Δράμαλης-'Αργος-Φρούριον Λάρισας-Πάνος.
Κολοκοτρώνης(Νεμέα)-Αποστολή Πλαπούτα.
Πολύωρη Μάχη-'Εξοδος Πάνου καί Ασφαλής
Μεταφορά στον πατέρα του (Νεμέα).
""Φθάσαν λοιπόν ό Δράμαλης εις τό 'Αργος κατέλαβε την πόλιν έκείνην και δλον τό πεδίον τον διεβεβαίωσαν δε δτι εις τό φρούριον εκείνο του 'Αργους είχον συνάξει οί Πελοποννήσιοι δλα των τα πλούτη και απείρους τροφάς να τα ασφαλίσουν, καί αμέσως διέταξε και τό έπολιόρκησαν. Τούτο μαθών ό Κολοκοτρώνης εις την Νεμέαν έστειλε τον Πλαπούταν καί άλλους οικείους του να προσπαθήσουν να έβγάλουν τον Πάνον από έν μέρος, τό όποίον δεν είχον προκαταλάβει οι εχθροί. Είδοποιηθέντες τούτο οί αδελφοί Δημητράκης καί Νικολάκης Δεληγιάνναι από τον Πλαπούταν καί ό Παπατσώνης δια να μην νομίση ό Κολοκοτρώνης δτι τον έχθρεύονται, έτρεξαν αυθορμήτως καί καταλαβόντες τό στενωπόν έκείνο μέρος περί τό μεσονύκτιον, έκτύπησαν αίφνης τους Τούρκους καί τούς έτρεψαν εις φυγήν καί άνοίξαντες μικράν πορείαν έβγήκεν ό Υψηλάντης καί ό Πάνος Κολοκοτρώνης μέ τούς ήμισυ καί έπέκεινα στρατιώτας, οί δε Μαυρομιχάλαι έμειναν μέ διακόσιους σχεδόν άνευ τροφής, νερού καί πολεμοεφοδίων εγκαταλελειμμένοι εις τήν τύχην. Τούτο βλέποντες οί Μαυρομιχάλαι, Πετρόμπεης καί λοιποί, καί δυσανασχετήσαντες δια τήν τοσαύτην άπανθρωπίαν απεφάσισαν να ελευθερώσουν καί αυτούς τούς στενώς πολιορκημένους καί άνευ τής συμπράξεως του Κολοκοτρώνη καί Πλαπούτα' καί αμέσως έδιόρισαν αυθορμήτως τον Αντωνάκην Μαυρομιχάλην με τό έδικόν τους σώμα, τον ήκολούθησαν δέ καί οί Μιστριώται του Κρεββατά, ό Παπατσώνης μέ δλους τούς Μεσσηνίους, οί αδελφοί μου Δημητράκης καί Νικολάκης μέ τούς εδικούς των σέ μέρος Τριπολιτσιωτών καί οί Αρκαδινοί Παπατσώρης καί Αναστασόπουλος καί ό Τζανέτος Χριστόπουλος, δλοι έπέκεινα των πέντε χιλιάδων καί έκινήθηκαν προ το μεσονυκτίου καί πολεμούντες ακαταπαύστως τούς Τούρκους (οίτινες κατείχον τούς τάφους κύκλω του φρουρίου) περίπου πέντε ώρας, κατώρθωσαν δια πολλών κινδύνων προτού φωτίση και ήνοιξαν εν μέρος κρημνώδες από τό όποίον εξελθόντες οί πολιορκημένοι, μόλις διεσώθησαν και ηνωμένοι άπήλθον εις τό Γενικόν στρατόπεδον εις τον Κεφαλάρην. Έφονεύθηκαν έξ δλων τών σωμάτων 18 και 26 έπληγώθηκαν, από τούς εχθρούς υπέρ τούς 200 φονευμένοι και πληγωμένοι.
Θέσεις Μάχης:
Κολοκοτρώνης (Νεμέα)
Πλαπούτας (Σκινοχώρι)
Ό δε Κολοκοτρώνης, (ως άνω είρηται), έφύλαττεν από τον Άγιώργην τέσσαρας ώρας μακράν του στρατοπέδου τά κινήματα του εχθρού (ώς έλεγε). Ο Πλαπούτας κατείχε τό Σκινοχώρι με τούς ήμισυ στρατιώτας τής Καρύταινας και ό Τζαννέτος Ιδίως τούς του Φαναριού επτακόσιους, ώς έγγιστα, οί δε αδελφοί μου Δεληγιάνναι με έν μέρος Τριπολιτσιωτών κατείχον τό χωρίον 'Ακοβα με έπέκεινα τών χιλίων διακοσίων, απέχοντα αμφότερα του 'Αργους μίαν ώραν, ώς έγγιστα. Και εξερχομένων ακαταπαύστως τουρκικών μεγάλων αποσπασμάτων νά αποσπάσουν τροφάς και προς λαφυραγωγίαν, εποίουν καθημέραν αψιμαχίας και άκροβολισμούς τινας με αυτά.
Ο Πάνος Κολοκοτρώνης Πολιτάρχης στην Τρίπολη.
Κατόπιν Διαταγής του Θ. Κολοκοτρώνη.
Ο Γενναίος Διέτριβε στήν Καρύταινα.
Άφού ώς είρηται, έβγήκεν ό Πάνος από τό φρούριον, την έπιούσαν τον έστειλεν ό πατέρας του Κολοκοτρώνης εις τήν Τριπολιτσάν με τριάκοντα στρατιώτας τούς οποίους είχε, διατάξας τήν Γερουσίαν νά τον διορίση Πολιτάρχην ώς έκτελεστικήν δύναμιν λόγω δήθεν υπηρεσίας και τον έδιόρισεν. Ό δε Γενναίος διέτριβεν εις Καρύταιναν, λόγω δήθεν στρατολογίας, διασκεδάζων με τά μουλάρια του και συνάζων άγέλας αίγιδοπροβάτων, πράγματι δέ διά νά είναι μακράν τών κινδύνων προφυλαγμένοι, διά νά μη χυθή αίμα χάσικον, νά έχουν δέ και τούς οφθαλμούς προσηλωμένους προς τήν Ζάκυνθον πάλιν, διά πολλούς λόγους ανωτέρους, και ουδείς έκ τών δύο ευρέθη εις τήν καταστροφήν έκείνην του Δράμαλη.
Ο Δράμαλης αλώνει τη Λάρισα-Γενική Επίθεση.
Οι Αρχηγοί του Γ. Στρατοπέδου προσκαλούν
τον Πλαπούτα και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.
(Από Σκινοχώρι και Νεμέα).
Οί εχθροί, άφού άπέτυχον από τάς προσδοκίας της αλώσεως του φρουρίου Λαρίσης, εις τό όποίον είσελθόντες την επαύριον δεν εύρον όχι τα πλούτη και τάς τροφάς, τά όποία έφαντάζοντο, άλλ' ουδέ μίαν όκάν αλεύρου, παρά μόνον ένα βαρέως πληγωμένον, έρριψαν την προσοχήν τους εις τό Γ. Στρατόπεδον το Κεφαλάρη και έσκέπτοντο μέ ποίον τρόπον θά δυνηθώσι νά τό διαλύσουν και απεφάσισαν νά συγκροτήσουν μετ' αύτού μίαν γενικήν μάχην νά δοκιμάσουν τάς κολοσσαίας δυνάμεις των, και ήρχισαν νά έξέρχωνται του 'Αργους και νά όχυρώνωνται εις διάφορα μέρη αντίκρυ του στρατοπέδου. Οί έκεί αρχηγοί ειδοποίησαν τούτο αμέσως και επανειλημμένως τον Κολοκοτρώνην και τον Πλαπούταν, τους αδελφούς Δεληγιανναίους, τον Τζαννέτον και όσα σωμάτια εύρίσκοντο εις άλλας θέσεις νά προφθάσουν άπαντες εκεί προς άντιπαράταξιν του καταπληκτικού εκείνου εχθρού. Και οί μεν αδελφοί Δεληγιάνναι, ό Τσαννέτος Χριστόπουλος και άλλοι άνεχώρησαν άφ' εσπέρας και έφθασαν μετά τό μεσονύκτιον εις τό στρατόπεδον και κατέλαβον μίαν θέσιν πλησίον των άλλων και ώχυρώθηκαν, ό δέ Πλαπούτας άπήντησεν, ότι έως τό πρωί προφθάνει άφεύκτως, αλλά δεν ύπήγε προφασισθείς έπειτα δτι καθ' όδόν απήντησε δήθεν εως εκατόν ιππείς Τούρκους και έπησχολήθη πολεμήσας αυτούς (μέ χίλιους έπέκεινα στρατιώτας) και δια τούτο δεν ύπήγε, άλλ' αμέσως απεδείχθη ψεύδος, καθότι έβεβαιώθη παρά πάντων δτι διέμενεν εις τό Σκινοχώρι. Ό Κολοκοτρώνης άπήντησεν δτι δεν δύναται νά ύπάγη, καθότι θεωρεί δτι είναι αναγκαίος εις την θέσιν του Αγίου Γεωργίου, νά παρατηρή τά κινήματα του έχθρού.
Σύγκρουση των Δυνάμεων του 'Εθνους (Γ.Στρατόπεδον-Κεφαλάρη)
με τη Στρατιά του Δράμαλη . Η πορεία προς το Κάστρο της
Τριπολιτσάς ματαιώνεται Οριστικά. Η Επανάσταση δεν Απειλείται.
Έν τοσούτω οί 'Ελληνες έλπίζοντες δτι και οί δύο αυτοί θά είχον τό αυτό αίσθημα και δτι ήθελον προφθάσει εις τοιαύτην δεινήν και κρίσιμον περίστασιν εγκαίρως, έξήλθον των ορεινών όχυρωμάτων και κατέβηκαν είς τό πεδίον και ώχυρώθηκαν εις τινας χάνδακας των αμπελώνων και εις τινα άλλα μέρη να δεχθώσι την μάχην άμυντικώς. Ό εχθρός εξήλθε πανστρατιά, καί τό μεν πεζικόν διευθύνετο προς την ύπώρειαν του φρουρίου, τό δέ ίππικόν υπέρ τάς τέσσαρας χιλιάδας προς τό μέρος των αμπελώνων εις τό πεδίον. 'Ολον τό λαβόν μέρος εις την μάχην έκείνην στρατιωτικόν Έλληνικόν έσύγκειτο μόλις έκ πέντε χιλιάδων. Φθάσαν λοιπόν είς τούς αμπελώνας συνεπλάκη μετά των Ελλήνων, οίτινες άντεπαρατάχθησαν μέ πολλήν γενναιότητα καί καρτερίαν καί έδέχθηκαν τοσαύτας καί τοιαύτας προσβολάς μ' άψηφησίαν. Ή μάχη διήρκησε σπουδαία υπέρ τάς τέσσαρας ώρας καί ή νίκη έφαίνετο άμφιρρεπής, δτε αίφνης κατά θείαν παραχώρησιν άποδειλιά έν όχύρωμα Άργείων είς τους αμπελώνας υπό τον Κακάνην καί Τσιώκρην καί τρέπεται είς φυγήν τότε ορμά κατ' αύτού τό ίππικόν καταδιώκον αυτούς είς τό πεδίον, άποδειλιούν καί τό του Πέτροβα καί Κεφάλα καί τ' άλλα καί τρέπονται άπαντα είς φυγήν τρέχοντα προς την ύπώρειαν νά διασωθώσι, άφήσαντες άπαντες τον Παπατσώνην μόνον μέ τό σώμα του έως 600 είς τήν διάκρισιν του έχθρού, καί έπιπεσόντος κατ' αύτού του ίππικού άντέστη γενναίως πολεμήσας υπέρ τήν μίαν ώραν έπειτα καί ουδείς ήδυνήθη νά τον δώση τήν παραμικράν βοήθειαν, παρά μόνον οί αδελφοί μου Δεληγιάνναι έβαστάχθηκαν εις τήν ύπώρειαν του πεδίου όπου ήτον ώχυρωμένοι καί του έδιδαν μικράν τινα έπικουρίαν καί παρηγορίαν, ώστε μή δυνηθέντες πλέον ν' άνθέξουν, έτράπησαν είς φυγήν πολεμούμενοι καί πολεμούντες καί μόλις διεσώθη ό Παπατσώνης καί οί συν αύτώ, καταφυγόντες εις τό όχύρωμα τών αδελφών μου Δεληγιανναίων.
Έφονεύθηκαν έκ τών στρατιωτών δπου 168 καί 64 έπληγώθηκαν. Έξ αυτών ήτον φονευμένοι ό θείος του Γεωργάκης Φραγγίσκος, πρόκριτος Άνδρούσης, οί καπεταναίοι του Κωνσταντής Μεράκας καί ό αδελφός του, ό Ανάστασης Καβαθάς καί ό Νικ. Δαμίρης καί ό Σολακιώτης Θεοδοσόπουλος καί επτά άλλοι συγγενείς του, 46 συγχωριανοί του καί οί λοιποί συνεπαρχιώται του. Άπό του Κεφάλα έφονεύθησαν 16 καί 22 έπληγώθηκαν, άπό του Πέτροβα 8 έφονεύθηκαν καί 6 έπληγώθηκαν, άπό δε των Άργείων 34 έφονεύθηκαν καί 24 έλπηγώθηκαν. Λέγεται δε δτι έφονεύθηκαν καί διπλασίως τόσοι Τούρκοι καί ούτως έτελείωσεν αυτή ή σκηνή.
Έφονεύθηκαν έκ τών στρατιωτών δπου 168 καί 64 έπληγώθηκαν. Έξ αυτών ήτον φονευμένοι ό θείος του Γεωργάκης Φραγγίσκος, πρόκριτος Άνδρούσης, οί καπεταναίοι του Κωνσταντής Μεράκας καί ό αδελφός του, ό Ανάστασης Καβαθάς καί ό Νικ. Δαμίρης καί ό Σολακιώτης Θεοδοσόπουλος καί επτά άλλοι συγγενείς του, 46 συγχωριανοί του καί οί λοιποί συνεπαρχιώται του. Άπό του Κεφάλα έφονεύθησαν 16 καί 22 έπληγώθηκαν, άπό του Πέτροβα 8 έφονεύθηκαν καί 6 έπληγώθηκαν, άπό δε των Άργείων 34 έφονεύθηκαν καί 24 έλπηγώθηκαν. Λέγεται δε δτι έφονεύθηκαν καί διπλασίως τόσοι Τούρκοι καί ούτως έτελείωσεν αυτή ή σκηνή.
Τις Συμπτυχθείσες σε νέες θέσεις, Ελληνικές δυνάμεις,
Επισκέπτονται οι Απόντες ΤΗΣ ΕΠΙΚΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ.
Ο Πλαπούτας και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης από τη
Νεμέα. Ο Παπατσώνης δημόσια τους αποκαλεί :
" Ανάνδρους και επίβουλους".
Μετά την ήτταν αυτήν ήρχισαν οι Έλληνες νά άποδειλιώσι περιπλέον άπό τον έπίβουλον τρόπον μερικών, οίτινες τους έγκατέλιπον καί ήρχισαν νά άποσύρωνται εις τά υψηλότερα καί όχυρώτερα μέρη διά νά είναι ασφαλείς άπό τήν όρμήν του ίππικού.
Τήν δέ έπιούσαν ήλθε καί ό Κολοκοτρώνης μέ τον Πλαπούταν εις τό Γ. Στρατόπεδον καί ήρχισεν ό πρώτος νά δημηγορή εις τους στρατιώτας, ξύλα, κούτσουρα, κατά τήν συνήθειάν του, καί ήκουσε τόσας πικράς απαντήσεις άπό τούς παθόντας, ιδίως δέ άπό τον Παπατσώνην, ό οποίος τούς ώμίλησε μέ πολλή σκληρότητα καί τούς ώνόμασε καί τούς δυο εις έπήκοον πάντων καί δλου του στρατοπέδου ανάνδρους, επίβουλους καί τά λοιπά, καί δεν έτόλμησαν ουδέ νά άντείπωσιν, άλλ' άνεχώρησαν ευθύς διά τά ίδια.
Τήν δέ έπιούσαν ήλθε καί ό Κολοκοτρώνης μέ τον Πλαπούταν εις τό Γ. Στρατόπεδον καί ήρχισεν ό πρώτος νά δημηγορή εις τους στρατιώτας, ξύλα, κούτσουρα, κατά τήν συνήθειάν του, καί ήκουσε τόσας πικράς απαντήσεις άπό τούς παθόντας, ιδίως δέ άπό τον Παπατσώνην, ό οποίος τούς ώμίλησε μέ πολλή σκληρότητα καί τούς ώνόμασε καί τούς δυο εις έπήκοον πάντων καί δλου του στρατοπέδου ανάνδρους, επίβουλους καί τά λοιπά, καί δεν έτόλμησαν ουδέ νά άντείπωσιν, άλλ' άνεχώρησαν ευθύς διά τά ίδια.
Οι Σπηλιωτόπουλος και Μαστρογεώργης
σώζουν τη ζωή του Πλαπούτα. Επιφανείς
Οθωμανοί αντεργούν κατά του Δράμαλη.
Ό Πλαπούτας, τοποθετημένος ών εις τό Σκινοχώρι, ως είρηται, μίαν τών ήμερων έξήλθον μετά του Ν. Μπούκουρα, Σπ. Σπηλιωτοπούλου, του Μαστρογεώργη Παλουμπιώτη καί άλλων έπτά ιππέων εις τι [να] παρακείμενον χωρίον έκεί συνηντήθησαν τυχαίως μέ πέντε ιππείς Τούρκους περιφερόμενους διά λαφυραγωγίαν, συνεπλάκησαν αμέσως, ό μέν Πλαπούτας παλαίων μέ τον ένα, ό Τούρκος αυτός ών έπιδεξιώτερος του έκοψε τό σπαθί εις τήν μέσην καί τον έπλήγωσεν ολίγον εις τήν μύτην, άλλά συγχρόνως έφθασεν ό Σπηλιωτόπουλος και ό Μαστρογεώργης και ό μεν τον έκτύπησε θανατηφόρος μέ το σπαθί, ό δέ τον έπυροβόλησεν αμέσως καί τον έθανάτωσαν. Έάν δεν έπρόφθαναν ούτοι γλήγορα ό Τούρκος άφεύκτως έφόνευε τον Πλαπούταν. Άλλ' ό Μπούκουρας μονομαχήσας δια τής σπάθης μέ τον άλλον άρκετήν ώραν έφθασαν καί δύο άλλοι καί τον έφόνευσαν καί αυτόν. Ό Πλαπούτας έστειλε τό τσακισμένον αυτό σπαθί του είς την Γερουσίαν ως ανδραγάθημα καί ή Γερουσία διά νά τον κολακεύση διά τάς τότε περιστάσεις ήγόρασεν εν άλλο σπαθί δεκαπλής αξίας καί του τό έξαπέστειλεν ώς τεκμήριον ευγνωμοσύνης δήθεν διά τό ανδραγάθημα.
Ό Άλήμπεης (έπειτα Άλή πασιάς) ήτον Άργείος, συγγενής καί φίλος του Κιαμίλμπεη, άνήκε δέ είς τον Χουρσίτ πασιάν, καθότι αυτός τον προήξε Βεζύρην καί από αυτόν έγνώριζε την εύδαιμονίαν του. Αυτός ήτον άνθρωπος μεγαλόνους, παμπόνηρος καί πολύπειρος καί όχι φίλος του Δράμαλη. Αυτός, λέγω, συμφωνήσας μετά του Τοπάλ Άλή πασιά (πρώην Βεζύρου τής Πελοποννήσου καί έπειτα Μεγάλου Βεζύρου, γαμβρός υπάρχων του ήδη μεγάλου ανδρός, μεγάλου Βεζύρου Ρεσίτ πασιά) μετά του Τσιαρκατσή Άλή πασιά, μετά του Έμίνμπεη Δερέμπεη τής Ξάνθης, το Καραοσουμάνογλου, του Όμέραγα Δερέμπεη των Σερρών καί άλλων μπέηδων, συνώμοσαν κατά του Δράμαλη νά του κάμουν μίαν δυνατήν άντιπολίτευσιν, φθονήσαντες την υπεροχήν του καί τον διορισμόν του στρατάρχην εις την Πελοπόννησον επί κεφαλής εξήντα χιλιάδων στρατού καί έσυμφώνησαν νά τον αντιπράξουν παντοιοτρόπως νά μην έπιτύχη εις την έκστρατείαν έκείνην. Άφού μάλιστα είδον ότι είσεχώρησε διά τών Δερβενίων εις την Κόρινθον καί εκείθεν είς τήν Άργολίδαν αμαχητί καί άνεμποδίστως, έπίστευσαν έτι μάλλον έγίνετο δυνατόν νά έπιτύχη διά παντοίων μέσων τήν κατάκτησιν. Άλλ' άφού είδον τήν σοβαράν άντίστασιν των ελληνικών στρατευμάτων, άφού εύρον δλον το πεδίον καταπυρπολημένον και δεν εύρον συνηγμένας καθώς ήλπιζαν τροφάς ουδέ δέκα ήμερών, έκαμαν αυτά επιχειρήματα και ήρχισαν νά διαφθείρουν τον στρατόν και νά τον ερεθίζουν κατά τού Δράμαλη, δτι έκαμε μεγάλας ελλείψεις, και δέν έπρόβλεψε τροφάς και τά λοιπά αναγκαία του στρατοπέδου και άλλα τοιαύτα. Άλλά τό μεγαλύτερον επιχείρημα των ήτον, δτι έστειλε τον γραμματικόν του Μανούσον Παναγιώτην έκ Τριφυλίας εις τους Κοτσιαμπασήδες του Μορέως νά κάμη με αυτούς συμβιβασμόν, και τότε νά ματαιωθούν δλοι οί προς τον Σουλτάνον έκδουλεύσεις τών άλλων. Ό Δράμαλης έγνώριζε τους Βεκίληδες της Πελοποννήσου εις τήν Κωνσταντινούπολη, δηλ. τον Παπαλέξην, τον Α. Δεληγιάννην, τον Θ. Κανακάρην, τον Μελέτην και τον Δ. Περούκαν, οίτινες έπροσπάθουν προ πέντε έτη νά τον φέρουν Βεζύρην εις τήν Πελοπόννησον διά τήν φρόνησιν και αγαθότητά του, και διότι ήτο πλούσιος, άλλά δέν ήδυνήθησαν νά τό κατορθώσουν, και επειδή ήξευρεν αυτήν τήν φιλίαν τους, ηθέλησε νά κάμη μίαν άπόπειραν, και έστειλε τό γραμματικόν του τον Παναγιώτην Μανούσον από τήν Τριφυλίαν, άπό τό 'Αργος εις τους Μύλους καί τους έγραψεν ούτως•
«Φίλοι μου! Εκείνο όπου επεθυμούσατε προ πέντε ετη, νά με φέρετε εις τήν πατρίδα σας, ιδού τό άπεφάσισεν ό θεός νά γίνη τώρα και ήλθον, άλλ' δχι καθώς επεθυμούσα. Μ' δλα ταύτα, και τώρα ελπίζω νά εύχαριστηθήτε καθ' δλα, καθότι έχω απόλυτον πληρεξουσιότητα άπό Κυριάρχην μου τον Σουλτάνον νά δώσω γενικήν άμνηστίαν δι' δσα ήκολούθησαν έως τώρα και χωρίς νά λυθή μύτη κανενός Ραγιά και νά έχετε τά πρώτα προνόμια σας, και άλλα περισσότερα ακόμη, και στέλνω επίτηδες τον γραμματικόν μου Μανούσον νά σάς έξηγηθή προφορικώς τάς διαθέσεις μου» κτλ.
Ύπήγε λοιπόν ό Μανούσος εις τούς Μύλους, δπου ήτον ό Μαυρομιχάλης και ό Κρεββατάς, και αυτοί τον έστειλαν εις τό πλοίον δπου διέμενεν ό Αναγνώστης Δεληγιάννης, ό Θάνος (Κανακάρης) και τα λοιπά μέλη της Κυβερνήσεως και τον έκράτησαν έκεί, χωρίς νά έπιστρέψη πλέον νά του ύπάγη άπάντησιν.
Ό Άλήμπεης (έπειτα Άλή πασιάς) ήτον Άργείος, συγγενής καί φίλος του Κιαμίλμπεη, άνήκε δέ είς τον Χουρσίτ πασιάν, καθότι αυτός τον προήξε Βεζύρην καί από αυτόν έγνώριζε την εύδαιμονίαν του. Αυτός ήτον άνθρωπος μεγαλόνους, παμπόνηρος καί πολύπειρος καί όχι φίλος του Δράμαλη. Αυτός, λέγω, συμφωνήσας μετά του Τοπάλ Άλή πασιά (πρώην Βεζύρου τής Πελοποννήσου καί έπειτα Μεγάλου Βεζύρου, γαμβρός υπάρχων του ήδη μεγάλου ανδρός, μεγάλου Βεζύρου Ρεσίτ πασιά) μετά του Τσιαρκατσή Άλή πασιά, μετά του Έμίνμπεη Δερέμπεη τής Ξάνθης, το Καραοσουμάνογλου, του Όμέραγα Δερέμπεη των Σερρών καί άλλων μπέηδων, συνώμοσαν κατά του Δράμαλη νά του κάμουν μίαν δυνατήν άντιπολίτευσιν, φθονήσαντες την υπεροχήν του καί τον διορισμόν του στρατάρχην εις την Πελοπόννησον επί κεφαλής εξήντα χιλιάδων στρατού καί έσυμφώνησαν νά τον αντιπράξουν παντοιοτρόπως νά μην έπιτύχη εις την έκστρατείαν έκείνην. Άφού μάλιστα είδον ότι είσεχώρησε διά τών Δερβενίων εις την Κόρινθον καί εκείθεν είς τήν Άργολίδαν αμαχητί καί άνεμποδίστως, έπίστευσαν έτι μάλλον έγίνετο δυνατόν νά έπιτύχη διά παντοίων μέσων τήν κατάκτησιν. Άλλ' άφού είδον τήν σοβαράν άντίστασιν των ελληνικών στρατευμάτων, άφού εύρον δλον το πεδίον καταπυρπολημένον και δεν εύρον συνηγμένας καθώς ήλπιζαν τροφάς ουδέ δέκα ήμερών, έκαμαν αυτά επιχειρήματα και ήρχισαν νά διαφθείρουν τον στρατόν και νά τον ερεθίζουν κατά τού Δράμαλη, δτι έκαμε μεγάλας ελλείψεις, και δέν έπρόβλεψε τροφάς και τά λοιπά αναγκαία του στρατοπέδου και άλλα τοιαύτα. Άλλά τό μεγαλύτερον επιχείρημα των ήτον, δτι έστειλε τον γραμματικόν του Μανούσον Παναγιώτην έκ Τριφυλίας εις τους Κοτσιαμπασήδες του Μορέως νά κάμη με αυτούς συμβιβασμόν, και τότε νά ματαιωθούν δλοι οί προς τον Σουλτάνον έκδουλεύσεις τών άλλων. Ό Δράμαλης έγνώριζε τους Βεκίληδες της Πελοποννήσου εις τήν Κωνσταντινούπολη, δηλ. τον Παπαλέξην, τον Α. Δεληγιάννην, τον Θ. Κανακάρην, τον Μελέτην και τον Δ. Περούκαν, οίτινες έπροσπάθουν προ πέντε έτη νά τον φέρουν Βεζύρην εις τήν Πελοπόννησον διά τήν φρόνησιν και αγαθότητά του, και διότι ήτο πλούσιος, άλλά δέν ήδυνήθησαν νά τό κατορθώσουν, και επειδή ήξευρεν αυτήν τήν φιλίαν τους, ηθέλησε νά κάμη μίαν άπόπειραν, και έστειλε τό γραμματικόν του τον Παναγιώτην Μανούσον από τήν Τριφυλίαν, άπό τό 'Αργος εις τους Μύλους καί τους έγραψεν ούτως•
«Φίλοι μου! Εκείνο όπου επεθυμούσατε προ πέντε ετη, νά με φέρετε εις τήν πατρίδα σας, ιδού τό άπεφάσισεν ό θεός νά γίνη τώρα και ήλθον, άλλ' δχι καθώς επεθυμούσα. Μ' δλα ταύτα, και τώρα ελπίζω νά εύχαριστηθήτε καθ' δλα, καθότι έχω απόλυτον πληρεξουσιότητα άπό Κυριάρχην μου τον Σουλτάνον νά δώσω γενικήν άμνηστίαν δι' δσα ήκολούθησαν έως τώρα και χωρίς νά λυθή μύτη κανενός Ραγιά και νά έχετε τά πρώτα προνόμια σας, και άλλα περισσότερα ακόμη, και στέλνω επίτηδες τον γραμματικόν μου Μανούσον νά σάς έξηγηθή προφορικώς τάς διαθέσεις μου» κτλ.
Ύπήγε λοιπόν ό Μανούσος εις τούς Μύλους, δπου ήτον ό Μαυρομιχάλης και ό Κρεββατάς, και αυτοί τον έστειλαν εις τό πλοίον δπου διέμενεν ό Αναγνώστης Δεληγιάννης, ό Θάνος (Κανακάρης) και τα λοιπά μέλη της Κυβερνήσεως και τον έκράτησαν έκεί, χωρίς νά έπιστρέψη πλέον νά του ύπάγη άπάντησιν.
Εμφανή τα φαινόμενα Διαλύσεως της Στρατιάς του Δράμαλη.
Ό στρατός του Δράμαλη, βλέπων τό άτρόμητον και την έπιμονήν τών Ελλήνων, και δτι καθ' ήμέραν συνεσωρεύοντο στρατιωτικαί δυνάμεις άπό τάς επαρχίας, ήρχισαν νά ύστερούνται και τροφών επειδή και διά θαλάσσης δέν τους εστάλησαν καθώς είχον τούς ύποσχεθή, ουδέ διά ξηράς, διά τών Δερβενίων. Δέν εύρον ούδ' αναγκαία καταλύματα, κρέατα και αναπαύσεις, καθώς ήλπιζον. Ήρχισαν νά άπελπίζωνται και νά υποπτεύουν δτι θα αποκλεισθούν εις την Αργολίδα, και δτι θά γίνη ό τάφος τους έκεί. Ήρχισαν τίνες νά καταρώνται, νά υβρίζουν και νά φοβερίζουν τον Δράμαλην, δτι θά τον αφήσουν μονάχον και θά αναχωρήσουν διά τήν Ρούμελην και άλλα τοιαύτα έφώναζον, ώστε εντός τριών ήμερών έγενικεύθη ή δυσαρέσκεια είς δλον τό στρατόπεδόν τους και εν ταύτώ ήρχισεν ή απείθεια και ή αναρχία και ακολούθως γενική λιποταξία, τήν οποίαν προ μιας ημέρας εννόησαν οί Έλληνες μικροί τε και μεγάλοι και ήρχισαν νά σκέπτωνται περί του πρακτέου.
Επίσκεψη Κολοκοτρώνη στο Γενικό Στρατόπεδο.
Ό Κολοκοτρώνης έλθών προ τριών ήμερών πάλιν εις τό Γ. Στρατόπεδόν νά έξομαλύνη τήν κατ' αυτού ψυχρότητα διά τά προγεγονότα, κατά τήν συνήθειάν του, έπρότεινε προς τον Πετρόμπεην, Ύψηλάντην και είς τούς λοιπούς οπλαρχηγούς δτι βλέπει τήν ανάγκην κατεπείγουσαν νά έπιστρέψη είς τον Άγιώργην νά σκοπεύη τά κινήματα τών εχθρών και νά τούς ειδοποιή, και άλλας τοιαύτας προφάσεις. Ό Πετρόμπεης χάσας πλέον τήν υπομονήν, τον λέγει είς έπήκοον πάντων, δτι πηγαίνεις νά φυλάξης τάς κορυφάς των βουνών, ωσάν τον προφήτην Ήλίαν, και όχι τά κινήματα του έχθρού, τά όποία τά βλέπομεν δλοι, άλλ' δλοι γνωρίζομεν τούς σκοπούς σου και πήγαινε όπου θέλεις, καμμίαν ανάγκην από σέ δεν έχομεν. Και ούτως θυμωθείς και άγανακτήσας άνεχώρησε κατά τάς 24 Ιουλίου και απήλθε προς διασκέδασιν εις τον "Αγιον Γεώργιον, δπου εύρίσκοντο οί καλύτεροι οίνοι."
ΠΗΓΕΣ:
ΠΗΓΕΣ:
ΚΑΝΕΛΛΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ - ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου