Κατά τάς αρχάς Ιουνίου έφθασεν εις την Ύδραν καί δ Δημήτριος Υψηλάντης, διελθών ίνκόνιτο και μετημφιασμένος (ώς υπηρέτης) διά της Γερμανίας εις Τεργέστην, τον όποίον ύπεδέχθησαν οί προύχοντες ευμενώς, κατθώς ανήκεν εις την καταγωγήν του, οίτινες μάς ειδοποίησαν αμέσως δι' επίτηδες εις τό εν Τρικόρφοις στρατόπεδον καί ευχαριστηθέντες άπαντες παρεκαλέσαμεν καί ύπεχρεώσαμεν τον Έπίσκοπον Βρεσθένης νά άπέλθη εις ΄Υδραν, να τον υποδεχθή έκ μέρους πάντων ημών καί νά τον συγχαρή διά τον άίσιον έρχομόν του καί νά τον συνοδεύση νά έλθουν εις την Πελοπόννησον, ό όποίος φθάσας εκεί τον παρέλαβε καί διελθόντες διά τών Σπετσών τον υπεδέχθηκαν καί αυτοί με τάς αύτάς περιποιήσεις. Συγχρόνως άναχωρήσαντες καί ήμείς από τά Τρίκορφα, οί τρεις αδελφοί Δεληγιανναίοι, Αναγνώστης, Κανέλλος καί Πανάγος, ό Ασημάκης Ζαΐμης, ό Δημήτριος Παπατσώνης, ό Θάνος Κανακάρης, ό Σωτήριος Χαραλάμπης, ό Κρεββατάς καί άλλοι πρόκριτοι της Πελοποννήσου καί τίνες Στερεοελλαδίται ευρεθέντες έκεί καί άνταμωθέντες εις την Βέρβαιναν μετά τών Γερουσιαστών καί τών λοιπών προκρίτων τών επαρχιών, άπήλθομεν εις του ΄Αστρους την παραλίαν εις προυπάντησίν του. Έφέραμεν δέ μεθ' εαυτών άπαντες οί άνω ρηθέντες και υπέρ τους εξακόσιους στρατιώτας μέ τούς καπεταναίους, έκαστος τούς εκλεκτότερους. Ήλθε κατόπιν και ό Παπαφλέσιας, Αναγνωσταράς και Θ. Κολοκοτρώνης μέ έπέκεινα τών εκατόν καί αυτοί.
Την επαύριον έφθασε καί τό φέρον τον Ύψηλάντην πλοίον, καί άφού ήγκυροβόλησεν, έχαιρέτησε μέ 21 κανονιοβολισμούς τον άντεχαιρετήσαμεν καί ήμείς έξωθεν μέ τρεις τουφεκοβολισμούς έκαστος στρατιώτης κατά τάξιν, όντες συναγμένοι υπέρ τούς 1.000. Έμβήκαμεν αμέσως εις τάς λέμβους καί άνέβημεν εις τό πλοίον προς έπίσκεψίν του, τον όποιον εύρομεν καθήμενον εις τό κατάστρωμα εις μίαν πολυτρόναν. Τον έπροσφέραμεν τάς συγχαρητηρίους ευχάς μας διά τό εις την πατρίδα αίσιον εύόδιόν του, αλλά μάς εδέχθη όσποραδικώς, ως ήγεμών Φαναριώτης, κινών μόνον την κεφαλήν, χωρίς νά άσηκωθη όρθιος, ή νά κινηθή. Μετά τινα δέ στιγμήν ήλθον ό Παπαφλέσιας, ό Αναγνωσταράς καί ό Κολοκοτρώνης καί συντροφιά. Τούτους ίδών άνεσηκώθη αμέσως, έτρεξε προς τήν είσοδον καί έναγκαλισθείς αυτούς τούς έφίλησε κάμνων προς αυτούς τάς πλέον τρυφερωτέρας περιποιήσεις καί ομιλίας. Αυτό τό περιστατικόν μάς έδωκεν αιτίας δικαιολογημένας νά συλλογισθώμεν πολύ, αλλά χωρίς νά άποδείξωμεν δυσαρέσκειάν τινα. Έξήλθομεν τοΰ πλοίου καί έχοντες έτοιμασμένον λαμπρόν στρατιωτικόν γεύμα, συνεφάγομεν άπαντες• έκάμαμεν άρκετάς προπόσεις καί μετά τό γεύμα του έπροσεφέραμεν ημείς οι αδελφοί Δεληγιαννααίοι ένα λαμπρόν καί έκλεκτόν ίππον μέ τήν ιπποσκευήν του, (τον όποίον διε-τήρησε μέχρι της άποβιώσεώς του) καί ούτως άναχωρήσαντες εκείθεν έφθάσαμεν εις τήν Βέρβαιναν, όπου εύρομεν τον Πετρόμπεην μετά τών αδελφών του Κυριακουλη καί Άντω-
νάκην μέ έπέκεινα των διακοσίων Μανιατών και πολλώ άλλων προκρίτων των επαρχιών, οίτινες τον ύπεδέχθησαν Έφερε δέ μεθ' έαυτού ό Υψηλάντης τον Κατακουζηνόν, το Τυπάλδον Κοζάκην, τον Άναγνωστόπουλον, και άλλους τοι ούτους, ως συμβούλους, και τον Βάμβαν άρχικαγκελάριον τη νέας όσποδαρίας του, νομίσαντες οι άνω ρηθέντες τυχοδιώκται, ότι θα εύρουν τσαρατάνους της Βλαχίας να σχηματίσουν τάς αρχοντιάς της όσποδαρίας εκείνης.
Φθάσαντες ούν εις την Βέρβαιναν και συμφωνήσαντες μ αυτούς ό τε Παπαφλέσιας, Αναγνωσταράς, Κολοκοτρώνη καί τίνες άλλοι τυχοδιώκται φυγάδες και εξόριστοι, νομίσα ντες, ότι εύρον άρμοδίαν την περίστασιν της Έπαναστάσεως και σύμφωνον την κουφότητα του Υψηλάντη (καθώς έπεθυμούσαν δτι ήθελον δυνηθή νά δολοφονήσουν τους έναπολει φθέντας από την αίχμαλωσίαν καί φυλακάς τών Τούρκων ολίγους έγκριτωτέρους της Πελοποννήσου, έως δεκαπέντε (ως έλεγον τότε) μέ τήν σκιάν του ονόματος τοΰ Υψηλάντη νά καθέξουν αυτοί τάς σατραπείας και τοπαρχίας, νά άντικαταστήσουν τους μπέηδες και αγάδες, καί έάν έπετύγχανον αυτόν τον σκοπόν έκέρδιζαν τό πάν κατά τον λογαριασμόν τους. ΄Αν δέ άπετύγχανον, αυτοί δέν είχον τί νά χάσουν, ούτε πατρίδα, ούτε οικογενείας, ούτε ιδιοκτησίας, ούτε τίποτε. ΄Ωστε καί εις τήν Βέρβαιναν ήρχισαν νά κηρύττουν αναφανδόν εις τους συναθροισθέντας έκεί όχλους, δτι ήλθεν ό Αφέντης του τόπου από τά άκρα του κόσμου, νά σας ελευθέρωση, ού μόνον από τους τυράννους σας, τους Τούρκους, άλλά καί από τους έτι σκληρότερους τών Τούρκων κοτσαπασήδες, οίτινες είναι άπανθρωπότεροι καί αυτών τών τυράννων. Αυτά καί άλλα έτι χειρότερα τά διεκήρυττον αναφανδόν καί ενίοτε παρόντων καί ημών ως άστειότητας δήθεν ό Παπαφλέσιας, ό Αναγνωσταράς καί οι όμοιοί των τυχοδιώκται ειςτην άγέλην έκείνην τού άνοήτου όχλου, ήτις συνεπληρούτο άπό Τσακώνους βάναυσους καί από άλλην πανσπερμίαν απατρίδων καί τυχοδιωκτών, να τους ερεθίσουν, να κινήσουν τό καθ' ημών μίσος των, να κάμουν καθ' ημών κίνημα στασιαστικόν, να επιτύχουν περίστασιν άρμοδίαν νά μας φονεύσουν. Ήμείς βλέποντες ενα τοιούτον άπροσδόκητον, καταχθόνιον σκοπόν, συνήχθημεν άπαντες οί πρόκριτοι εις την οικίαν, εις ήν κατώκει ό Πετρόμπεης (ώς εύρυχωροτέραν) νά σκεφθώμεν τί πρέπει νά άκολουθήσωμεν εις αυτήν τήν δεινήν περίστασιν. Καθότι ό Υψηλάντης με τούς περί αυτόν είχον προετοιμάσει εις τήν όδοιπορίαν τους ενα όργανισμόν εις τον όποίον άπήτει, ώς πληρεξούσιος τοΰ Γενικού Επιτρόπου της Αρχής, νά τον γνωρίσωμεν δικτάτορα καί άνώτατον άρχοντα του Έθνους με τον τίτλον τοΰ Αρχιστρατήγου, νά κινή καί όδηγή τάς κατά ξηράν καί θάλασσαν στρατιωτικάς δυνάμεις, κατά τό δοκούν, χωρίς νά χρεωστή νά δώση λόγον εις κανένα νά κυβερνά απολύτως, νά διοργανώση τάς επαρχίας, νά διορίζη όλους τους υπαλλήλους εις όλους τούς κλάδους της δημοσίου υπηρεσίας καί όλας τάς πολιτικάς αρχάς κατ' άρέσκειαν, καί απολύτως νά έχη δέ καί έν γνωμοδοτικόν συμβούλιον κατ' έκλογήν ιδίαν. Καί άλλους τοιούτους παραλογισμούς άπήτει, ώστε καί κατακτητής αν ήτον, καθώς ό Σουλτάν Μεχμέτης, ό μέγας εκείνος κατακτητής τής Κωνσταντινουπόλεως, καί αν είχε μικράν τινα φρόνησιν, έπρεπε νά χαρίση εις τούς κατακτηθέντας ομοθρήσκους του έν τουλάχιστον προνόμιον, νά έφελκύση προς εαυτόν κατ' έπιφάνειαν τήν άγάπην καί τό σέβας τών υπηκόων του. Άλλ' αυτός έλθών εις τήν Πελοπόννησον, γυμνός, άνευ χρημάτων, άνευ στρατευμάτων, άνευ στόλου, άνευ τροφών καί πολεμοεφοδίων, άνευ όπλων, άνευ κανενός μέσου βοηθητικού καί συστατικού παρά μέ ολίγους τινάς άπάτριδας, φερεοίκους τυχοδιώκτας, οί οποίοι τον κατήντησαν γελοίον και εις τόσην παραφροσύνην, ώστε νά άπαιτή αύτοκρατορίαν, καί πότε; Εις την αρχήν μιάς τρομεράς Επαναστάσεως καθ' ενός ετι τρομερωτέρου καί ίσχυρού τυράννου εις περίστασιν καθ' ήν ή Ελλάς ετρεχεν είς την έσχάτην άπελπισίαν καί εις τον άναπόφευκτον κίνδυνον της καταστροφής, ένεκα της αποστροφής καί του μίσους, το όποίον έλαβον κατά της Επαναστάσεώς μας όλοι οί Βασιλείς καί Αυτοκράτορες της γης, έν καιρώ τής Ίεράς εκείνης Συμμαχίας.
Πηγές:Κανέλλος Δεληγιάννης-Απομνημονεύματα.
Την επαύριον έφθασε καί τό φέρον τον Ύψηλάντην πλοίον, καί άφού ήγκυροβόλησεν, έχαιρέτησε μέ 21 κανονιοβολισμούς τον άντεχαιρετήσαμεν καί ήμείς έξωθεν μέ τρεις τουφεκοβολισμούς έκαστος στρατιώτης κατά τάξιν, όντες συναγμένοι υπέρ τούς 1.000. Έμβήκαμεν αμέσως εις τάς λέμβους καί άνέβημεν εις τό πλοίον προς έπίσκεψίν του, τον όποιον εύρομεν καθήμενον εις τό κατάστρωμα εις μίαν πολυτρόναν. Τον έπροσφέραμεν τάς συγχαρητηρίους ευχάς μας διά τό εις την πατρίδα αίσιον εύόδιόν του, αλλά μάς εδέχθη όσποραδικώς, ως ήγεμών Φαναριώτης, κινών μόνον την κεφαλήν, χωρίς νά άσηκωθη όρθιος, ή νά κινηθή. Μετά τινα δέ στιγμήν ήλθον ό Παπαφλέσιας, ό Αναγνωσταράς καί ό Κολοκοτρώνης καί συντροφιά. Τούτους ίδών άνεσηκώθη αμέσως, έτρεξε προς τήν είσοδον καί έναγκαλισθείς αυτούς τούς έφίλησε κάμνων προς αυτούς τάς πλέον τρυφερωτέρας περιποιήσεις καί ομιλίας. Αυτό τό περιστατικόν μάς έδωκεν αιτίας δικαιολογημένας νά συλλογισθώμεν πολύ, αλλά χωρίς νά άποδείξωμεν δυσαρέσκειάν τινα. Έξήλθομεν τοΰ πλοίου καί έχοντες έτοιμασμένον λαμπρόν στρατιωτικόν γεύμα, συνεφάγομεν άπαντες• έκάμαμεν άρκετάς προπόσεις καί μετά τό γεύμα του έπροσεφέραμεν ημείς οι αδελφοί Δεληγιαννααίοι ένα λαμπρόν καί έκλεκτόν ίππον μέ τήν ιπποσκευήν του, (τον όποίον διε-τήρησε μέχρι της άποβιώσεώς του) καί ούτως άναχωρήσαντες εκείθεν έφθάσαμεν εις τήν Βέρβαιναν, όπου εύρομεν τον Πετρόμπεην μετά τών αδελφών του Κυριακουλη καί Άντω-
νάκην μέ έπέκεινα των διακοσίων Μανιατών και πολλώ άλλων προκρίτων των επαρχιών, οίτινες τον ύπεδέχθησαν Έφερε δέ μεθ' έαυτού ό Υψηλάντης τον Κατακουζηνόν, το Τυπάλδον Κοζάκην, τον Άναγνωστόπουλον, και άλλους τοι ούτους, ως συμβούλους, και τον Βάμβαν άρχικαγκελάριον τη νέας όσποδαρίας του, νομίσαντες οι άνω ρηθέντες τυχοδιώκται, ότι θα εύρουν τσαρατάνους της Βλαχίας να σχηματίσουν τάς αρχοντιάς της όσποδαρίας εκείνης.
Φθάσαντες ούν εις την Βέρβαιναν και συμφωνήσαντες μ αυτούς ό τε Παπαφλέσιας, Αναγνωσταράς, Κολοκοτρώνη καί τίνες άλλοι τυχοδιώκται φυγάδες και εξόριστοι, νομίσα ντες, ότι εύρον άρμοδίαν την περίστασιν της Έπαναστάσεως και σύμφωνον την κουφότητα του Υψηλάντη (καθώς έπεθυμούσαν δτι ήθελον δυνηθή νά δολοφονήσουν τους έναπολει φθέντας από την αίχμαλωσίαν καί φυλακάς τών Τούρκων ολίγους έγκριτωτέρους της Πελοποννήσου, έως δεκαπέντε (ως έλεγον τότε) μέ τήν σκιάν του ονόματος τοΰ Υψηλάντη νά καθέξουν αυτοί τάς σατραπείας και τοπαρχίας, νά άντικαταστήσουν τους μπέηδες και αγάδες, καί έάν έπετύγχανον αυτόν τον σκοπόν έκέρδιζαν τό πάν κατά τον λογαριασμόν τους. ΄Αν δέ άπετύγχανον, αυτοί δέν είχον τί νά χάσουν, ούτε πατρίδα, ούτε οικογενείας, ούτε ιδιοκτησίας, ούτε τίποτε. ΄Ωστε καί εις τήν Βέρβαιναν ήρχισαν νά κηρύττουν αναφανδόν εις τους συναθροισθέντας έκεί όχλους, δτι ήλθεν ό Αφέντης του τόπου από τά άκρα του κόσμου, νά σας ελευθέρωση, ού μόνον από τους τυράννους σας, τους Τούρκους, άλλά καί από τους έτι σκληρότερους τών Τούρκων κοτσαπασήδες, οίτινες είναι άπανθρωπότεροι καί αυτών τών τυράννων. Αυτά καί άλλα έτι χειρότερα τά διεκήρυττον αναφανδόν καί ενίοτε παρόντων καί ημών ως άστειότητας δήθεν ό Παπαφλέσιας, ό Αναγνωσταράς καί οι όμοιοί των τυχοδιώκται ειςτην άγέλην έκείνην τού άνοήτου όχλου, ήτις συνεπληρούτο άπό Τσακώνους βάναυσους καί από άλλην πανσπερμίαν απατρίδων καί τυχοδιωκτών, να τους ερεθίσουν, να κινήσουν τό καθ' ημών μίσος των, να κάμουν καθ' ημών κίνημα στασιαστικόν, να επιτύχουν περίστασιν άρμοδίαν νά μας φονεύσουν. Ήμείς βλέποντες ενα τοιούτον άπροσδόκητον, καταχθόνιον σκοπόν, συνήχθημεν άπαντες οί πρόκριτοι εις την οικίαν, εις ήν κατώκει ό Πετρόμπεης (ώς εύρυχωροτέραν) νά σκεφθώμεν τί πρέπει νά άκολουθήσωμεν εις αυτήν τήν δεινήν περίστασιν. Καθότι ό Υψηλάντης με τούς περί αυτόν είχον προετοιμάσει εις τήν όδοιπορίαν τους ενα όργανισμόν εις τον όποίον άπήτει, ώς πληρεξούσιος τοΰ Γενικού Επιτρόπου της Αρχής, νά τον γνωρίσωμεν δικτάτορα καί άνώτατον άρχοντα του Έθνους με τον τίτλον τοΰ Αρχιστρατήγου, νά κινή καί όδηγή τάς κατά ξηράν καί θάλασσαν στρατιωτικάς δυνάμεις, κατά τό δοκούν, χωρίς νά χρεωστή νά δώση λόγον εις κανένα νά κυβερνά απολύτως, νά διοργανώση τάς επαρχίας, νά διορίζη όλους τους υπαλλήλους εις όλους τούς κλάδους της δημοσίου υπηρεσίας καί όλας τάς πολιτικάς αρχάς κατ' άρέσκειαν, καί απολύτως νά έχη δέ καί έν γνωμοδοτικόν συμβούλιον κατ' έκλογήν ιδίαν. Καί άλλους τοιούτους παραλογισμούς άπήτει, ώστε καί κατακτητής αν ήτον, καθώς ό Σουλτάν Μεχμέτης, ό μέγας εκείνος κατακτητής τής Κωνσταντινουπόλεως, καί αν είχε μικράν τινα φρόνησιν, έπρεπε νά χαρίση εις τούς κατακτηθέντας ομοθρήσκους του έν τουλάχιστον προνόμιον, νά έφελκύση προς εαυτόν κατ' έπιφάνειαν τήν άγάπην καί τό σέβας τών υπηκόων του. Άλλ' αυτός έλθών εις τήν Πελοπόννησον, γυμνός, άνευ χρημάτων, άνευ στρατευμάτων, άνευ στόλου, άνευ τροφών καί πολεμοεφοδίων, άνευ όπλων, άνευ κανενός μέσου βοηθητικού καί συστατικού παρά μέ ολίγους τινάς άπάτριδας, φερεοίκους τυχοδιώκτας, οί οποίοι τον κατήντησαν γελοίον και εις τόσην παραφροσύνην, ώστε νά άπαιτή αύτοκρατορίαν, καί πότε; Εις την αρχήν μιάς τρομεράς Επαναστάσεως καθ' ενός ετι τρομερωτέρου καί ίσχυρού τυράννου εις περίστασιν καθ' ήν ή Ελλάς ετρεχεν είς την έσχάτην άπελπισίαν καί εις τον άναπόφευκτον κίνδυνον της καταστροφής, ένεκα της αποστροφής καί του μίσους, το όποίον έλαβον κατά της Επαναστάσεώς μας όλοι οί Βασιλείς καί Αυτοκράτορες της γης, έν καιρώ τής Ίεράς εκείνης Συμμαχίας.
Πηγές:Κανέλλος Δεληγιάννης-Απομνημονεύματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου