"ΕΚ ΤΟΙΟΥΤΩΝ λοιπόν συμβεβηκότων φοβηθέντες οί έν Καλαβρύτοις Τούρκοι, έκλείσθησαν όλοι συν γυναιξί και τέκνοις εις δυο πύργους κάί έκεί έστοχάζοντο νά διαφυλαχθούν, έως ότου νά τούς προφθάση άλλοθεν βοήθεια. Εις δε τήν Τριπολιτζάν, γνωστών γενομένων των τοιούτων, εύθύς έφυλάκωσαν τούς Αρχιερείς και Προεστώτας και έξηγριώθησαν οί Τούρκοι εναντίον τών Ελλήνων, έπαπειλούντες γενικόν όλεθρον. Ωσαύτως και έν Πάτραις Τούρκοι, μαθόντες τά τοιαύτα, έμβασαν ευθύς τάς φαμίλιας των εις τό Κάστρον είτα τή κα' Μαρτίου έξήλθον ένοπλοι εις τήν άγοράν τής πόλεως, και περιεκύκλωσαν πρώτον τό όσπίτιον του Ιωάννου Παπαδιαμαντοπούλου, όπου ύπώπτευον ότι ευρίσκονται έναποτεθειμένα άρματα· άλλά, με τό νά εύρον κεκλεισμένος τάς πόρτας, άρχισαν τον πόλεμον έξωθεν, και τού έφόνευσαν εις τό παραθυρον έναν άνθρωπον έπειτα έβαλον πυρκαϊάν εις τά πέριξ όσπίτια. Εις δέ τήν Μητρόπολιν δεν έτόλμησαν νά πλησιάσουν, νομίζοντες ότι εύρίσκοντο μέσα Έλληνες κεκρυμμένοι· έκτυπούσαν όμως άπό τό Κάστρον με τά κανόνια τόσον τήν Μητρόπολιν, όσον και άλλα όσπίτια, ή δέ πυρκαϊά έκτανθείσα κατέκαυσεν ικανά όσπίτια, ότε τινές τών Ελλήνων όπλισθέντες έξήλθον εις τούς δρόμους, οί δέ Τούρκοι ευθύς έκλείσθησαν εις τό Κάστρον. Βλέποντες δέ οί Πατραΐοι "Ελληνες, ότι πλέον δεν επιδέχεται θεραπείαν τό πράγμα, τάς μέν φαμίλιας των έβγαλον έξω τής πόλεως, έγραψαν δέ εις τά Νεζερά προς τον Π. Πατρών, ό τε Νικόλαος Λόντος, ό Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος και άλλοι τινές, νά προφθάση εις βοήθειαν, ότι κινδυνεύει όλη ή πόλις. Όθεν αμέσως ό Π. Πατρών και ό Ανδρέας Ζαΐμης έγραψαν προς τούς Καπιταναίους Κουμανιώτας νά τρέξουν, μέ όσους ανθρώπους έχουν τήν δέ έπιούσαν ήμέραν έκίνησαν και αυτοί, έχοντες περίπου πεντακόσιους στρατιώτας, και έμβήκαν εις τάς Πάτρας· κάί ευθύς έγινε στενότατη πολιορκία τών Τούρκων εις τό φρούριον. Κατά δέ τάς πρώτας προσβολάς έφονεύθησαν τινές τών εχθρών, ότε ήρίστευεν ό τέ Παναγιώτης Καραντζας και ό Σταμάτης Κουμανιώτης, όστις έφονεύθη, κακή τύχη, τήν πρώτην ήμέραν τής εισόδου του. Καί, επειδή πλέον ή σκηνή ήνεώχθη, έγραψαν ευθύς οί Αρχηγοί τής τών Πατρών πολιορκίας άποστείλαντες και ανθρώπους εις τον Πετρόμπεην, εις τούς Δεληγιανναίους, εις τήν Γαστούνην κάί εις άλλα μέρη τής Πελοποννήσου, δίδοντες τήν είδησιν τών συμβεβηκότων και παρακινούντες τους νά μήν αναβάλουν τον καιρόν, ότι πλέον άλλη θεραπεία δέν είναι ότε πρώτοι οί Μανιάται μετά τοΰ Πετρόμπεη έμβήκαν εις τήν Καλαμάτα και ήχμα-λώτισαν τον έκεί Βοεβόδαν Άρναούτογλουν και άλλους τινάς Τούρκους εύρεθέντας έκεί. Εις δέ τά Καλάβρυτα έπολιόρκησαν εις τούς πύργους τούς έκεί Τούρκους, οίτινες μετά ολίγων ημερών άνθίστασιν παρεδόθησαν μέ συνθήκας. Εις δέ τήν Καρύταιναν μετέβη ό Θεόδωρος Κολοκοτρώνης έκ τής Μάνης, κα ενωθείς μετά τών Δεληγιανναιων έλαβον τά όπλα. Όμοίως και είς τήν Γαστούνην και εις άλλας επαρχίας διεθόθη τό πνεύμα τής Επαναστάσεως, και ώπλίζοντο οί Έλληνες. Όθεν οί Τούρκοι τής Πελοποννήσου, μαθόντες τά τοιαύτα, έκυριεύθησαν άπό μέγαν φόβον, και οί μέν Μπαρδουνιώται, κάί Μυστριώται κα Λεονταρίται, και Άνδρουσιάνοι Τούρκοι μετέβησαν άπαντες είς τήν Τριπολιτζάν συν γυναιξί κάί τέκνοις ανεπηρέαστοι· όμοίως κάί οί Άργείοι είς τό Ναύπλιον, και οί Άρκαδινοί εις τήν Μοθώνην και Κορώνην οί δέ Βοστιτζιάνοι μετέβησαν είς τον Σάλωνα· οί δέ Γαστουναίοι έστοχάσθησαν νά καταφύγουν είς τό Λάλα, πλήν, μέ τό νά τούς έκτύπησαν καθ' όδόν τίνες στρατιώται Έλληνες, επέστρεψαν και έκλείσθησαν εις τό παλαιόκαστρον Χλουμούτζι, όπου ύστερημένοι τροφών ήθελε παραδοθούν, πλην μαθόντες τούτο οί Λαλαϊοι έστράτρευσαν προς εκείνο τό μέρος, τους απήλλαξαν της πολιορκίας, και τους μετέφερον είς τό Λάλα συν γυναιξί και τέκνοις οί δέ Φαναρίται Τούρκοι έκίνησαν δια την Τριπλιτζάν, πλην καθ' όδόν τους παρεφύλαττεν εν σώμα στρατιωτών Ελλήνων, τους έκτύπησε και έφόνευσε πολλούς έξ αυτών, οί δε λοιποί βιασθέντες έκλείσθησαν είς τό Παλαιόκαστρον της Καρυταίνης, όπου ήσαν και οί Καρυτινοί. Έκεί λοιπόν συνήχθησαν τα στρατεύματα της Καρυταίνης, ικανοί Μανιάται μετά του Ηλία, υίού τού Πετρόμπεη, οί Λεονταρίται μετά τών Καπιταναίων Νικήτα Σταματελοπούλου κάί Αναγνωσταρά, οί Κουτζιουκμανιώται μετά του Κ(απιτάν) Κεφάλα κάί Παπατζονόπουλου, συμποσούμενοι όλοι μέχρι τών πέντε χιλιάδων, κάί έπολιόρκησαν στενά τό φρούριον της Καρυταίνης, τό όποιον κείται μεν είς όχυράν θέσιν, πλην άνεφοδίαστον διόλου, και παρημελημένον. Όθεν οί πολιορκούμενοι έκ της ελλείψεως τών αναγκαίων ήθελε παραδοθούν, εάν δεν τους έπράφθανεν έν καιρώ βοήθεια έκ της Τριπολιτζάς εξακόσιοι περίπου έφιπποι Τούρκοι, οίτινες, ευθύς όπου έμβήκαν είς τον κάμπον της Καρυταίνης, έβαλον πυρκαϊάν είς πολλά χωρία.
Οί δέ Έλληνες, ασυνήθιστοι τότε κατ'αρχάς τό νά άντιπαρατάττωνται εις πόλεμον, έφυγον άπαντες είς τά ορεινά μέρη της Καρυταίνης, και άφησαν μεμονωμένους τους έκεί Αρχηγούς, ώστε έβιάσθησαν και εκείνοι νά φύγουσι παραιτήσαντες κάί τά άλογα των, κάί ό,τι άλλο είχον οί δέ έκ Τριπολιτζάς εχθροί, παραλαβόντες και τους πολιορκημένους είς την Καρύταιναν συν γυναιξί και τέκνοις, και πλήθος ζώων συνάξαντες έκ του κάμπου, μετέβησαν είς την Τριπολιτζάν ανεπηρέαστοι. Είς δέ τάς Πάτρας έξηκολούθει καλώς ή πολιορκία, κάί έστενοχωρήθησαν τόσον οί εχθροί, ωστε δεν έδύνατο ουδέ νά προκύψουν από τά τείχη συνήχθησαν δέ έκ τών χωρίων ίκανοί στρατιώται είς τάς Πάτρας· ομοίως ηλθεν έκεί και ό Ανδρέας Λόντος μέ 200 περίπου στρατιώτας. Διώρισαν δέ οί Αρχηγοί έργάτας, και έσκαπτον λαγούμι πλησίον είς την πόρταν του φρουρίου, τό όποίον έπροχώρει καλώς έπέτυχον δέ και πέντε κανόνια άπό τά έκεί ευρισκόμενα πλοία, και έκαμαν μπαταρίαν πλησίον του τείχους κάί τά πάντα έπρόβαινον καλώς. Έν τοσούτω οί Αρχηγοί έγραψαν έπιστολάς προς
ένα έκαστον τών έκεί ευρισκομένων Κονσόλων, παριστώντες τά δίκαια, άτινα τους έβίασαν νά λάβουν τά όπλα κατά τών τυράννων, κάί ότι σέβονται τάς Διοικήσεις των, και ότι ελπίζουν την παρά τών Βασιλέων των φιλάνθρωπον κάι χριστιανικήν ύπεράσπισιν, και τους παρεκάλουν νά κάμουν γνωστά τά δίκαια τών Ελλήνων οί δέ Κόνσολοι άπεκρίθησαν έκαστος, ότι θέλει κάμουν τό χρέος των. Έξέδωκαν δέ οί Αρχηγοί και προκηρύξεις είς τους Έλληνας προτρεπτικάς, δι' ων τους ένθύμιζον την προπατορικήν εύγένειαν κάί άνδρείαν. Τούτον ούτως εχόντων έμαθον οί έν Πάτραις Αρχηγοί, ότι ό έκ Σερρών Ίσούφ Πασάς ήρχετο έξ Ιωαννίνων μέ ολίγας δυνάμεις, και έπλησίαζεν είς τό Μεσολόγγιον, όθεν ευθύς απέστειλαν γράμματα προς τέ τους Μεσολογγίτας και Γαλαξιδιώτας, γράφοντες τους, ότι, αν δεν τους τό συγχωρή ή κατάστασίς των νά λάβωσι τά όπλα κατά του έχθρού, καν νά στείλωσιν όλα τους τά πλοία είς τά παράλια της Πελοποννήσου, δια νά μην εύρουν οί έχθροί εύκολον την διάβασιν είς την Πελοπόννησον, και ευκόλως ημπορούν νά προφασισθούν, ότι, μέ τό νά έτυχον τά πλοία τους είς την Πελοπόννησον δι' υποθέσεις εμπορικός, οί Πελοποννήσιοι επαναστάτες τά έκράτησαν βιαίως· τά δέ έξοδα τών πλοίων τους θέλει νά πληρωθούν. Όθεν οί μέν καλοί Γαλαξιδιώται ευθύς έλαβον τά όπλα, και ήτοίμασαν τά πλοία των εναντίον τών εχθρών οί δέ Μεσολογγίται ούδέτερον τούτων έπραξαν, άλλ' ύπεδέχθησαν τον Ίσούφ Πασά, τον ώδήγησαν κάί μετεβίβασαν τό πλείστον μέρος τών στρατευμάτων του δια τών πλοίων τους είς τό Καστέλι της Ρούμελης· εκείνος δέ μετέβη έκεί δια ξηράς. Απεφάσισαν οί έν Πάτραις Αρχηγοί νά άποστείλωσι στρατιώτας νά προκαταλάβουν τά στενά της Κακής Σκάλας, δια νά κτυπήσουν τον Ίσούφ Πασά· πλην μηδέ τούτο τους τό έσυγχώρησαν οί Ρουμελιώται, Όθεν, ευθύς όπου έφθασεν ό Ίσούφ Πασάς είς τό πέρα Καστέλι, απέστειλε ένα άνθρωπόν του μέ γράμμα φιλικόν προς τους Αρχηγούς τών Ελλήνων, ένώ τους ήρώτα, ποίον αίτιον τους έβίασε νά κάμουν έν τοιούτον κίνημα, καί, αν είναι ή αιτία άπό τους Τούρκους, νά παύσωσι μέν τών τοιούτων κινημάτων, νά γράψωσι δέ προς αυτόν τους αιτίους, καί εκείνος θέλει τους παιδεύσει, καί θέλει διορθώσει τά πράγματα, και ύπέσχετο ενόρκως άμνηστίαν και άφεσιν τών προ-γεγενημένων. Οί δέ Αρχηγοί άπεκρίθησαν προς αυτόν, ότι ή μέν αιτία είναι βέβαια άπό τους
Τούρκους, πλην αυτοί, άφ' ου άπαξ έλαβον τα όπλα, απεφάσισαν η νά έλευθερωθώσι της τυραννίας των Τούρκων, ή νά άποθάνωσι. Τοιαύτην άπόκρισιν λαβών ό Ίσούφ Πασάς, άρχισε νά περνά εις τό Καστέλι της Πελοποννήσου μέ τους στρατιώτας του. Μαθόντες δε τούτο οί έν Πάτραις Έλληνες, διώρισαν τετρακόσιους περίπου στρατιώτας νά φυλάττωσι τον δρόμον τον μεταξύ Πάτρας και Καστελίου και άν δοκιμάση ό Ίσούφ Πασάς νά μεταβή εις Πάτρας, νά δώσωσιν είδησιν εις τους Αρχηγούς, δια νά αποστείλουν και άλλην ίκανήν δύναμιν νά τον εμποδίσουν. Άλλά οί διωρισμένοι εις την διαφύλαξιν του δρόμου έστάθησαν εκεί μίαν μόνην ήμέραν, και έπειτα λιποτακτήσαντες επέστρεψαν εις Πάτρας, χωρίς νά δώση τις έξ αυτών είδησιν εις τους αρχηγούς, διά νά αποστείλουν άλλους εις την διαφύλαξιν του δρόμου ή δε αιτία της λιποταξίας των ήτον ή λαφυραγωγία, επειδή οί Τούρκοι μόνον τά ελαφρά πράγματα έμβασαν εις τό Κάστρον, τά δε λοιπά άφησαν εις τά όσπίτια τους· όθεν ό έκ των χωρίων της επαρχίας Καλαβρύτων, και Πατρών, και Βοστίτζης συνηθροισμένος όχλος, όστις συνεκρότει τό στράτευμα, άνθρωποι πτωχοί καϊ ποταποί εδόθησαν εις την άρπαγήν, χωρίς νά φροντίζουν δι' άλλο τί· οί δε αρχηγοί δεν είσηκούοντο, επειδή μηδέ τάξις ητον ακόμη καμμία εις τά πράγματα, μηδέ ενθουσιασμός εθνικός. Έν τοσούτω έλαβον και οί Σαλωνίται τά όπλα, ομοίως και οί Λεβαδίται, και έκλεισαν τους Τούρκους εις τά έκεί ευρισκόμενα παλαιάκαστρα και απέστειλαν εις Πάτρας ζητούντες εφόδια πολεμικά, επειδή πανταχόθεν ήτον έλλειψις τύπου του είδους, ωσάν όπου έκινήθη τό πράγμα άνευ προετοιμασίας ουδεμιάς· και εάν εύρίσκοντο ολίγα εις τάς πόλεις της Πελοποννήσου, έκυριεύθησαν πρότερον παρά τών Τούρκων έκ δε τών Ιονικών νήσων δεν ήτον ευκολον νά μεταφέρουν, διότι τά έμπόδιζεν ή έκεί Διοίκησις σφοδρώς. Είχον φθάσει εις τον Πόρον προ καιρού τινός όγδοήκοντα περίπου βαρέλια μπαρούτι από συνεισφοράς τών έν Σμύρνη Αδελφών, ή πρώτη και μόνη συνδρομή όπου απεστάλη εις τήν Ελλάδα παρά τών Αδελφών της Εταιρίας· άλλά και αυτή εις μάτην, επειδή, μέ τό νά ητον διωρισμένη εις τήν παραλαβήν του Δικαίου Παπά Φλέσια, αυτός ό άλιτήριος και ασυνείδητος τήν παρέλαβε και τήν έπώλησεν, όθεν ήθελε, και έχρηματολόγει, ενώ ή Πατρίς έκινδύνευεν έκ της ελλείψεως τούτου του είδους, όθεν κατήντησαν οί Έλληνες εις τόσην στενοχώριαν, ώστε έσύναζον έκ τών χωρίων τά έκ μολύβδου αγγεία, διά νά κάμουν βόλια. Άλλ' εις τούτο κατ' έξαίρεσιν συνεισέφερεν ή Δημητσάνα, όπου ευρέθη αρκετή ύλη εις κατασκευήν μπαρούτης και προς τον σκοπόν τούτον κατεσκευάσθησαν 14 μπαρουτόμυλοι, άπό τους οποίους έξήρχοντο τό ήμερονύκτιον 300 σχεδόν οκάδες μπαρούτης. Οί δέ έν Πάτραις εύκολύνθησαν κατά τούτο, μέ τό νά έτυχον εκεί εν τζαμί μολυβδοσκεπασμένον, και όλοι εκείθεν έζήτουν. Έν ω δέ ή μπαταρία ένήργει ευτυχώς, κάί τό λαγούμι έπλησίασεν εις τό τείχος του φρουρίου τών Πατρών και έγίνετο ετοιμασία διά νά κρημνίσουν μέρος του τείχους, και νά είσπηδήσουν οί Έλληνες μέσα, βλέπων ό της Αγγλίας Κόνσολος, Φίλιππος Γκριν ονομαζόμενος, ότι κινδυνεύει νά κυριευθή τό φρούριον, απέστειλε διά νυκτός εις τό Καστέλι τον άδελφόν του και δραγουμάνον του Βάρθολδον μέ εν πλοίον, μηνύων εις τον Ίσούφ Πασάν τον κίνδυνον του φρουρίου, άν δεν προφθάση εις βοήθειαν και οδηγώντας τον, τίνι τρόπω νά έλθη και πληροφορώντας τον, ότι ό δρόμος είναι ελεύθερος, τό όποιον ήξευρε μέ τό νά κατεσκόπευε τό μέρος εκείνο, απέστειλε δέ προς αυτόν και σημεία δίχροα όμοια μέ εκείνα όπου εφόρουν οί Έλληνες, διά νά τά μεταχειρισθή εις τους εδικούς του προς άπάτην τών Ελλήνων. Όθεν ό Ίσούφ Πασάς χωρίς άναβολήν τήν ιδίαν νύκτα εκίνησε μέ οκτακόσιους περίπου στρατιώτας, και έφθασεν εις τό φρούριον τών Πατρών, ενώ έξημέρονεν ή Κυριακή τών Βαΐων τή γ' Απριλίου και κατέλαβεν αίφνης τους Έλληνας μή λαβόντας ούδεμίαν προυπάρχουσαν είδησιν παρά τινός, οίτινες όντες και άλλως άτακτοι, κάί πεφοβισμένοι έκ τών ειδήσεων όπου διέσπειρεν ό Κόνσολος Γκρίν, ότι έφθασαν εις τήν Άκαρνανίαν 15 χιλιάδες Αλβανοί κάί πλησιάζει ό τουρκικός στόλος μέ άλλας δυνάμεις, έταράχθησαν μέ υπερβολήν και κατεπλάγησαν, και άρχισαν νά φεύγουν έξω της πόλεως, παραιτήσαντες όλας τάς θέσεις των και τήν μπαταρίαν έρημον. Οί δέ του Ίσούφ Πασά στρατιώται, ένωθέντες μετά τών έν Πάτραις πολιορκουμένων, είς μέν τό μέσον της πόλεως δέν έτόλμησαν νά εισχωρήσουν, ώρμησαν δέ εις τάς άκρας, καί έβαλον πυρκαϊάς είς πολλά μέρη, κάι έπροχώρησαν τινές έξ αυτών έξω της πόλεως μέχρι του Μοναστηρίου Γηροκομείου, και, του χωρίου Έγλυκάδος, έλπίζοντες νά εύρου ν έκεί ικανό ν πράγμα και φαμίλιας, διά νά αιχμαλωτίσουν, πλήν ούδεν εύρον. Οι δέ Άρχηγοί βλέποντες, ότι άφησαν την πόλιν ερημον οί στρατιώται και αυτούς μεμονωμένους με έξήκοντα περίπου μόνον σωματοφύλακας και ότι έκινδύνευον άφεύκτως, εάν έμενον μέσα, έβγήκαν εις τά άκρα της πόλεως, προσπαθούντες δια νά συνάξουν μέρος των διεσκορπισμένων στρατιωτών και νά προκαταλάβουν τά οχυρά όσπίτια της πόλεως· άλλ' εις μάτην έφώναζον, παρεκάλουν, παρεκίνουν, ήπείλουν όθεν έμβήκαν πάλιν εις εν όσπίτιον πλησίον τής Όδηγητρίας, κάί απέστειλαν ανθρώπους έξω, Ισως ανακαλέσουν τινάς, πλην οί πάντες εφευγον, έκτος ολίγων τινών όπου έμειναν κεκλεισμένοι προς το μέρος της Αλεξιωτίσης κάι Αγίας Παρασκευής, οίτινες πολεμούντες έφόνευσαν υπέρ τους εκατόν Τούρκους, εις τους οποίους έφάνησαν τά σημεία, όπου τους έστειλεν ό Γκρίν άλλά κάί αύτοί οί ολίγοι, μη βλέποντες πόθεν βοήθειαν τινά, έξήλθον τής πόλεως περί τό δειλινόν ομοίως κάι οί άρχηγοί έμειναν μέσα έως τό δειλινόν, ότε άπελπισθέντες, και βιασθέντες άπό τάς πέριξ πυρκαϊάς, έξήλθον τής πόλεως ήμίσειαν ώραν μακράν, κάί έδοκίμαζον πάλιν νά συνάξωσι μίαν δύναμιν, κάί νά έμβωσι διά νυκτός μέσα εις την πόλιν πλην ματαίως ήγωνίζοντο, επειδή οί εκ τών χωρίων συνηθροισμένοι στρατιώται, οί περισσότεροι σχεδόν άοπλοι κάί ασυνήθιστοι διόλου νά άντιπαραταχθώσιν εις πόλεμον, και γεννημένοι, και άνατεθραμμένοι εις τον ζυγόν τής δουλείας και τής τυραννίας τών Τούρκων, όχι μόνον τό όνομα Τούρκος άκούοντες εφριττον, άλλ' ουδέ αίσθημα είχον ελευθερίας, και διά τούτο έφευγον άγεληδόν, κάι έκαστος αυτών έφρόντιζε πώς νά φυλάξη τον εαυτόν του. Οί αρχηγοί λοιπόν άνεχώρησαν εκείθεν βεβυθισμένοι εις την λύπην, κάί μέ μόνους τους ολίγους σωματοφύλακας των, κάι ό μεν Ανδρέας Λόντος μετέβη προς τό μέρος τής Βοστίτζης, ό δέ Κερκίνης εις τά Καλάβρυτα, οί Π. Πατρών κάι Ανδρέας Ζαΐμης εις τά Νεζερά, χωρίς νά έχουν μηδέ εφόδια πολεμικά, μηδέ κανέν άλλο άναγκαίον, επειδή έμειναν όλα μέσα εις την πόλιν. Οί δέ Τούρκοι μετά τό δειλινόν τής Κυριακής έκλείσθησαν πάλιν εις τό φρούριον, ύποπτεύοντες, μήπως οί Έλληνες διά νυκτός είσέλθωσι πάλιν εις την πόλιν πλην, άφού είδον την έπιούσαν Δευτέραν, ότι διεσκορπίσθησαν άπαντες, έβγήκαν κάί έπυρπόλησαν τό πλείστον μέρος τής πόλεως, συνάμα κάί τό Ρωσικόν Κονσολάτον ό δέ Κόνσολος Γκρίν, και οί υπάλληλοι του, ομοίως κάί ό Ισπανικός Κόνσολος, Ένρίκος Σέλην, οίτινες εκ πρώτης αρχής μετεχειρίσθησαν μυρίας έπιβουλάς καί προδοσίας κατά Ελλήνων, εύρόντες καιρόν την ήμέ-ραν έκείνην, έγύμνωσαν πολλά όσπίτια κάί εργαστήρια, τά όποία ήτον γεμάτα άπό διάφορον πράγμα, κάί ένεκα τούτου καϊ διά την φυσικήν του προς τους Έλληνας κακίαν, ό Γκριν έδειξε παν είδος απανθρωπιάς έκείνην την περίστασιν, επειδή έζήτησαν τινές γυναίκες αδύνατοι μέ ανήλικα βρέφη νά καταφύγωσιν εις τό Κονσολάτον του, και τάς έδιωξε, κάί τάς έκλεισεν έξω· άπ' εναντίας ό Γαλλικός Κόνσολος Μπουκοβίλ έφέρθη φιλάνθρωπος, και έφύλαξε πολλούς αδυνάτους μέ τό πράγμα των. Μετ' ολίγας δέ ημέρας ήλθον εις τον Κόλπον τής Κορίνθου και εξ πλοία εχθρικά εκ Πρεβέζης, και περιέπλεον εκεί οί δέ πολιορκούμενοι Τούρκοι εις τό παλαιόκαστρον τών Σαλώνων, μετά τών οποίων ήσαν και οί εκ Βοστίτζης, έκυριεύθησαν άπό τους Έλληνας τή θ' Απριλίου, είτα έξηπλώθη ή έπανάστασις και εις τάς πλησίον έκεί επαρχίας, καί εις τάς Θήβας, καί Αθήνας, καί έπολιόρκησαν τους εχθρούς οί Έλληνες."
Παλαιών Πατρών Γερμανός
Απομνημονεύματα
Οί δέ Έλληνες, ασυνήθιστοι τότε κατ'αρχάς τό νά άντιπαρατάττωνται εις πόλεμον, έφυγον άπαντες είς τά ορεινά μέρη της Καρυταίνης, και άφησαν μεμονωμένους τους έκεί Αρχηγούς, ώστε έβιάσθησαν και εκείνοι νά φύγουσι παραιτήσαντες κάί τά άλογα των, κάί ό,τι άλλο είχον οί δέ έκ Τριπολιτζάς εχθροί, παραλαβόντες και τους πολιορκημένους είς την Καρύταιναν συν γυναιξί και τέκνοις, και πλήθος ζώων συνάξαντες έκ του κάμπου, μετέβησαν είς την Τριπολιτζάν ανεπηρέαστοι. Είς δέ τάς Πάτρας έξηκολούθει καλώς ή πολιορκία, κάί έστενοχωρήθησαν τόσον οί εχθροί, ωστε δεν έδύνατο ουδέ νά προκύψουν από τά τείχη συνήχθησαν δέ έκ τών χωρίων ίκανοί στρατιώται είς τάς Πάτρας· ομοίως ηλθεν έκεί και ό Ανδρέας Λόντος μέ 200 περίπου στρατιώτας. Διώρισαν δέ οί Αρχηγοί έργάτας, και έσκαπτον λαγούμι πλησίον είς την πόρταν του φρουρίου, τό όποίον έπροχώρει καλώς έπέτυχον δέ και πέντε κανόνια άπό τά έκεί ευρισκόμενα πλοία, και έκαμαν μπαταρίαν πλησίον του τείχους κάί τά πάντα έπρόβαινον καλώς. Έν τοσούτω οί Αρχηγοί έγραψαν έπιστολάς προς
ένα έκαστον τών έκεί ευρισκομένων Κονσόλων, παριστώντες τά δίκαια, άτινα τους έβίασαν νά λάβουν τά όπλα κατά τών τυράννων, κάί ότι σέβονται τάς Διοικήσεις των, και ότι ελπίζουν την παρά τών Βασιλέων των φιλάνθρωπον κάι χριστιανικήν ύπεράσπισιν, και τους παρεκάλουν νά κάμουν γνωστά τά δίκαια τών Ελλήνων οί δέ Κόνσολοι άπεκρίθησαν έκαστος, ότι θέλει κάμουν τό χρέος των. Έξέδωκαν δέ οί Αρχηγοί και προκηρύξεις είς τους Έλληνας προτρεπτικάς, δι' ων τους ένθύμιζον την προπατορικήν εύγένειαν κάί άνδρείαν. Τούτον ούτως εχόντων έμαθον οί έν Πάτραις Αρχηγοί, ότι ό έκ Σερρών Ίσούφ Πασάς ήρχετο έξ Ιωαννίνων μέ ολίγας δυνάμεις, και έπλησίαζεν είς τό Μεσολόγγιον, όθεν ευθύς απέστειλαν γράμματα προς τέ τους Μεσολογγίτας και Γαλαξιδιώτας, γράφοντες τους, ότι, αν δεν τους τό συγχωρή ή κατάστασίς των νά λάβωσι τά όπλα κατά του έχθρού, καν νά στείλωσιν όλα τους τά πλοία είς τά παράλια της Πελοποννήσου, δια νά μην εύρουν οί έχθροί εύκολον την διάβασιν είς την Πελοπόννησον, και ευκόλως ημπορούν νά προφασισθούν, ότι, μέ τό νά έτυχον τά πλοία τους είς την Πελοπόννησον δι' υποθέσεις εμπορικός, οί Πελοποννήσιοι επαναστάτες τά έκράτησαν βιαίως· τά δέ έξοδα τών πλοίων τους θέλει νά πληρωθούν. Όθεν οί μέν καλοί Γαλαξιδιώται ευθύς έλαβον τά όπλα, και ήτοίμασαν τά πλοία των εναντίον τών εχθρών οί δέ Μεσολογγίται ούδέτερον τούτων έπραξαν, άλλ' ύπεδέχθησαν τον Ίσούφ Πασά, τον ώδήγησαν κάί μετεβίβασαν τό πλείστον μέρος τών στρατευμάτων του δια τών πλοίων τους είς τό Καστέλι της Ρούμελης· εκείνος δέ μετέβη έκεί δια ξηράς. Απεφάσισαν οί έν Πάτραις Αρχηγοί νά άποστείλωσι στρατιώτας νά προκαταλάβουν τά στενά της Κακής Σκάλας, δια νά κτυπήσουν τον Ίσούφ Πασά· πλην μηδέ τούτο τους τό έσυγχώρησαν οί Ρουμελιώται, Όθεν, ευθύς όπου έφθασεν ό Ίσούφ Πασάς είς τό πέρα Καστέλι, απέστειλε ένα άνθρωπόν του μέ γράμμα φιλικόν προς τους Αρχηγούς τών Ελλήνων, ένώ τους ήρώτα, ποίον αίτιον τους έβίασε νά κάμουν έν τοιούτον κίνημα, καί, αν είναι ή αιτία άπό τους Τούρκους, νά παύσωσι μέν τών τοιούτων κινημάτων, νά γράψωσι δέ προς αυτόν τους αιτίους, καί εκείνος θέλει τους παιδεύσει, καί θέλει διορθώσει τά πράγματα, και ύπέσχετο ενόρκως άμνηστίαν και άφεσιν τών προ-γεγενημένων. Οί δέ Αρχηγοί άπεκρίθησαν προς αυτόν, ότι ή μέν αιτία είναι βέβαια άπό τους
Τούρκους, πλην αυτοί, άφ' ου άπαξ έλαβον τα όπλα, απεφάσισαν η νά έλευθερωθώσι της τυραννίας των Τούρκων, ή νά άποθάνωσι. Τοιαύτην άπόκρισιν λαβών ό Ίσούφ Πασάς, άρχισε νά περνά εις τό Καστέλι της Πελοποννήσου μέ τους στρατιώτας του. Μαθόντες δε τούτο οί έν Πάτραις Έλληνες, διώρισαν τετρακόσιους περίπου στρατιώτας νά φυλάττωσι τον δρόμον τον μεταξύ Πάτρας και Καστελίου και άν δοκιμάση ό Ίσούφ Πασάς νά μεταβή εις Πάτρας, νά δώσωσιν είδησιν εις τους Αρχηγούς, δια νά αποστείλουν και άλλην ίκανήν δύναμιν νά τον εμποδίσουν. Άλλά οί διωρισμένοι εις την διαφύλαξιν του δρόμου έστάθησαν εκεί μίαν μόνην ήμέραν, και έπειτα λιποτακτήσαντες επέστρεψαν εις Πάτρας, χωρίς νά δώση τις έξ αυτών είδησιν εις τους αρχηγούς, διά νά αποστείλουν άλλους εις την διαφύλαξιν του δρόμου ή δε αιτία της λιποταξίας των ήτον ή λαφυραγωγία, επειδή οί Τούρκοι μόνον τά ελαφρά πράγματα έμβασαν εις τό Κάστρον, τά δε λοιπά άφησαν εις τά όσπίτια τους· όθεν ό έκ των χωρίων της επαρχίας Καλαβρύτων, και Πατρών, και Βοστίτζης συνηθροισμένος όχλος, όστις συνεκρότει τό στράτευμα, άνθρωποι πτωχοί καϊ ποταποί εδόθησαν εις την άρπαγήν, χωρίς νά φροντίζουν δι' άλλο τί· οί δε αρχηγοί δεν είσηκούοντο, επειδή μηδέ τάξις ητον ακόμη καμμία εις τά πράγματα, μηδέ ενθουσιασμός εθνικός. Έν τοσούτω έλαβον και οί Σαλωνίται τά όπλα, ομοίως και οί Λεβαδίται, και έκλεισαν τους Τούρκους εις τά έκεί ευρισκόμενα παλαιάκαστρα και απέστειλαν εις Πάτρας ζητούντες εφόδια πολεμικά, επειδή πανταχόθεν ήτον έλλειψις τύπου του είδους, ωσάν όπου έκινήθη τό πράγμα άνευ προετοιμασίας ουδεμιάς· και εάν εύρίσκοντο ολίγα εις τάς πόλεις της Πελοποννήσου, έκυριεύθησαν πρότερον παρά τών Τούρκων έκ δε τών Ιονικών νήσων δεν ήτον ευκολον νά μεταφέρουν, διότι τά έμπόδιζεν ή έκεί Διοίκησις σφοδρώς. Είχον φθάσει εις τον Πόρον προ καιρού τινός όγδοήκοντα περίπου βαρέλια μπαρούτι από συνεισφοράς τών έν Σμύρνη Αδελφών, ή πρώτη και μόνη συνδρομή όπου απεστάλη εις τήν Ελλάδα παρά τών Αδελφών της Εταιρίας· άλλά και αυτή εις μάτην, επειδή, μέ τό νά ητον διωρισμένη εις τήν παραλαβήν του Δικαίου Παπά Φλέσια, αυτός ό άλιτήριος και ασυνείδητος τήν παρέλαβε και τήν έπώλησεν, όθεν ήθελε, και έχρηματολόγει, ενώ ή Πατρίς έκινδύνευεν έκ της ελλείψεως τούτου του είδους, όθεν κατήντησαν οί Έλληνες εις τόσην στενοχώριαν, ώστε έσύναζον έκ τών χωρίων τά έκ μολύβδου αγγεία, διά νά κάμουν βόλια. Άλλ' εις τούτο κατ' έξαίρεσιν συνεισέφερεν ή Δημητσάνα, όπου ευρέθη αρκετή ύλη εις κατασκευήν μπαρούτης και προς τον σκοπόν τούτον κατεσκευάσθησαν 14 μπαρουτόμυλοι, άπό τους οποίους έξήρχοντο τό ήμερονύκτιον 300 σχεδόν οκάδες μπαρούτης. Οί δέ έν Πάτραις εύκολύνθησαν κατά τούτο, μέ τό νά έτυχον εκεί εν τζαμί μολυβδοσκεπασμένον, και όλοι εκείθεν έζήτουν. Έν ω δέ ή μπαταρία ένήργει ευτυχώς, κάί τό λαγούμι έπλησίασεν εις τό τείχος του φρουρίου τών Πατρών και έγίνετο ετοιμασία διά νά κρημνίσουν μέρος του τείχους, και νά είσπηδήσουν οί Έλληνες μέσα, βλέπων ό της Αγγλίας Κόνσολος, Φίλιππος Γκριν ονομαζόμενος, ότι κινδυνεύει νά κυριευθή τό φρούριον, απέστειλε διά νυκτός εις τό Καστέλι τον άδελφόν του και δραγουμάνον του Βάρθολδον μέ εν πλοίον, μηνύων εις τον Ίσούφ Πασάν τον κίνδυνον του φρουρίου, άν δεν προφθάση εις βοήθειαν και οδηγώντας τον, τίνι τρόπω νά έλθη και πληροφορώντας τον, ότι ό δρόμος είναι ελεύθερος, τό όποιον ήξευρε μέ τό νά κατεσκόπευε τό μέρος εκείνο, απέστειλε δέ προς αυτόν και σημεία δίχροα όμοια μέ εκείνα όπου εφόρουν οί Έλληνες, διά νά τά μεταχειρισθή εις τους εδικούς του προς άπάτην τών Ελλήνων. Όθεν ό Ίσούφ Πασάς χωρίς άναβολήν τήν ιδίαν νύκτα εκίνησε μέ οκτακόσιους περίπου στρατιώτας, και έφθασεν εις τό φρούριον τών Πατρών, ενώ έξημέρονεν ή Κυριακή τών Βαΐων τή γ' Απριλίου και κατέλαβεν αίφνης τους Έλληνας μή λαβόντας ούδεμίαν προυπάρχουσαν είδησιν παρά τινός, οίτινες όντες και άλλως άτακτοι, κάί πεφοβισμένοι έκ τών ειδήσεων όπου διέσπειρεν ό Κόνσολος Γκρίν, ότι έφθασαν εις τήν Άκαρνανίαν 15 χιλιάδες Αλβανοί κάί πλησιάζει ό τουρκικός στόλος μέ άλλας δυνάμεις, έταράχθησαν μέ υπερβολήν και κατεπλάγησαν, και άρχισαν νά φεύγουν έξω της πόλεως, παραιτήσαντες όλας τάς θέσεις των και τήν μπαταρίαν έρημον. Οί δέ του Ίσούφ Πασά στρατιώται, ένωθέντες μετά τών έν Πάτραις πολιορκουμένων, είς μέν τό μέσον της πόλεως δέν έτόλμησαν νά εισχωρήσουν, ώρμησαν δέ εις τάς άκρας, καί έβαλον πυρκαϊάς είς πολλά μέρη, κάι έπροχώρησαν τινές έξ αυτών έξω της πόλεως μέχρι του Μοναστηρίου Γηροκομείου, και, του χωρίου Έγλυκάδος, έλπίζοντες νά εύρου ν έκεί ικανό ν πράγμα και φαμίλιας, διά νά αιχμαλωτίσουν, πλήν ούδεν εύρον. Οι δέ Άρχηγοί βλέποντες, ότι άφησαν την πόλιν ερημον οί στρατιώται και αυτούς μεμονωμένους με έξήκοντα περίπου μόνον σωματοφύλακας και ότι έκινδύνευον άφεύκτως, εάν έμενον μέσα, έβγήκαν εις τά άκρα της πόλεως, προσπαθούντες δια νά συνάξουν μέρος των διεσκορπισμένων στρατιωτών και νά προκαταλάβουν τά οχυρά όσπίτια της πόλεως· άλλ' εις μάτην έφώναζον, παρεκάλουν, παρεκίνουν, ήπείλουν όθεν έμβήκαν πάλιν εις εν όσπίτιον πλησίον τής Όδηγητρίας, κάί απέστειλαν ανθρώπους έξω, Ισως ανακαλέσουν τινάς, πλην οί πάντες εφευγον, έκτος ολίγων τινών όπου έμειναν κεκλεισμένοι προς το μέρος της Αλεξιωτίσης κάι Αγίας Παρασκευής, οίτινες πολεμούντες έφόνευσαν υπέρ τους εκατόν Τούρκους, εις τους οποίους έφάνησαν τά σημεία, όπου τους έστειλεν ό Γκρίν άλλά κάί αύτοί οί ολίγοι, μη βλέποντες πόθεν βοήθειαν τινά, έξήλθον τής πόλεως περί τό δειλινόν ομοίως κάι οί άρχηγοί έμειναν μέσα έως τό δειλινόν, ότε άπελπισθέντες, και βιασθέντες άπό τάς πέριξ πυρκαϊάς, έξήλθον τής πόλεως ήμίσειαν ώραν μακράν, κάί έδοκίμαζον πάλιν νά συνάξωσι μίαν δύναμιν, κάί νά έμβωσι διά νυκτός μέσα εις την πόλιν πλην ματαίως ήγωνίζοντο, επειδή οί εκ τών χωρίων συνηθροισμένοι στρατιώται, οί περισσότεροι σχεδόν άοπλοι κάί ασυνήθιστοι διόλου νά άντιπαραταχθώσιν εις πόλεμον, και γεννημένοι, και άνατεθραμμένοι εις τον ζυγόν τής δουλείας και τής τυραννίας τών Τούρκων, όχι μόνον τό όνομα Τούρκος άκούοντες εφριττον, άλλ' ουδέ αίσθημα είχον ελευθερίας, και διά τούτο έφευγον άγεληδόν, κάι έκαστος αυτών έφρόντιζε πώς νά φυλάξη τον εαυτόν του. Οί αρχηγοί λοιπόν άνεχώρησαν εκείθεν βεβυθισμένοι εις την λύπην, κάί μέ μόνους τους ολίγους σωματοφύλακας των, κάι ό μεν Ανδρέας Λόντος μετέβη προς τό μέρος τής Βοστίτζης, ό δέ Κερκίνης εις τά Καλάβρυτα, οί Π. Πατρών κάι Ανδρέας Ζαΐμης εις τά Νεζερά, χωρίς νά έχουν μηδέ εφόδια πολεμικά, μηδέ κανέν άλλο άναγκαίον, επειδή έμειναν όλα μέσα εις την πόλιν. Οί δέ Τούρκοι μετά τό δειλινόν τής Κυριακής έκλείσθησαν πάλιν εις τό φρούριον, ύποπτεύοντες, μήπως οί Έλληνες διά νυκτός είσέλθωσι πάλιν εις την πόλιν πλην, άφού είδον την έπιούσαν Δευτέραν, ότι διεσκορπίσθησαν άπαντες, έβγήκαν κάί έπυρπόλησαν τό πλείστον μέρος τής πόλεως, συνάμα κάί τό Ρωσικόν Κονσολάτον ό δέ Κόνσολος Γκρίν, και οί υπάλληλοι του, ομοίως κάί ό Ισπανικός Κόνσολος, Ένρίκος Σέλην, οίτινες εκ πρώτης αρχής μετεχειρίσθησαν μυρίας έπιβουλάς καί προδοσίας κατά Ελλήνων, εύρόντες καιρόν την ήμέ-ραν έκείνην, έγύμνωσαν πολλά όσπίτια κάί εργαστήρια, τά όποία ήτον γεμάτα άπό διάφορον πράγμα, κάί ένεκα τούτου καϊ διά την φυσικήν του προς τους Έλληνας κακίαν, ό Γκριν έδειξε παν είδος απανθρωπιάς έκείνην την περίστασιν, επειδή έζήτησαν τινές γυναίκες αδύνατοι μέ ανήλικα βρέφη νά καταφύγωσιν εις τό Κονσολάτον του, και τάς έδιωξε, κάί τάς έκλεισεν έξω· άπ' εναντίας ό Γαλλικός Κόνσολος Μπουκοβίλ έφέρθη φιλάνθρωπος, και έφύλαξε πολλούς αδυνάτους μέ τό πράγμα των. Μετ' ολίγας δέ ημέρας ήλθον εις τον Κόλπον τής Κορίνθου και εξ πλοία εχθρικά εκ Πρεβέζης, και περιέπλεον εκεί οί δέ πολιορκούμενοι Τούρκοι εις τό παλαιόκαστρον τών Σαλώνων, μετά τών οποίων ήσαν και οί εκ Βοστίτζης, έκυριεύθησαν άπό τους Έλληνας τή θ' Απριλίου, είτα έξηπλώθη ή έπανάστασις και εις τάς πλησίον έκεί επαρχίας, καί εις τάς Θήβας, καί Αθήνας, καί έπολιόρκησαν τους εχθρούς οί Έλληνες."
Παλαιών Πατρών Γερμανός
Απομνημονεύματα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου