήν κεφαλήν άλλά τό κιουλάφι (κάλυμμα της κεφαλής τουρκικόν) τον διέσωσε. Είχε δέ και ενα άτι (ίππον) πολύ άνδρείον και άντείχεν εις τάς τόσας προσβολάς.
Τον Νικόλαν τον επήρε τό άλογον εκείνο και τον ύπήγαινεν επάνω εις τον Τούρκον, χωρίς νά δυνηθή νά τό κρατήση• άμα δέ έπλησίασεν εις αυτόν, χωρίς νά τό έννοήση, ό Τούρκος έχων τό πιστόλι εις χείραν έτοιμον τον έπυροβόλησε και τον έκτύπησεν εις τό στόμα και αμέσως έπεσε νεκρός' ό δέ Τούρκος τρέχων δσον ήδύνατο μέ τον ίππον του διεσώθη.
Φθάσας δέ και εγώ τήν στιγμήν έκείνην και ιδών τον νεκρόν του, χωρίς νά τον γνωρίζω, ποίος ήτον, είπον των στρατιωτών και τον παρεμέρισαν άπό τον δρόμον και τον έσκέπασαν νά μήν τον ίδούν άλλοι, και περί τό εσπέρας έμαθον δτι είναι αυτός και διέταξα τούς χωρικούς και τον ύπήγον εις τό 'Αργός, δπου τον ένταφιάσαμεν τήν επαύριον επισήμως, άλλά δέν άξιζεν τον κόπον, καθότι μήτε εις μάχην ευρέθη ποτέ, μήτε ήτον τίποτε, μόνον νά λείψουν αι φωνασκίαι του Κολοκοτρώνη νά μην τό κάμη και αυτό επιχείρημα παραπόνων νά δικαιολογή τά άνοσιουργήματά του.
Ή μάχη αύτη διήρκεσεν δλην έκείνην τήν ήμέραν έως τό εσπέρας με άπελπισίαν αμφοτέρων τών μερών, εις τήν οποίαν έδιεκρίθη και ό Καρατάσος και ό υιός του Δημήτρης Τσιάμης και δλοι οί στρατιώται του, άμιλλώμενοι άπαντες νά μήν φανώσι κατώτεροι τών Πελοποννησίων. Έφονεύθηκαν άπό μεν τους Τούρκους υπέρ τους 18 τών οποίων δεν ήδυνήθησαν νά πάρουν τους νεκρούς, και ίσως περισσότεροι τούτων. Φονευμένοι και πληγωμένοι υπήγον εις τό Ναύπλιον, συνελάβομεν δε και ζώντας δέκα οκτώ, τους οποίους άντηλλάξαμεν μετά μίαν έβδομάδαν μέ τους 14 Μανιάτας.
Έπιστρέψαντες δε τό εσπέρας εις τό 'Αργος ευθύς ενας ανδρείος αραβικός ίππος (άτι), τον όποίον είχον δλην έκείνην τήν ήμέραν καβάλα, έκ του πολλού και μεγάλου κόπου, τον όποίον υπέφερε τρέχων ακαταπαύστως μετά τών πεντήκοντα ιππέων, τους οποίους έφερον μεθ' εαυτού, άπό τό εν άκρον της μάχης έως τό άλλο, δηλ. άπό τό Κοφίνι και Μπολέτι εως τό γεφύρι και εις τό Κιόσκι, δπου είχομεν πολιορκημένους πενήντα Τούρκους, έκ τών οποίων έσώθηκαν 18, και παρεδόθηκαν μετά τό δειλινόν, οί δέ λοιποί έφονεύθηκαν, και άπό έκεί εως τήν Τίρυνθον και Γλυκιάν, διά νά διευθύνω τήν μάχην εις δλας τάς θέσεις τακτικώς και νά δίδω συν δρομήν δπου έπαρουσιάζετο ανάγκη. Έπεσεν λέγω αυτό τό μοναδικόν άτι τοΰ Χαλεπίου και μετά μίαν ώραν απεβίωσε, διά τό οποίον έλυπήθην καιρίως, καθότι μέ έσωσε πολλάκις άπό δεινούς κινδύνους.
'Ωστε κατά τάς 28 Αυγούστου έπλησιάσαμεν εις τό Ναύπλιον και κατελάβομεν βαθμηδόν τάς θέσεις Κατσιγιάρι, Νάρειαν, Γλυκιάν και τάς λοιπάς, και άπό έκείνην τήν ήμέραν δεν ήδυνήθη νά έξέλθη πλέον της πύλης του Ναυπλίου ουδέ είς Τούρκος καί κατέστη τακτική ή πολιορκία.
Αναχώρηση Καρατάσου για Σκιάθο.
Κατά τά τέλη το Αύγουστου, βλέπων ό Καρατάσος δτι ή εις την πολιορκίαν τοΰ Ναυπλίου διαμονή του δεν ήτον αναγκαία καί στενοχωρηθείς καί αυτός καί οι στρατιώται του νά μάθουν τί έγιναν οί οίκογένειαί των, έζήτησαν νά αναχωρήσουν διά την Σκιάθον, είχον μάλιστα έλθει έκείνην την ημέραν καί τρία πλοία διά νά τους μεταβιβάσουν εκεί. Άπήλθομεν μαζί εις τους Μύλους, δπου ήτον ή Κυβέρνησις, ήτις τους έφωδίασε μ' δσα ήδύνατο αναγκαία, τους έδωκα κάγώ ευχαρίστως καί πέντε χιλιάδες γρόσια καθότι ύστερούντο εξόδων. Με έζήτησεν ό Καρατάσος καί τον προμνημονευθέντα Τούρκον Μουχαρέμην, σημαιοφόρον, ως δυνάμενον νά συντελέση είς εκείνα τά μέρη της Θεσσαλομακεδονίας. Του τον έδωκα καί αυτόν ευχαρίστως (μ' δλον όπου ήμουν υποχρεωμένος από τήν έμπιστοσύνην καί άνδρείαν του) καί αμέσως άνεχώρησε μετά των υιών του."
ΠΗΓΕΣ:
ΚΑΝΕΛΛΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ-ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2009

'Eξοδοι του Δράμαλη άπό την Κόρινθο.

Σπηλιάδης-Πλαπούτας-Ν.Δεληγιάννης.
Π.Π. Γερμανός-Βουλευτές των Πατρών.
"Εις την σελίδα 403 και 404 λέγει ό ψευδοϊστοριογράφος Σπηλιάδης ότι κατά τάς 9 Ιουλίου διερχόμενος ό Πλαπούτας από Τριπολιτσάν εις 'Αργος άπήντησεν εις τό χωρίον Σάγκα τον Παλ. Πατρών, τους βουλευτάς της Πάτρας και τον Νικολάκην Δεληγιάννην φεύγοντας από τό στρατόπεδον και θέλοντες νά τους κακοποιήσουν οί στρατιώται του αυτός τους εμπόδισε δήθεν και τούς έδωκε πενήντα στρατιώτας και τούς έσυνόδευσαν έως τήν Τριπολιτσάν κτλ. Είναι άληθινόν ότι ό Παλ. Πατρών και οί Πατραίοι βουλευταί, βλέποντες τήν Ξερξικήν έκείνην και τρομακτικήν άπόβασιν του Δράμαλη, έκοψε τό αίμα τους διά νά φύγουν από έκεί, αλλά μή έχοντες τά μέσα πόθεν καί πού νά υπάγουν, παρεκάλεσαν τούς αδελφούς Δεληγιανναίους νά τούς συνδράμουν. Θέλοντες λοιπόν νά τούς ευεργετήσουν φιλικώς, προτρεπόμενοι καί από τήν Κυβέρνησιν, τούς παρέλαβεν ό Νικολάκης Δεληγιάννης με πενήντα στρατιώτας του καί τούς έσυνόδευσε εως τήν Τριπολιτσάν. Καθ' όδόν ήπήντησαν τον Πλαπούταν καί τούς ήρώτησε περί τών διατρεχόντων, διά τήν είσβολήν τών έχθρών, καί τον είπον οσα έγνώριζον καί χωρίς νά τούς είπή ουδέν έκ τών όσων αναφέρει ό Ταρτούφος ούτος, αυτός μεν άνεχώρησεν διά τό στρατόπεδον, ό δε Ν. Δεληγιάννης ύπήγε με τούς ειρημένους εις Τριπολιτσάν, καί τήν επαύριον ύπέστρεψεν εις τούς Μύλους, χωρίς νά ύπάγη εις τήν Καρύταιναν, αλλά μήτε οί στρατιώται του Πλαπούτα ήδύναντο ή έτόλμων νά κάμουν τοιαύτην προσβολήν του Δεληγιάννη, έχων μεθ' έαυτού πενήντα στρατιώτας.
Πλαστογράφοι κατήγοροι
Εις τήν σελ. 412-413 λέγει πάλιν ό ίδιος, ότι τήν 16 Ιουλίου δτε έγινεν ή μάχη είς τούς αμπελώνας του 'Αργους και εις τό πεδίον της Παναγίας καί έφονεύθηκαν οί συγγενείς καί στρατιώται του Δημήτρη Παπατσώνη τό ήμισυ του στρατιωτικού του σώματος, είς τήν οποίαν μάχην ήτον ο μεν Κολοκοτρώνης πέντε ώρας μακράν, ό δε Πλαπούτας υπέρ τάς δύο και δέν έλαβον ουδέν μέρος εις αυτήν, καθώς τούτο τό γνωρίζει όλη ή Πελοπόννησος.
Τότε, λέγει, ότι ο Νικολάκης Δεληγιάννης έγραφε προς τον αδελφόν του τον Κανέλλον ότι «ήττήθημεν (ας έχη δόξαν ό Θεός!) άλλως, αν ένικώμεν, ό Δήμος έγίνετο Βασιλεύς! Και ότι από συνθήματος οι Δεληγιανναίοι έννοούντο αναμεταξύ των, ότι τον ύβριζον, δίδοντες τό όνομα πτωχού τίνος τω πνεύματι Δήμου καλουμένου, άλλ' έννόουν έν ταυτώ δια του αύτού ονόματος και τό δημοτικόν του τρόπου του» κτλ.

Πλαστή Επιστολή-Αναφορά Κανέλλου Δεληγιάννη
Στούς: Γενναίο Κολοκοτρώνη, Τερτσέτη, Φραντζή,
Καστόρχη και Σπηλιάδη.

Άναισχυντοτέρα παλινωδία και αυθαδεστέρα παραμόρφωσις τής αληθείας, τήν οποίαν προσπαθούν να συρράψουν αυτοί οί απονενοημένοι κόλακες αύτού του αθλίου συστήματος, φρονώ ότι δέν ημπορούσε να γίνη άλλη. Ό Νικολάκης Δεληγιάννης (ώς ό ίδιος γράφει) άνεχώρησεν από τό Γ. Στρατόπεδον εις τάς 9 Ιουλίου και ύπήγεν εις τήν Τριπολιτσάν και υπέστρεψεν ευθύς. Έγώ ήμην εις τήν Δυτικήν Ελλάδα έως τα μέσα Ιουλίου και οί αδελφοί μου μήτε έγνώριζαν, μήτε βεβαιότητα είχον, άν έγώ άνεχώρησα εκείθεν. Πώς λοιπόν έγινε αυτή ή αλληλογραφία; είναι άκατανόητον! Άλλ' όποιος άν αναγνώση αυτήν τήν λεγομένην ίστορίαν αυτών των ταρτούφων, χωρίς να γνωρίζη πολλά γράμματα, αλλά νά έχη μόνον τον κοινόν νουν, βεβαίως θά έννοήση και θά πεισθή, ότι όλαι αύται αί φαρμακεραί συκοφαντίαι και αίσχραί ψευδολογίαι είναι ανούσια ληρήματα του Ιοβόλου πάθους, γεννήματα και πλάσματα τής απεριορίστου φαντασίας του νέου 'Αναχάρσιδος τής νέας Ελλάδος, ιστοριογράφου Γενναίου ή Ιωάννου θ. Κολοκοτρώνη ευτυχώς και διά τήν τύχην τής πατρίδος Αύλάρχου και ύπασπιστού τής A.M. και στρατηγού και Γερουσιαστού τής πατρίδος και πολυσταύρου παρασήμων όλων τών Βασιλέων τής γής, ό όποίος διά νά απαθανανατίση τό όνομα τούτου πατρός του εις τήν ίστορίαν νά θαυμάζεται από τάς έπερχομένας γενεάς, νά δώση δέ και βαρύτητα εις τον εαυτόν του ότι είναι υιός μοναδικού ήρωος εις τον κόσμον, νά πείθη μέ τούτο και βασιλείς και πρέσβεις και άλλα επίσημα πρόσωπα Ευρωπαίων, οίτινες δεν γνωρίζουν την αληθή και ουσιώδη ίστορίαν της Επαναστάσεώς μας και τά προηγούμενα αυτής, εύρε δε καί τινας κόλακας και Ταρτούφους, όργανα τυφλά καί χαμερπή, καθώς τον Φραντζήν, τον Καστόρχην τον νοθεύσαντα απομνημονεύματα τινα του Π. Πατρών καί τά έτύπωσε παραμορφωμένα, ως ίστορίαν τής Ελλάδος, εναν κουτόν Τερτσέτην καί τον διαβόητον καί άπονενοημένον Σπηλιάδην καί άλλους τοιούτους, οι όποίοι υπό τάς εμπνεύσεις αύτού του Γενναίου παρασταίνουν τον πατέρα του Θ. Κολοκοτρώνην άνώτερον ώς καί του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Θεμιστοκλέους, του Ούασιγκτώνος καί αύτου του Μεγάλου Ναπολέοντος, καί κατήντησαν οί άθλιοι γελοιωδέστατοι.
Άλλά ιδού πώς έχαλκεύθη τό περί τού γράμματος εκείνου του Νικολάκη Δεληγιάννη. Οί αισχροί κόλακες, οίτινες τον περιεκύκλουν διά μόνον τά συμφέροντα τους, γνωρίζοντες την κουφόνοιαν καί δοξομανίαν του ανδρός καί βλέποντες τάς τότε περιστάσεις, γνωρίζοντες επίσης ότι εάν είχε σύμπνοιαν καί φιλίαν μέ ήμάς δεν ήθελε τον άφήσωμεν νά έξέλθη άπερισκέπτως από τήν όδόν του καθήκοντος, νά άγεται καί φέρεται άπό τάς εμπνεύσεις αυτών, βλέποντες τήν μεταξύ ημών καί αυτού δυσπιστίαν καί τάς ύπονοίας, άλλά δεν είχομεν καταντήσει εις προσωπικότητας φανερά καί διά νά τόν βεβαιώσουν ότι ήμείς τόν υποβλέπομεν καί τόν έπιβουλευόμεθα πραγματικώς, μή άνεχόμενοι τήν ύπεροχήν του καί δι' άλλους σκοπούς ιδικούς τους, τους οποίους αυτοί έγνώριζον, έμεθοδεύθηκαν διά νά κατορθώσουν νά τόν πείσουν καί έκαμαν ενα γράμμα πλαστόν, ότι τό έγραφε δήθεν ό αδελφός μου Νικολάκης προς έμέ, (ώς είρηται), μέ στοιχεία άγνωστα. Τό έδωκαν ενός χωρικού νά τό φέρη δήθεν προς ήμάς, τό συνέλαβον καθ' όδόν τάχα οί ίδιοι εις τήν Άλωνίσταιναν καί τό μετέφρασαν οί ίδιοι καί του τό έδωκαν νομίζοντες ότι ευρισκόμενος εις τήν Ύψηλήν έκείνην κατ' αυτούς περιωπήν τής νέας άρχιστρατηγίας, δτι ήδύνατο να κόψη δλον τον κόσμον. Άλλά άφού του τό ανέγνωσαν, έφώναξεν, έφρύαξεν, ήπείλησεν (απόντος τοΰ Νικολάκη) δια να έκφοβίση τους άλλους δήθεν και νά δικαιωθή εις την κοινήν γνώμην, δτι τον κατατρέχομεν ήμείς, άλλ' ουδέποτε έδωκε τό γράμμα του Νικολάκη ενώπιον του στρατού (ως ψευδώς και έμπαθώς αναφέρει ή Χαλιμά του Σπηλιάδη) και δτι έμεινε αναπολόγητος και δτι τον έδιωξεν από τό στρατόπεδον κτλ.
Είναι μωρία νά πιστεύη τις δτι οπλαρχηγός έχων οκτακόσιους πιστούς και αποκλειστικούς εδικούς του στρατιώτας και άλλας δύο ώς έγγιστα χιλιάδας φιλικόν στρατόν, καθώς του Παπατσώνη, τών Μαυρομιχάλων, του Γιατράκου καί άλλων, νά δύνανται άλλος διά νά τον διώξη από τό στρατόπεδον. Αυτά είναι γελοία εις την φύσιν τους καί είναι ανεπίδεκτα ανασκευής. Έγώ μ' δλα ταύτα προκαλώ τον στρατηγόν Γενναίον νά παρουσίαση εκείνο τό γράμμα, τό όποίον βεβαίως φυλάττει, καθώς έφύλαξεν δλην την ογκώδη άλληλογραφίαν καί τούς τεσκερέδες του πατρός του διά νά κάμη με αυτά την ίστορίαν της Ελλάδος.

Οι Επαναστατικές Δυνάμεις αναπτύσσονται και επαγρυπνούν.

Σε Νέες θέσεις Μάχης Μάχης.

τά συμβάντα ταύτα συσκεφθέντες δλοι οι οπλαρχηγοί, απεφάσισαν νά συγκεντρώσουν Γ. Στρατόπεδον εις τά άντίπεραν της Κορίνθου ορεινά μέρη, απέχοντα 4 καί 5 ώρας της Κορίνθου, διά νά προσέχουν τά κινήματα τών έχθρών μήπως έκ της υστερήσεως τών τροφών καί της απελπισίας αποφασίσουν νά υπάγουν είς Πάτρας ή νά εξέλθουν από την Πελοπόννησον διά τών Δερβενοχωρίων είς τάς Θήβας. Έδιόρισαν δέ τότε κέντρον του στρατοπέδου τό χωρίον Σούλη, τό οποίον κατέλαβον οί οπλαρχηγοί Κολοκοτρώνης, Γιατράκος, Δεληγιανναίοι καί Πέτροβας καί Τζανέτος υπέρ τάς τρεις χιλιάδες, οί Μαυρομιχάλαι Αντωνάκης, Κωνσταντίνος, Γεωργάκης με πεντακόσιους Μανιάτας, καί ό Παπατσώνης μέ τούς Τριπολιτσιώτες, Μεσσηνίους και Άγιοπετρίτας τρεις σχεδόν χιλιάδες κατέλαβον τάς Κλεωνάς και δλα τά πέριξ χωριδάκια εκείνα... Ό Βασίλης και Νικολάκης Πετιμεζαίοι μέ διακόσιους, ώς έγγιστα, όπισθεν του εν Σικυωνία στρατοπέδου, τό οποίον έδιοικούσεν ό Αναγνώστης Πετιμεζάς, ώς αρχηγός τών Κορινθίων, καθότι δεν υπήρχε τότε ουδείς άλλος Κορίνθιος οπλαρχηγός παρά μόνος αυτός... Ό Κολοκοτρώνης παρεβίασε τούς καπετανίσκους τών χωρίων τής Κορίνθου νά χωρισθούν από τον Άναγνώστην Πετιμεζάν και νά δεχθούν άρχηγόν τους τον διαβόητον έξάδελφόν του Γιαννάκην Κολοκοτρώνην ή Τασκούλιαν λεγόμενον. Του έπρόσθεσε δέ και βοηθούς διά τήν πολλήν εις τά πολεμικά έμπειρίαν και ικανότητα, τον άξιον γόνον του τον υίόν του, τον Άποστόλην Κολοκοτρώνην, κατ' έκείνην δέ τήν στιγμήν είχε φθάσει και ό είς τήν Καρύταιναν διατριβών υιός του Γενναίος μέ πεντήκοντα στρατιώτας (άφού διασκεδάσθη ή υποψία τών κινδύνων) τον προσεκόλησε καί αυτόν ώς σύμβουλον και βοηθόν εις αυτό τό σώμα καί κατέλαβον τό χωρίον Κιάκριζαν άνωθεν τής Σικυώνος (Βασιλικών) μέ έπέκεινα τών χιλίων πεντακοσίων, όπου πλησίον εκεί έστρατοπέδευσε καί ό Αναγνώστης Πετιμεζάς, ανεξάρτητος αυτών.


Με Δύναμη τριών χιλάδων ο Δράμαλης
σε πορεία προς Σικυώνα και Κιάτο

Κατά τάς αρχάς Αύγούστου έξήλθον από τήν Κόρινθον τρείς, ώς έγγιστα, χιλιάδες Τούρκοι προς τό μέρος τής Σικυώνος έως του Κιάτου διά νά λαφυραγωγήσουν, νά συνάξουν καί τρόφιμα άν εύρουν περί πλέον δέ νά δοκιμάσουν άν είναι έως έκεί εξαπλωμένα ελληνικά στρατεύματα καί άν ήτο εύκολος ή διάβασίς τους διά τάς Πάτρας. Έδωκαν αμέσως τήν είδησιν οί σκοπιαί καί αμέσως έτρεξεν ό Γιατράκος, ό Πλαπούτας, μέ έπέκεινα τών χιλίων πεντακοσίων και ένωθέντες μετά τού Αναγνώστη Πετιμεζά καί του σώματος τών Κορινθίων συνεπλάκησαν μέ τούς Τούρκους. Άλλ' οί Τούρκοι άποδειλιασμένοι δντες άπ' δσα έπαθαν ύπεχώρησαν μετά τινα μικρόν άκροβολισμόν, χωρίς νά πάθωσι πολύ, καί ύπέστρεψαν εις τήν Κόρινθον.

Νέα έξοδος του Δράμαλη. Ηγείται 5000 χιλ. πεζών και χιλίων Ιππέων.
Ηρωϊκή αντίσταση του τμήματος Αναγνώστη Πετιμεζά.

Άλλά μετά τεσσάρας ημέρας έξήλθον πάλιν εξ περίπου χιλιάδες, έξ ών οί χίλιοι ιππείς, και διευθύνοντο προς τό αυτό μέρος. Έτρεξαν αμέσως οί ανωτέρω οπλαρχηγοί καί οί Πετιμεζαίοι καί ό Τασκούλιας με τον Γενναίον καί άλλοι τρεις ώς εγγιστα χιλιάδες, ή μάχη κατήντησε γενική καί έπεκρατούσε. Άλλ' οί "Ελληνες έχοντες δυνατά όχυρώματα εις τήν ύπώρειαν έκείνην έπολέμουν άμυντικώς καί άντέστησαν γενναίως εις τάς προσβολάς τού εχθρού καί μετά τρίωρον μάχην έπροσποιήθησαν οί εχθροί, δτι υποχωρούν, κάμνοντες αυτό τό στρατήγημα διά νά ανταμώσουν τούς Έλληνες εις τό πεδίον καί νά τούς καταστρέψουν. Ό Αναγνώστης Πετιμεζάς, κατέχων τήν έμπροσθινήν θέσιν μετά του υιού του Σωτηράκη καί βλέπων τούς εχθρούς αποσυρόμενους, εξήλθε των όχυρωμάτων του, με τον Παπακαλομοίρην καί άλλους Μιστριώτας καί εδικούς του εως τριακόσιους, κατέβη εις τό πεδίον καί κατεδίωκον τούς εχθρούς μέ τήν πεποίθησιν, δτι θά τούς ακολουθήσουν δλοι οί άλλοι κατόπιν. Άλλ' οί εχθροί έκαμαν στρατήγημα καί είχον τό περισσότερον ιππικό κεκρυμμένον όπισθεν των σταφίδων καί ένέδρευον χωρίς νά τό ιδούν οί Έλληνες. Φθάσαντες δέ έως εκεί πολεμούντες καί προσποιούμενοι δτι υποχωρούν έπαρουσιάσθη αίφνης ή ενέδρα καί ένωθείσα μέ τούς καταδιωκομένους ώρμησαν κατά των Ελλήνων, οίτινες έτράπησαν διά τό αίφνίδιον καί άπροσδόκητον εις φυγήν. Άλλ' εως 150 έξ αυτών μετά του ατρόμητου εκείνου αρχηγού Αναγνώστη Πετιμεζά, καί τού γενναίου Παπακαλομοίρη από του Μιστρά καί του Γιαννετάκη, απεφάσισαν έκ προθέσεως νά οχυρωθούν εις ενα χάνδακα, νά πολεμήσουν, νά θυσιασθώσιν αυτοί, διά νά σώσουν τούς άλλους. Έπολέμησαν λοιπόν υπέρ τάς τρεις ώρας άκαταπαύστως μέ χιλίους ιππείς και τρεις χιλιάδας πεζούς, άλλ' επί τέλους έπεσαν ένδόξως μαχόμενοι άπαντες υπέρ της πίστεως και της πατρίδος μέχρι ενός. Τον δέ Π. Γιαννετάκην μόνον συνέλαβον πληγωμένον ζώντα, τον οποίον γνωρίσας ό Δράμαλης δτι ήτον τραπεζίτης (σαράφης) εις την Κωνσταντινούπολη διέταξε και τον έπαλούκωσαν είς την Κόρινθον.
Δια αυτήν την τρίωρον μάχην του Αναγνώστη Πετιμεζά έρρέθησαν πολλά τότε και πολλοί τα έπίστευσαν, οτι ήδύναντο νά τους δώσουν οι άλλοι οπλαρχηγοί βοήθειαν και νά τους σώσουν, άλλ' οί Κολοκοτρωναίοι και οι συγγενείς του Πετιμεζαίοι, έχοντες μίσος κατ' αύτού και υπόνοιας οί πρώτοι νά μή τους έμποδίση την άρχηγίαν των Κορινθιακών στρατευμάτων, τήν οποίαν επήραν τότε ως κληρονομίαν, και οί δεύτεροι υποπτευόμενοι και αυτοί νά μή τους πάρη τήν άρχηγίαν των Καλαβρύτων, καθότι έχαιρεν πολλήν και μεγάλην ύπόληψιν και άπό τους προύχοντας τών επαρχιών αυτών και άπό τους κατοίκους δια τήν φρόνησιν, άνδρείαν και τά λοιπά πλεονεκτήματα του, και έκ τοιούτων αγρίων παθών και καταχθόνιων σκοπών ορμώμενοι αδιαφόρησαν επίτηδες και κατεστράφη αυτός και ό υιός του Σωτηράκης, ώστε ή πατρίς έχασε πρόωρα δύο έκ τών άξιωτέρων οπλαρχηγών.
Άπό τους εχθρούς έφονεύθηκαν είς αύτάς τάς μάχας υπέρ τους 150, άλλ' άλλοι τόσοι και περισσότεροι έφονεύθηκαν και άπό τους εδικούς μας.
Μετ' ολίγας δέ ημέρας έξήλθον πάλιν οί Τούρκοι εις τό μέρος του Αγίου Βασιλείου και Κλεωνών, δπου έστρατοπέδευον οί Μαυρομιχάλαι μετά του Παπατσώνη και λοιπών, ως άνω είρηται, και έπέπεσον κατ' αυτών δντων απρόσεκτων. Μ' δλα ταύτα προσεκαρτέρησαν ανδρείως και πολεμήσαντες άμυντικώς τρεις περίπου ώρας και μή δυνηθέντες οί εχθροί νά τους διαλύσωσιν, ήναγκάσθηκαν νά υποχωρήσουν μέ βλάβην τους μάλλον, καθότι τυχόντες οχυρωμένοι καλώς, καί έμπροσθεν των άλλων όχυρωμάτων υπήρχε τό του Κωνσταντίνου και Γεωργάκη Μαυρομιχάλων μετά 200 Μανιατών, οίτινες έπολέμησαν γενναίως καί μ' δσας προσβολάς άπεπειράθησαν οί εχθροί δεν ήδυνήθησαν νά τούς κλονίσουν
.
Καί τελευταία έξήλθον άπαντες των όχυρωμάτων καί τους προσέβαλον έπθετικώς, ώστε ύποχωρήσαντες ατάκτως ύπέστρεψαν είς Κόρινθον.
Εφονεύθηκαν από μέν τούς Έλληνας δώδεκα καί τινες έπληγώθηκαν, από δε τους Τούρκους υπέρ τούς εκατόν σαράντα, έκτός τών πληγωθέντων, καί ούτως δεν έτελεσφόρησε καί αυτή ή επιδρομή των καί ήρχισαν νά ματαιούνται αι προσδοκίαι των."

ΠΗΓΕΣ:
ΚΑΝΕΛΛΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ-ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ

Τρίτη 21 Ιουλίου 2009

ΔΕΡΒΕΝΑΚΙΑ: 'Οταν η Ιστορία στέλνει τον Πατέρα της Mύθο και τον Αδελφό της Θρύλο για 'Υπνο.

Ο Δράμαλης συμπτύσσεται προς Κόρινθον διά της οδού Μυκηνών και Δερβενακίων. Τα Στενά των Δερβενακίων Κατέχει Δύναμη Επτακοσίων και πλέον Επίλεκτων και Ανδρείων Στρατιωτών με τους Αρχηγούς τους, σταλείσα με Διαταγή της Επαναστατικής Κυβέρνησης.
"Τήν 26 Ιουλίου περί την άνατολήν του ηλίου έκινήθησαν οί Τούρκοι από τό 'Αργος πανστρατιά, διευθυνόμενοι δια τήν Κόρινθον, διά τής όδού των Μυκηνών (Χαραβάτι) και Δερβενακίων άλλά προ ημερών τίνων τά είχαν καταλάβει ό Αντώνιος και Μάρκος Κολοκοτρώνηδες και οί Δημητρακαίοι, Σταύρος και Γεώργης άπό τήν Άλωνίσταιναν, ό Σπύρος Σπηλιωτόπουλος έκ Δημητσάνης, ό Κορέλας, Παπαδημήτρης, ό Δράκος και άλλοι Καρυτινοί αυθορμήτως μέ έπέκεινα τών επτακοσίων επίλεκτων και ανδρείων στρατιωτών, διά νά εμποδίσουν τάς τροφάς του Δράμαλη (αν τυχόν τους σταλώσιν άπό τάς Θήβας εις Κόρινθον και εκείθεν εις τό 'Αργος).
Ό Αντώνης δμως και ό Μάρκος, καίτοι Κολοκοτρώναι τήν καταγωγήν, δεν ανήκον [δμως] ποτέ εις αυτήν τήν μερίδα, μάλλον δέ έφθονούντο παρ' αυτών και ενίοτε κατετρέχοντο. Αυτοί ήτον πάντοτε φίλοι τής οικογενείας μας και ιδίως είχον κλίσιν προς αυτήν ένεκα ευγνωμοσύνης καθότι τούς έσώσαμεν τήν ζωήν κατά τούς 1806, δτε κατεστράφησαν δλοι οί λησταί τής Πελοποννήσου, και αυτούς τούς είχομεν κρύψει εις έν ύπόγειον τών οικιών μας υπέρ τούς εξ μήνας, και έστάθηκαν πιστοί προς ημάς και ευγνωμονούσαν μέχρι τής στιγμής τής άποβιώσεώς τους.
Μάχη Δερβενακίων. Θρίαμβος των μαχητών
του Επαναστατημένου 'Εθνους. Οκτώ χιλ.
εχθροί διασώθηκαν προς την Κουρτέσαν.
Ευρισκομένων λοιπόν τών ανωτέρω εκεί και ούδεμίαν ειδοποίηση λαβόντων διά τήν εις τήν Κόρινθον έπιστροφήν του Δράμαλη, και ανέτοιμων δντων, αίφνης τούς είδοποιούν αί σκοπιαί των, ότι πλήθος Τούρκων έφθασαν εις τάς Μυκήνας, είς τον τάφον του Αγαμέμνονος, και διευθύνονται εκεί. Έτρεξαν εκείνοι ευθύς και κατέλαβον τάς όχυρωτέρας θέσεις και συγχρόνως έφθασε και ή εμπροσθοφυλακή τού εχθρού, και ώρμησεν αμέσως δια να άπεράση τά στενωπά εκείνα μέρη, άλλα τούς έκτύπησαν κατά μέτωπον άτρομήτως, ώστε μ' δσας προσβολάς άπεπειράθησαν νά κάμουν δεν ήδυνήθησαν νά κλονίσουν την καρτερίαν τους διά νά προχωρήσουν εν βήμα. Έφθασε και τό μεγάλον κέντρον, υπέρ τάς είκοσι πέντε χιλιάδας πεζοί τε και ιππείς και ώρμησαν άγεληδόν διά νά περάσουν νά σωθούν άπό τον κίνδυνον, παραιτήσαντες και ζώα και πλούτη και πάν δ,τι έφερον μεθ' εαυτών, νά σώσουν μόνον την ζωήν τους, ώστε μόλις έξέσπασαν είς έν μέρος και άπέρασαν είς τον 'Αγιον Σώστην οκτώ ώς έγγιστα χιλιάδες και έφθασαν είς τόπον όμαλόν και διεσώθησαν εις την Κουρτέσαν. Οί δέ λοιποί βλέποντες την σωρείαν τών πτωμάτων και την έγκατάλειψιν τών ζώων καί πραγμάτων τους άπεδειλίασαν είς τοιούτον βαθμόν, ώστε οπισθοδρόμησαν ατάκτως, τρέχοντες ποίος ν' άπεράση τον άλλον νά διασωθή, χωρίς νά ρίψη πλέον ουδείς μήτε έν τουφέκι άπό την φρίκην τους. Έφονεύθηκαν υπέρ τάς δύο χιλιάδας καί πεντακόσιοι, τώ οποίων τά πτώματα έμειναν είς τό Δερβενάκι. Πόσοι δέ έπληγώθησαν, ουδείς οίδε, οί δέ νικηταί ήρπασαν τόσα πλούσια λάφυρα, ώστε έχόρτασαν καί αυτοί καί πολλοί χωρικοί, οιτινες ύπήγον μετά την μάχην έπειτα μίαν έβδομάδαν, καί εύρισκον διάφορα πράγματα. Επήραν υπέρ τάς πέντε χιλιάδας άλογα καί μουλάρια, εκατόν περίπου καμήλους, άπειρα πολεμοεφόδια καί άποσκευάς όλα τά πέριξ εκείνα χωρία, ώστε δέν είχον τί νά τά κάμουν.
Ό δέ Κολοκοτρώνης, άμα ειδοποιηθείς ότι ό εχθρικός στρατός διευθύνεται προς τό Δερβενάκι συμπαραλαβών μεθ' έαυτού τους ονομαζόμενους σωματοφύλακάς του (τους οποίους ώνόμαζον οί στρατιώται βλαχοκούταβα καθότι δεν ευρίσκοντο ποτέ εις καμμίαν μάχην άλλ' ήτον μόνον διά πιλάφι) έως διακόσιους πεζούς τε και ιππείς άνέβη εις τό άνατολικόν όρος τού Άγιωργιού, άπέχον μίαν και ήμίσειαν ώραν των Δερβενακίων, ώς ό προφήτης Ηλίας, καθώς έπρομάντευσεν ό γέρων Μαυρομιχάλης, και έθεώρει μέ τό κανοκιάλι, την τρομεράν και φρικαλέαν έκείνην μάχην χωρίς να δυνηθή νά δώση εις τους ατρομήτους εκείνους μαχητάς ουδέ την παραμικράν συνδρομήν, άλλά την έπιούσαν υπήγεν έκεί και τούς ήρπασε κάμποσα λάφυρα.
Δύναμη τριών χιλ. ανδρών υπό την αιγίδα
των αδελφών Δεληγιάννη, Τζαννέτου και
Πλαπούτα προστρέχει σε βοήθεια.
Μετά τό εσπέρας έμαθαν οί αδελφοί μου Δημητράκης και Νικολάκης Δεληγιάνναι, ό Πλαπούτας, ό Τζαννέτος και δσα άλλα σωμάτια εύρίσκοντο εις την 'Ακοβα και Σκινοχώρι αυτό τό περιστατικόν και έτρεξαν αμέσως πανστρατιά και έφθασαν περί τό μεσονύκτιον εις τα Δερβενάκια υπέρ τάς τρεις χιλιάδες, αλλά δεν έπρόφθασαν νά λάβουν μέρος και αυτοί καθότι οί Τούρκοι διευθύνθησαν προς τό μέρος του Αγίου Σώστη και διεσώθησαν τό εσπέρας εκείνο εις τό πεδίον της Κουρτέσας και δτε αυτοί ήτον τέσσαρας ώρας μακράν.
Κατά Διαταγή της Κυβερνήσεως οι Παπαφλέσιας,
Υψηλάντης , (Κριεζής, Νικήτας, Νικηταράς,
Χατζιχρίστος) οδεύουν προς κατάληψη των
Δερβενίων της Κορίνθου.
Προτού διαδοθή ή φήμη ότι οί εχθροί έσκόπευαν νά επιστρέψουν εις τήν Κόρινθον, είχε διατάξει ή Κυβέρνησις τον Παπαφλέσιαν και τον Ύψηλάντην, νά παραλάβουν τον Δημήτρην Κριεζήν, Υδραίον, τον Νικήταν Φλέσιαν, τον Νικήταν Σταματελόπουλον, τον Χατζηχρίστον μέ ολίγους Βουλγάρους και άπ' όλα τά σωμάτια όσους έμπορέσουν νά απέλθουν εις τά Δερβένια της Κορίνθου νά συμπεριλάβουν και δσους Κορινθίους έμπορέσουν διά νά προκαταλάβουν τάς εκεί θέσεις νά εμποδίσουν τάς τροφάς αί όποίαι ήρχοντο εις τον Δράμαλην, από τό Ζητούνι, Λεβαδείαν και Θήβας άνεμποδίστως, ή και άλλα επικουρικά στρατεύματα αν ήρχοντο, τά όποία περιέμενε, καθότι ουδείς εκ των της Ανατολικής Ελλάδος καπεταναραίων έφρόντισαν ή ηθέλησαν νά εμποδίσουν ποτέ ουδέ πεντακόσιους Τούρκους, εάν ήρχοντο εις την Πελοπόννησον. Ό Όδυσσεύς και ό Δυοβουνιώτης μάλιστα (καθώς διεφημίζετο) τους ήνοιγον και δρόμον νά εισέλθουν διά νά άπαλλάττωνται εκείνοι, διότι είχον καπάκι, καθώς και δλοι οί οπλαρχηγοί της Στερεάς Ελλάδος και συνθήκας νά μην πειράζωνται αί έπαρχίαι, τάς οποίας είχον τά αρματολίκια τους, και τά χάσουν.
Η υπό τον Παπαφλέσια και Υψηλάντη Δύναμη
ενημερωθείσα για τη Μάχη Σπεύδει δρομαίως
στο Χώρο των Δερβενακίων.
Οι είρημένοι συσσωματωθέντες δλοι υπέρ τούς χιλίους πεντακόσιους, άνεχώρησαν και ευρέθηκαν είς έκείνην την έποχήν είς τά χωρία Μπιρπάτι και Άγιονόρι, διά νά ακολουθήσουν την πορεία τους καί, ενώ ήτον έτοιμοι ν' αναχωρήσουν από έκεί, την αυτήν στιγμήν έφθασεν εις χωρικός ποιμήν αυθορμήτως προς αυτούς καί τους αναγγέλλει, δτι οί εχθροί άναχωρήσαντες από τό Άργος διά τήν Κόρινθον τούς έκτύπησαν οί Έλληνες είς τά Δερβενάκια καί δέν τους άφησαν ν' άπεράσουν, άλλ' έγύρισαν προς τό μέρος του Αγίου Σώστη καί έγέμωσαν δλα τά βουνά εκείνα από αυτούς καί ήρχισαν νά περνούν, άλλ' ό πόλεμος (τούς είπεν) επικρατεί ακόμη είς τά Δερβενάκια. Τότε αυθορμήτως έτρεξαν άπαντες, δσον ήδύναντο, διά νά προφθάσουν νά προκαταλάβουν τά στενά εκείνα νά τούς καταστρέψουν. 'Ωστε αν έπρόφθαναν προ δύο ώρας δέν ήθελε σωθή ουδέ είς εκ των έχθρών. Άλλ' δταν έφθασαν ό Νικήτας Φλέσιας, ό Νικηταράς, ό Χατζηχρίστος καί Κριεζής μ' δλον τον στρατόν, δσοι ήτον ταχύποδες, είχον άπεράσει, ως προείρηται, έως οκτώ χιλιάδες Τούρκοι καί έσώθηκαν είς τό πεδίον της Κουρτέσας• έπρόφθασαν μ' δλα ταύτα τήν όπισθοφυλακήν, μέ τήν οποίαν ήτον καί πολλά πλούτη του Δράμαλη, έπιπλα, φορέματα, ασημικά καί λοιπά. Τούς έκτύπησαν αμέσως τούς εχθρούς, κατέλαβον τά στενά εκείνα και τούς εμπόδισαν την δίοδον. Οί εχθροί μ' δλα ταύτα τους έρίφθηκαν επάνω τους μέ άπελπισίαν, ώς ώρυόμενοι λέοντες δια νά τούς διαλύσουν νά άπεράσουν, άλλ' έστάθη αδύνατον τούτο, ώστε ήλθον καί εις χείρας και έφαγώθηκαν μέ τούς οδόντας, ότε έφθασε καί ό Υψηλάντης μέ τον λοιπόν στρατόν καί συγχρόνως τούς έκτύπησαν άπ' δλα τα μέρη καί τούς κατήντησεν εις άταξίαν καί διεσκορπίσθησαν εις τούς φάραγγας, εις τούς κρημνούς καί βράχους, καί κατήντησαν εις άταξίαν καί διεσκορπίσθησαν είς τούς φάραγγας, εις τούς κρημνούς καί βράχους, καί κατήντησαν οί Έλληνες έπειτα νά τούς φονεύουν μέ τάς πέτρας καί μέ τά ξύλα, καθότι άπηύδυσαν καί δέν ήδύναντο πλέον μήτε τουφέκι νά γεμώσουν ούτε ξίφος νά σύρουν.
Μονομαχία Νικήτα Φλέσια και
Χιλίαρχου Χαϊταλή. (Λάφυρα).
Ό ατρόμητος εκείνος Νικήτας Φλέσιας έμονομάχησε μέ ενα πελώριον Μπίμπασην (χιλίαρχον) Χαϊταλήν μέ τά ξίφη καί έπειτα μέ τάς χείρας καί μόλις τον κατεδάμασε καί τον έφόνευσε.
Βλέπων λοιπόν ό Δράμαλης αυτόν τον προφανή όλεθρον και καταστροφήν οπισθοδρόμησε μέ οκτώ περίπου χιλιάδας έκλεκτόν στρατόν καί κατεσκήνωσε τήν έσπέραν έκείνην είς τήν Γλυκιάν, αντίκρυ του Ναυπλίου, καί άπαντες ένόμισαν δτι ήθελεν εισέλθει εις τό φρούριον νά περιμείνη τον στόλον του Σουλτάνου, τον όποίον περιέμενε, καθώς τον ύπεσχέθηκαν. Οί δέ έν Άγιοσώστη Έλληνες έκαμαν τόσα πλούσια λάφυρα άπό διάφορα είδη καί άπό ζώα, ώστε ό έλαχιστότερος έξ αυτών άπήλαυσεν υπέρ τών τριών χιλιάδων γροσίων καί οί αρχηγοί των άπειρα.
Ώπλίσθηκαν δέ άπαντες μέ αργυρά καί χρυσά δπλα καί μέ κομψά τουρκικά ενδύματα, μέ εκλεκτούς ίππους καί τά τοιαύτα.
Μετακίνηση και Εγκατάσταση τών
Μαχομένων Δυνάμεων σε Νέες Θέσεις.
Έφονεύθηκαν δέ καί είς έκείνην τήν μάχην υπέρ τάς δύο χιλιάδας Τούρκοι καί άλλοι τόσοι ίσως έπληγώθηκαν αλλά φθάσαντες εις την Κόρινθον, ώς έκ της κακοπαθείας και του τρόμου, μή έχοντες δέ και τα προς θεραπείαν και άνάπαυσιν μέσα, άπέθαναν υπέρ τάς τρεις χιλιάδας πληγωμένοι καί άλλοι εντός τριών εβδομάδων. Οί οπλαρχηγοί νομίζοντες (ώς είρηται) ότι ό Δράμαλης ήθελε μείνει εις τό Ναύπλιον, άπήλθεν έκαστος είς τά πλησιάζοντα χωρία να εύρουν τροφήν, συμφωνήσαντες, δτι ό μεν Γιατράκος με τους Άργείους νά καταλάβουν τάς Μυκήνας (Χαρβάτι), οί Δεληγιαναίοι μέ τον Πλαπούταν καί άλλους την Κλεισούραν, ό Παπαφλέσας, Υψηλάντης, Νικήτας, Χατζηχρίστος καί άλλοι το Μπιρμπάτι καί ό Αντώνης Κολοκοτρώνης μέ τούς Δημητρακαίους καί λοιπούς νά μένουν είς τό Δερβενάκι, νά στέκωνται άπαντες προσεκτικοί νά είδοποιή έκαστος τούς άλλους μέ καπνούς καί σκοπιάς διά συνθήματος, δτι, άπό όποιον μέρος δοκιμάση ό Δράμαλης νά περάση, νά δράμωσιν όλοι προς τό μέρος εκείνο νά κτυπήσουν τούς Τούρκους.
Οι Δημήτρης Κριεζής, Νικηταράς ,Χατζηχρίστος
και οκτακόσιοι μαχητές βλέπουν το Δράμαλη
πορευόμενο προς την Κόρινθο.
Την 28 λοιπόν τήν πρωίαν έξεκίνησεν ό Δράμαλης άπό την Γλυκιάν διευθυνόμενος συσσωματωμένος είς το Μπιρμπάτι μέ πολλήν προσοχήν καί φθάσας εκεί και μή εύρων ούδεμίαν άντίστασιν, διήλθεν άκωλύτως, καθότι ό Υψηλάντης καί οί Φλεσαίοι ήτον είς έν άλλο χωρίον καί δεν έπρόφθασαν νά ευρεθούν εγκαίρως εκεί. Ευρεθέντες όμως ό Δημήτρης Κριεζής, ό Νικηταράς καί ό Χατζηχρίστος μέ οκτακόσιους ώς εγγιστα δεν έκριναν κατάλληλον νά τον κτυπήσουν κατά μέτωπον, μάλλον δέ έπικίνδυνον διά τό άνισον της δυνάμεως• άλλ' άφού άπέρασε τά στενωπά εκείνα μέρη της Στεφανίου καί 'Αγιονορίου έτουφέκισαν τήν όπισθοφυλακήν καί έφόνευσαν υπέρ τούς εκατόν, πλήν χωρίς τό ανήκον αποτέλεσμα, καί ούτως άπήλθεν άβλαβής είς τήν Κόρινθο καί ήνώθη μέ τον λοιπόν στρατόν του. Καί μήτε τά λοιπά στρατιωτικά σώματα άλλ' ούδ' αυτός ό έπαινούμενος στρατάρχης Κολοκοτρώνης έγνώριζον την ήμέραν έκείνην την διάβασιν του Δράμαλη."
ΠΗΓΕΣ:
ΚΑΝΕΛΛΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ-ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2009

Στο 'Αργος ο Δράμαλης ενταφιάζει τα σχέδια της Καταστολής της Εθνεγερσίας.

Δράμαλης-'Αργος-Φρούριον Λάρισας-Πάνος.
Κολοκοτρώνης(Νεμέα)-Αποστολή Πλαπούτα.
Πολύωρη Μάχη-'Εξοδος Πάνου καί Ασφαλής
Μεταφορά στον πατέρα του (Νεμέα).
""Φθάσαν λοιπόν ό Δράμαλης εις τό 'Αργος κατέλαβε την πόλιν έκείνην και δλον τό πεδίον τον διεβεβαίωσαν δε δτι εις τό φρούριον εκείνο του 'Αργους είχον συνάξει οί Πελοποννήσιοι δλα των τα πλούτη και απείρους τροφάς να τα ασφαλίσουν, καί αμέσως διέταξε και τό έπολιόρκησαν. Τούτο μαθών ό Κολοκοτρώνης εις την Νεμέαν έστειλε τον Πλαπούταν καί άλλους οικείους του να προσπαθήσουν να έβγάλουν τον Πάνον από έν μέρος, τό όποίον δεν είχον προκαταλάβει οι εχθροί. Είδοποιηθέντες τούτο οί αδελφοί Δημητράκης καί Νικολάκης Δεληγιάνναι από τον Πλαπούταν καί ό Παπατσώνης δια να μην νομίση ό Κολοκοτρώνης δτι τον έχθρεύονται, έτρεξαν αυθορμήτως καί καταλαβόντες τό στενωπόν έκείνο μέρος περί τό μεσονύκτιον, έκτύπησαν αίφνης τους Τούρκους καί τούς έτρεψαν εις φυγήν καί άνοίξαντες μικράν πορείαν έβγήκεν ό Υψηλάντης καί ό Πάνος Κολοκοτρώνης μέ τούς ήμισυ καί έπέκεινα στρατιώτας, οί δε Μαυρομιχάλαι έμειναν μέ διακόσιους σχεδόν άνευ τροφής, νερού καί πολεμοεφοδίων εγκαταλελειμμένοι εις τήν τύχην. Τούτο βλέποντες οί Μαυρομιχάλαι, Πετρόμπεης καί λοιποί, καί δυσανασχετήσαντες δια τήν τοσαύτην άπανθρωπίαν απεφάσισαν να ελευθερώσουν καί αυτούς τούς στενώς πολιορκημένους καί άνευ τής συμπράξεως του Κολοκοτρώνη καί Πλαπούτα' καί αμέσως έδιόρισαν αυθορμήτως τον Αντωνάκην Μαυρομιχάλην με τό έδικόν τους σώμα, τον ήκολούθησαν δέ καί οί Μιστριώται του Κρεββατά, ό Παπατσώνης μέ δλους τούς Μεσσηνίους, οί αδελφοί μου Δημητράκης καί Νικολάκης μέ τούς εδικούς των σέ μέρος Τριπολιτσιωτών καί οί Αρκαδινοί Παπατσώρης καί Αναστασόπουλος καί ό Τζανέτος Χριστόπουλος, δλοι έπέκεινα των πέντε χιλιάδων καί έκινήθηκαν προ το μεσονυκτίου καί πολεμούντες ακαταπαύστως τούς Τούρκους (οίτινες κατείχον τούς τάφους κύκλω του φρουρίου) περίπου πέντε ώρας, κατώρθωσαν δια πολλών κινδύνων προτού φωτίση και ήνοιξαν εν μέρος κρημνώδες από τό όποίον εξελθόντες οί πολιορκημένοι, μόλις διεσώθησαν και ηνωμένοι άπήλθον εις τό Γενικόν στρατόπεδον εις τον Κεφαλάρην. Έφονεύθηκαν έξ δλων τών σωμάτων 18 και 26 έπληγώθηκαν, από τούς εχθρούς υπέρ τούς 200 φονευμένοι και πληγωμένοι.
Θέσεις Μάχης:
Κολοκοτρώνης (Νεμέα)
Πλαπούτας (Σκινοχώρι)
Ό δε Κολοκοτρώνης, (ως άνω είρηται), έφύλαττεν από τον Άγιώργην τέσσαρας ώρας μακράν του στρατοπέδου τά κινήματα του εχθρού (ώς έλεγε). Ο Πλαπούτας κατείχε τό Σκινοχώρι με τούς ήμισυ στρατιώτας τής Καρύταινας και ό Τζαννέτος Ιδίως τούς του Φαναριού επτακόσιους, ώς έγγιστα, οί δε αδελφοί μου Δεληγιάνναι με έν μέρος Τριπολιτσιωτών κατείχον τό χωρίον 'Ακοβα με έπέκεινα τών χιλίων διακοσίων, απέχοντα αμφότερα του 'Αργους μίαν ώραν, ώς έγγιστα. Και εξερχομένων ακαταπαύστως τουρκικών μεγάλων αποσπασμάτων νά αποσπάσουν τροφάς και προς λαφυραγωγίαν, εποίουν καθημέραν αψιμαχίας και άκροβολισμούς τινας με αυτά.
Ο Πάνος Κολοκοτρώνης Πολιτάρχης στην Τρίπολη.
Κατόπιν Διαταγής του Θ. Κολοκοτρώνη.
Ο Γενναίος Διέτριβε στήν Καρύταινα.
Άφού ώς είρηται, έβγήκεν ό Πάνος από τό φρούριον, την έπιούσαν τον έστειλεν ό πατέρας του Κολοκοτρώνης εις τήν Τριπολιτσάν με τριάκοντα στρατιώτας τούς οποίους είχε, διατάξας τήν Γερουσίαν νά τον διορίση Πολιτάρχην ώς έκτελεστικήν δύναμιν λόγω δήθεν υπηρεσίας και τον έδιόρισεν. Ό δε Γενναίος διέτριβεν εις Καρύταιναν, λόγω δήθεν στρατολογίας, διασκεδάζων με τά μουλάρια του και συνάζων άγέλας αίγιδοπροβάτων, πράγματι δέ διά νά είναι μακράν τών κινδύνων προφυλαγμένοι, διά νά μη χυθή αίμα χάσικον, νά έχουν δέ και τούς οφθαλμούς προσηλωμένους προς τήν Ζάκυνθον πάλιν, διά πολλούς λόγους ανωτέρους, και ουδείς έκ τών δύο ευρέθη εις τήν καταστροφήν έκείνην του Δράμαλη.
Ο Δράμαλης αλώνει τη Λάρισα-Γενική Επίθεση.
Οι Αρχηγοί του Γ. Στρατοπέδου προσκαλούν
τον Πλαπούτα και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.
(Από Σκινοχώρι και Νεμέα).
Οί εχθροί, άφού άπέτυχον από τάς προσδοκίας της αλώσεως του φρουρίου Λαρίσης, εις τό όποίον είσελθόντες την επαύριον δεν εύρον όχι τα πλούτη και τάς τροφάς, τά όποία έφαντάζοντο, άλλ' ουδέ μίαν όκάν αλεύρου, παρά μόνον ένα βαρέως πληγωμένον, έρριψαν την προσοχήν τους εις τό Γ. Στρατόπεδον το Κεφαλάρη και έσκέπτοντο μέ ποίον τρόπον θά δυνηθώσι νά τό διαλύσουν και απεφάσισαν νά συγκροτήσουν μετ' αύτού μίαν γενικήν μάχην νά δοκιμάσουν τάς κολοσσαίας δυνάμεις των, και ήρχισαν νά έξέρχωνται του 'Αργους και νά όχυρώνωνται εις διάφορα μέρη αντίκρυ του στρατοπέδου. Οί έκεί αρχηγοί ειδοποίησαν τούτο αμέσως και επανειλημμένως τον Κολοκοτρώνην και τον Πλαπούταν, τους αδελφούς Δεληγιανναίους, τον Τζαννέτον και όσα σωμάτια εύρίσκοντο εις άλλας θέσεις νά προφθάσουν άπαντες εκεί προς άντιπαράταξιν του καταπληκτικού εκείνου εχθρού. Και οί μεν αδελφοί Δεληγιάνναι, ό Τσαννέτος Χριστόπουλος και άλλοι άνεχώρησαν άφ' εσπέρας και έφθασαν μετά τό μεσονύκτιον εις τό στρατόπεδον και κατέλαβον μίαν θέσιν πλησίον των άλλων και ώχυρώθηκαν, ό δέ Πλαπούτας άπήντησεν, ότι έως τό πρωί προφθάνει άφεύκτως, αλλά δεν ύπήγε προφασισθείς έπειτα δτι καθ' όδόν απήντησε δήθεν εως εκατόν ιππείς Τούρκους και έπησχολήθη πολεμήσας αυτούς (μέ χίλιους έπέκεινα στρατιώτας) και δια τούτο δεν ύπήγε, άλλ' αμέσως απεδείχθη ψεύδος, καθότι έβεβαιώθη παρά πάντων δτι διέμενεν εις τό Σκινοχώρι. Ό Κολοκοτρώνης άπήντησεν δτι δεν δύναται νά ύπάγη, καθότι θεωρεί δτι είναι αναγκαίος εις την θέσιν του Αγίου Γεωργίου, νά παρατηρή τά κινήματα του έχθρού.
Σύγκρουση των Δυνάμεων του 'Εθνους (Γ.Στρατόπεδον-Κεφαλάρη)
με τη Στρατιά του Δράμαλη . Η πορεία προς το Κάστρο της
Τριπολιτσάς ματαιώνεται Οριστικά. Η Επανάσταση δεν Απειλείται.
Έν τοσούτω οί 'Ελληνες έλπίζοντες δτι και οί δύο αυτοί θά είχον τό αυτό αίσθημα και δτι ήθελον προφθάσει εις τοιαύτην δεινήν και κρίσιμον περίστασιν εγκαίρως, έξήλθον των ορεινών όχυρωμάτων και κατέβηκαν είς τό πεδίον και ώχυρώθηκαν εις τινας χάνδακας των αμπελώνων και εις τινα άλλα μέρη να δεχθώσι την μάχην άμυντικώς. Ό εχθρός εξήλθε πανστρατιά, καί τό μεν πεζικόν διευθύνετο προς την ύπώρειαν του φρουρίου, τό δέ ίππικόν υπέρ τάς τέσσαρας χιλιάδας προς τό μέρος των αμπελώνων εις τό πεδίον. 'Ολον τό λαβόν μέρος εις την μάχην έκείνην στρατιωτικόν Έλληνικόν έσύγκειτο μόλις έκ πέντε χιλιάδων. Φθάσαν λοιπόν είς τούς αμπελώνας συνεπλάκη μετά των Ελλήνων, οίτινες άντεπαρατάχθησαν μέ πολλήν γενναιότητα καί καρτερίαν καί έδέχθηκαν τοσαύτας καί τοιαύτας προσβολάς μ' άψηφησίαν. Ή μάχη διήρκησε σπουδαία υπέρ τάς τέσσαρας ώρας καί ή νίκη έφαίνετο άμφιρρεπής, δτε αίφνης κατά θείαν παραχώρησιν άποδειλιά έν όχύρωμα Άργείων είς τους αμπελώνας υπό τον Κακάνην καί Τσιώκρην καί τρέπεται είς φυγήν τότε ορμά κατ' αύτού τό ίππικόν καταδιώκον αυτούς είς τό πεδίον, άποδειλιούν καί τό του Πέτροβα καί Κεφάλα καί τ' άλλα καί τρέπονται άπαντα είς φυγήν τρέχοντα προς την ύπώρειαν νά διασωθώσι, άφήσαντες άπαντες τον Παπατσώνην μόνον μέ τό σώμα του έως 600 είς τήν διάκρισιν του έχθρού, καί έπιπεσόντος κατ' αύτού του ίππικού άντέστη γενναίως πολεμήσας υπέρ τήν μίαν ώραν έπειτα καί ουδείς ήδυνήθη νά τον δώση τήν παραμικράν βοήθειαν, παρά μόνον οί αδελφοί μου Δεληγιάνναι έβαστάχθηκαν εις τήν ύπώρειαν του πεδίου όπου ήτον ώχυρωμένοι καί του έδιδαν μικράν τινα έπικουρίαν καί παρηγορίαν, ώστε μή δυνηθέντες πλέον ν' άνθέξουν, έτράπησαν είς φυγήν πολεμούμενοι καί πολεμούντες καί μόλις διεσώθη ό Παπατσώνης καί οί συν αύτώ, καταφυγόντες εις τό όχύρωμα τών αδελφών μου Δεληγιανναίων.
Έφονεύθηκαν έκ τών στρατιωτών δπου 168 καί 64 έπληγώθηκαν. Έξ αυτών ήτον φονευμένοι ό θείος του Γεωργάκης Φραγγίσκος, πρόκριτος Άνδρούσης, οί καπεταναίοι του Κωνσταντής Μεράκας καί ό αδελφός του, ό Ανάστασης Καβαθάς καί ό Νικ. Δαμίρης καί ό Σολακιώτης Θεοδοσόπουλος καί επτά άλλοι συγγενείς του, 46 συγχωριανοί του καί οί λοιποί συνεπαρχιώται του. Άπό του Κεφάλα έφονεύθησαν 16 καί 22 έπληγώθηκαν,
άπό του Πέτροβα 8 έφονεύθηκαν καί 6 έπληγώθηκαν, άπό δε των Άργείων 34 έφονεύθηκαν καί 24 έλπηγώθηκαν. Λέγεται δε δτι έφονεύθηκαν καί διπλασίως τόσοι Τούρκοι καί ούτως έτελείωσεν αυτή ή σκηνή.
Τις Συμπτυχθείσες σε νέες θέσεις, Ελληνικές δυνάμεις,
Επισκέπτονται οι Απόντες ΤΗΣ ΕΠΙΚΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ.
Ο Πλαπούτας και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης από τη
Νεμέα. Ο Παπατσώνης δημόσια τους αποκαλεί :
" Ανάνδρους και επίβουλους".
Μετά την ήτταν αυτήν ήρχισαν οι Έλληνες νά άποδειλιώσι περιπλέον άπό τον έπίβουλον τρόπον μερικών, οίτινες τους έγκατέλιπον καί ήρχισαν νά άποσύρωνται εις τά υψηλότερα καί όχυρώτερα μέρη διά νά είναι ασφαλείς άπό τήν όρμήν του ίππικού.
Τήν δέ έπιούσαν ήλθε καί ό Κολοκοτρώνης μέ τον Πλαπούταν εις τό Γ. Στρατόπεδον καί ήρχισεν ό πρώτος νά δημηγορή εις τους στρατιώτας, ξύλα, κούτσουρα, κατά τήν συνήθειάν του, καί ήκουσε τόσας πικράς απαντήσεις άπό τούς παθόντας, ιδίως δέ άπό τον Παπατσώνην, ό οποίος τούς ώμίλησε μέ πολλή σκληρότητα καί τούς ώνόμασε καί τούς δυο εις έπήκοον πάντων καί δλου του στρατοπέδου ανάνδρους, επίβουλους καί τά λοιπά, καί δεν έτόλμησαν ουδέ νά άντείπωσιν, άλλ' άνεχώρησαν ευθύς διά τά ίδια.
Οι Σπηλιωτόπουλος και Μαστρογεώργης
σώζουν τη ζωή του Πλαπούτα. Επιφανείς
Οθωμανοί αντεργούν κατά του Δράμαλη.
Ό Πλαπούτας, τοποθετημένος ών εις τό Σκινοχώρι, ως είρηται, μίαν τών ήμερων έξήλθον μετά του Ν. Μπούκουρα, Σπ. Σπηλιωτοπούλου, του Μαστρογεώργη Παλουμπιώτη καί άλλων έπτά ιππέων εις τι [να] παρακείμενον χωρίον έκεί συνηντήθησαν τυχαίως μέ πέντε ιππείς Τούρκους περιφερόμενους διά λαφυραγωγίαν, συνεπλάκησαν αμέσως, ό μέν Πλαπούτας παλαίων μέ τον ένα, ό Τούρκος αυτός ών έπιδεξιώτερος του έκοψε τό σπαθί εις τήν μέσην καί τον έπλήγωσεν ολίγον εις τήν μύτην, άλλά συγχρόνως έφθασεν ό Σπηλιωτόπουλος και ό Μαστρογεώργης και ό μεν τον έκτύπησε θανατηφόρος μέ το σπαθί, ό δέ τον έπυροβόλησεν αμέσως καί τον έθανάτωσαν. Έάν δεν έπρόφθαναν ούτοι γλήγορα ό Τούρκος άφεύκτως έφόνευε τον Πλαπούταν. Άλλ' ό Μπούκουρας μονομαχήσας δια τής σπάθης μέ τον άλλον άρκετήν ώραν έφθασαν καί δύο άλλοι καί τον έφόνευσαν καί αυτόν. Ό Πλαπούτας έστειλε τό τσακισμένον αυτό σπαθί του είς την Γερουσίαν ως ανδραγάθημα καί ή Γερουσία διά νά τον κολακεύση διά τάς τότε περιστάσεις ήγόρασεν εν άλλο σπαθί δεκαπλής αξίας καί του τό έξαπέστειλεν ώς τεκμήριον ευγνωμοσύνης δήθεν διά τό ανδραγάθημα.
Ό Άλήμπεης (έπειτα Άλή πασιάς) ήτον Άργείος, συγγενής καί φίλος του Κιαμίλμπεη, άνήκε δέ είς τον Χουρσίτ πασιάν, καθότι αυτός τον προήξε Βεζύρην καί από αυτόν έγνώριζε την εύδαιμονίαν του. Αυτός ήτον άνθρωπος μεγαλόνους, παμπόνηρος καί πολύπειρος καί όχι φίλος του Δράμαλη. Αυτός, λέγω, συμφωνήσας μετά του Τοπάλ Άλή πασιά (πρώην Βεζύρου τής Πελοποννήσου καί έπειτα Μεγάλου Βεζύρου, γαμβρός υπάρχων του ήδη μεγάλου ανδρός, μεγάλου Βεζύρου Ρεσίτ πασιά) μετά του Τσιαρκατσή Άλή πασιά, μετά του Έμίνμπεη Δερέμπεη τής Ξάνθης, το Καραοσουμάνογλου, του Όμέραγα Δερέμπεη των Σερρών καί άλλων μπέηδων, συνώμοσαν κατά του Δράμαλη νά του κάμουν μίαν δυνατήν άντιπολίτευσιν, φθονήσαντες την υπεροχήν του καί τον διορισμόν του στρατάρχην εις την Πελοπόννησον επί κεφαλής εξήντα χιλιάδων στρατού καί έσυμφώνησαν νά τον αντιπράξουν παντοιοτρόπως νά μην έπιτύχη εις την έκστρατείαν έκείνην. Άφού μάλιστα είδον ότι είσεχώρησε διά τών Δερβενίων εις την Κόρινθον καί εκείθεν είς τήν Άργολίδαν αμαχητί καί άνεμποδίστως, έπίστευσαν έτι μάλλον έγίνετο δυνατόν νά έπιτύχη διά παντοίων μέσων τήν κατάκτησιν. Άλλ' άφού είδον τήν σοβαράν άντίστασιν των ελληνικών στρατευμάτων, άφού εύρον δλον το πεδίον καταπυρπολημένον και δεν εύρον συνηγμένας καθώς ήλπιζαν τροφάς ουδέ δέκα ήμερών, έκαμαν αυτά επιχειρήματα και ήρχισαν νά διαφθείρουν τον στρατόν και νά τον ερεθίζουν κατά τού Δράμαλη, δτι έκαμε μεγάλας ελλείψεις, και δέν έπρόβλεψε τροφάς και τά λοιπά αναγκαία του στρατοπέδου και άλλα τοιαύτα. Άλλά τό μεγαλύτερον επιχείρημα των ήτον, δτι έστειλε τον γραμματικόν του Μανούσον Παναγιώτην έκ Τριφυλίας εις τους Κοτσιαμπασήδες του Μορέως νά κάμη με αυτούς συμβιβασμόν, και τότε νά ματαιωθούν δλοι οί προς τον Σουλτάνον έκδουλεύσεις τών άλλων. Ό Δράμαλης έγνώριζε τους Βεκίληδες της Πελοποννήσου εις τήν Κωνσταντινούπολη, δηλ. τον Παπαλέξην, τον Α. Δεληγιάννην, τον Θ. Κανακάρην, τον Μελέτην και τον Δ. Περούκαν, οίτινες έπροσπάθουν προ πέντε έτη νά τον φέρουν Βεζύρην εις τήν Πελοπόννησον διά τήν φρόνησιν και αγαθότητά του, και διότι ήτο πλούσιος, άλλά δέν ήδυνήθησαν νά τό κατορθώσουν, και επειδή ήξευρεν αυτήν τήν φιλίαν τους, ηθέλησε νά κάμη μίαν άπόπειραν, και έστειλε τό γραμματικόν του τον Παναγιώτην Μανούσον από τήν Τριφυλίαν, άπό τό 'Αργος εις τους Μύλους καί τους έγραψεν ούτως•

«Φίλοι μου! Εκείνο όπου επεθυμούσατε προ πέντε ετη, νά με φέρετε εις τήν πατρίδα σας, ιδού τό άπεφάσισεν ό θεός νά γίνη τώρα και ήλθον, άλλ' δχι καθώς επεθυμούσα. Μ' δλα ταύτα, και τώρα ελπίζω νά εύχαριστηθήτε καθ' δλα, καθότι έχω απόλυτον πληρεξουσιότητα άπό Κυριάρχην μου τον Σουλτάνον νά δώσω γενικήν άμνηστίαν δι' δσα ήκολούθησαν έως τώρα και χωρίς νά λυθή μύτη κανενός Ραγιά και νά έχετε τά πρώτα προνόμια σας, και άλλα περισσότερα ακόμη, και στέλνω επίτηδες τον γραμματικόν μου Μανούσον νά σάς έξηγηθή προφορικώς τάς διαθέσεις μου» κτλ.
Ύπήγε λοιπόν ό Μανούσος εις τούς Μύλους, δπου ήτον ό Μαυρομιχάλης και ό Κρεββατάς, και αυτοί τον έστειλαν εις τό πλοίον δπου διέμενεν ό Αναγνώστης Δεληγιάννης, ό Θάνος (Κανακάρης) και τα λοιπά μέλη της Κυβερνήσεως και τον έκράτησαν έκεί, χωρίς νά έπιστρέψη πλέον νά του ύπάγη άπάντησιν.
Εμφανή τα φαινόμενα Διαλύσεως της Στρατιάς του Δράμαλη.
Ό στρατός του Δράμαλη, βλέπων τό άτρόμητον και την έπιμονήν τών Ελλήνων, και δτι καθ' ήμέραν συνεσωρεύοντο στρατιωτικαί δυνάμεις άπό τάς επαρχίας, ήρχισαν νά ύστερούνται και τροφών επειδή και διά θαλάσσης δέν τους εστάλησαν καθώς είχον τούς ύποσχεθή, ουδέ διά ξηράς, διά τών Δερβενίων. Δέν εύρον ούδ' αναγκαία καταλύματα, κρέατα και αναπαύσεις, καθώς ήλπιζον. Ήρχισαν νά άπελπίζωνται και νά υποπτεύουν δτι θα αποκλεισθούν εις την Αργολίδα, και δτι θά γίνη ό τάφος τους έκεί. Ήρχισαν τίνες νά καταρώνται, νά υβρίζουν και νά φοβερίζουν τον Δράμαλην, δτι θά τον αφήσουν μονάχον και θά αναχωρήσουν διά τήν Ρούμελην και άλλα τοιαύτα έφώναζον, ώστε εντός τριών ήμερών έγενικεύθη ή δυσαρέσκεια είς δλον τό στρατόπεδόν τους και εν ταύτώ ήρχισεν ή απείθεια και ή αναρχία και ακολούθως γενική λιποταξία, τήν οποίαν προ μιας ημέρας εννόησαν οί Έλληνες μικροί τε και μεγάλοι και ήρχισαν νά σκέπτωνται περί του πρακτέου.
Επίσκεψη Κολοκοτρώνη στο Γενικό Στρατόπεδο.
Ό Κολοκοτρώνης έλθών προ τριών ήμερών πάλιν εις τό Γ. Στρατόπεδόν νά έξομαλύνη τήν κατ' αυτού ψυχρότητα διά τά προγεγονότα, κατά τήν συνήθειάν του, έπρότεινε προς τον Πετρόμπεην, Ύψηλάντην και είς τούς λοιπούς οπλαρχηγούς δτι βλέπει τήν ανάγκην κατεπείγουσαν νά έπιστρέψη είς τον Άγιώργην νά σκοπεύη τά κινήματα τών εχθρών και νά τούς ειδοποιή, και άλλας τοιαύτας προφάσεις. Ό Πετρόμπεης χάσας πλέον τήν υπομονήν, τον λέγει είς έπήκοον πάντων, δτι πηγαίνεις νά φυλάξης τάς κορυφάς των βουνών, ωσάν τον προφήτην Ήλίαν, και όχι τά κινήματα του έχθρού, τά όποία τά βλέπομεν δλοι, άλλ' δλοι γνωρίζομεν τούς σκοπούς σου και πήγαινε όπου θέλεις, καμμίαν ανάγκην από σέ δεν έχομεν. Και ούτως θυμωθείς και άγανακτήσας άνεχώρησε κατά τάς 24 Ιουλίου και απήλθε προς διασκέδασιν εις τον "Αγιον Γεώργιον, δπου εύρίσκοντο οί καλύτεροι οίνοι."
ΠΗΓΕΣ:
ΚΑΝΕΛΛΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ - ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ