"Και μείζον΄όστις αντί της αυτού πάτρας Φίλον νομίζει,τούτον ουδαμού λέγω." ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Σάββατο 13 Ιουνίου 2009

Κυβερνήτης-Υψηλάντης-Αυγουστίνος.











Μάχη του Μαρτίνου.

Μεθ' ημέρας δεκαπέντε διέβη ο Στρατάρχης εις Αράχωβαν, διορίσας πρώτον εις τας ακολούθους θέσεις στρατιωτικήν δύναμιν, τόσον διά φύλαξιν των μερών εκείνων, όσον και δι' ολιγότερον βάρος των Αραχωβίτων' ο Κριζώτης ετοποθετήθη εις την Μονήν του οσίου Λουκά, ο ίππαρχος Χατζή Χρήστος με το ιππικόν εις τα Ασπρα Σπίτια, ο Δ. Μορφόπουλος εις Αταλάντην, ο Βάσος Μαυροβουνιώτης εις χωρίον Μαρτίνον' ενώ ούτοι παρεχείμαζον, απροσδοκήτως εισέβαλε διά των Θερμοπυλών ο Μαχμούτ Πασάς κατά την εικοστήν τετάρτην Δεκεμβρίου, συνοδευμένος με πέντε χιλιάδων πεζικόν και πεντακόσιους ιππείς' διευθύνθη με την πλέον δυνατήν ταχύτητα διά την Λιβαδείαν, ώστε οι εν τη πόλει παρευρεθέντες προ ολίγων ωρών, μαθόντες την εισβολήν και πλησίασμα του, μόλις έσωσαν εαυτούς διά της φυγής εις τα πλησιέστερα δάση και βουνά' στρατοπεδεύσας απήλθε την τρίτην ημέραν εις τας Θήβας να συσκεφθή μετά του Ουμέρ Πασά Καρύστου περί πολεμικών κινημάτων, εμπειροπολέμου όντος αυτού και γνώσεις τοπικάς και των διατρεχόντων ευκρινεστέρας έχοντος' ενέκριναν λοιπόν εκ συμφώνου να κτυπήση κατ' αρχάς ο Μαχμούτ Πασάς τον Μαυροβουνιώτην, μετά δε τούτο τα λοιπά σώματα, ως η περίστασις έμελλε να τους οδηγήση' δεν εβράδυνε να μάθη το σχέδιον των Πασάδων και να το γνωστο­ποίηση αμέσως προς τον Στρατάρχην' την είδησιν ταύτην νομίσας ο Στρα­τάρχης ως αδέσποτον, ή μάλλον στρατήγημα των Πασάδων, δεν έδωκε κατ'αρχάς την ανήκουσαν πίστιν εις τους λόγους του χιλιάρχου, αλλ' επληροφορήθη ταυτοχρόνως από αναφοράν του Ν. Κριζώτου, προς ον καταφυγόντες δύο ιππείς λιποτάκται εξέφρασαν τον σκοπόν του Μαχμούτ Πασά' ο Στρατάρχης διέταξε παρευθύς τον Μαυροβουνιώτην να οχυρωθή και κτυπήση τον εχθρόν με την συνήθη ελληνικήν ανδρείαν, τον δε Μορφόπουλον ν' αφήση την Αταλάντην και συσσωματωθή άνευ μικράς αναβολής με τον Μαυροβουνιώτην εις το Μαρτίνον, όπου μέλλει να συγκροτηθή η μάχη' η προς τον Μορφόπουλον διαταγή του Υψηλάντη δεν ενεργήθη διόλου' ημείς μην έχοντες σαφείς πληροφορίας περί τούτου, ούτε εις τας κατ' αυτού ρη­θείσας κατηγορίας επιστηριζόμενοι, δεν τολμώμεν να ελέγξωμεν τον άνδρα, αποδειχθέντα φιλότιμον εις άλλας συμπεσούσας περιστάσεις του Ιερού αγώνος' ο Μαυροβουνιώτης εν τοσούτω αφού οχύρωσε τας αναγκαίας θέσεις καθ' όσον η χρεία τον ωδήγει, έπεμψε διαφόρους εμπροσθοφυλακάς προς γνώσιν της οδού εκείνης, δι' ης ο εχθρός διευθύνετο κατ' αυτού' μαθών ότι επλησίαζε προς το μέρος της Λούτσας, διέταξε τον πρώτον πεντακοσίαρχον να κινηθή κατ' αυτού με διακόσιους στρατιώτας προς παρατήρησιν των κι­νημάτων του' ιδών αυτόν στρατοπεδεύσαντα και διανυκτερεύσαντα εις Λούτσαν, επέστρεψε εις Μαρτίνον'
ενισχύσας, ως είρηται, ο Μαυροβουνιώ­της τ' αναγκαία οχυρώματα, διέταξε τον πρώτον πεντακοσίαρχον Τριαντάφυλλον Τσουρά να φυλάξη τα ακρινά σπίτια, τον δεύτερον, Ιωάννην Κλί­μακα, το κέντρον του χωρίου διά να υπερασπίζη τα νώτα του πρώτου, αυτός δε λαβών μεθ' εαυτού ως εκατόν επίλεκτους στρατιώτας, περιεφέρετο εις τα οχυρώματα ως δύναμις επικουρική.
Πρωίας γινομένης εφάνη ο εχθρός ερχόμενος εκ του δυτικού μέρους του χωρίου' ο Πασάς ην επικεφαλής του ιππικού, οι δε αξιωματικοί ωδήγουν το πεζικόν' αφού εστάθη πυροβόλου βολής διάστημα εκύτταξε περιέργως τα ελληνικά οχυρώματα' συσσωματωθέντες επομένως προσηύχοντο κατά το σύνηθες, μετά δε την προσευχήν αποσπάσαντες τα ξίφη ώρμησαν μεγαλοφωνούντες' μολονότι οι Έλληνες διά του συνεχούς πυροβολισμού τους αντέκρουσαν ανδρείως, εκείνοι διά της πρώτης πεισματώδους ορμής επροχώρησαν εις τα ενδότερα του χωρίου, ελπίζοντες να εύρωσι κενά τα σπίτια και εμβάντες να κτυπήσωσι τους Έλληνας' απαντήσαντες και εντεύθεν την ιδίαν ανθίστασιν, παρατηρήσαντες εν ταυτώ και την επικίνδυνον θέσιν των, μετά δύο ωρών αμυντικήν μάχην ετράπησαν ατάκτως εις φυγήν'
οι Έλληνες εξελθόντες των οχυρωμάτων εδίωξαν αυτούς έως εις την Λάσπην' εφόνευσαν υπέρ τους πεντήκοντα εκτός των πληγωμένων, εκ των Ελλήνων ετραυματίσθησαν τρεις ακινδύνως, έλαβον ικανά λάφυρα όπλων, φορτηγών ζώ­ων, χρημάτων και τρεις σημαίας' οι αξιωματικοί και στρατιώται εδείχθησαν χωρίς εξαίρεσιν ανδρείοι' καθ' ην στιγμήν κατεδιώκοντο οι εχθροί, απροσ­δόκητος θύελλα μετά ψυχρότατου ανέμου και χιόνος εσυνώδευσεν αυτούς, τους δ' Έλληνας εβίασε να επανακάμψωσιν εις τας πρώτας των θέσεις, ψάλλοντες τα επινίκεια.
Ακούσας ο Ουμέρ Πασάς την νίκην των Ελλήνων, ανεχώρησεν αμέσως διά την Εύβοιαν, αφήσας ικανήν φρουράν εις τας Θήβας' ευαγγελισθείς εκ του ετέρου ο Στρατάρχης τον θρίαμβον του Μαυροβουνιώτου, ητοιμάζετο και ο ίδιος να κινηθή κατά του Μαχμούτ Πασά η δριμύτης του χειμώνος και η έλλειψις τροφών και την εκστρατείαν του πρώτου εμπόδισε και του δευ­τέρου το στρατόπεδον διέλυσε και εβίασε να φύγη ατάκτως, μηδενός διώκοντος, διά την Λαμίαν και με σημαντικήν καθ' οδόν ζημίαν φορτηγών ζώ­ων και ασθενών στρατιωτών.
Οι θρίαμβοι ούτοι του Υψηλάντη, όσον εχειροκροτούντο από το Έθνος και εκτείνοντο αι ελπίδες του διά τα περαιτέρω,
τόσον αι καρδίαι τινών υ­παλλήλων της Κυβερνήσεως έπασχον από παλμούς αντιζηλίας και αντενεργείας κατ' αυτού' ιδούσα η Κυβέρνησις ελευθέραν σχεδόν την Ανατολικήν Ελλάδα από Τούρκους, ομοίως και την Δυτικήν οδηγούντος του στρατηγού Ρ. Τζιούρζ Άγγλου, ενέκρινε να διορίση τον Αυγ. Α. Καποδίστριαν γενικόν πληρεξούσιον των όπλων και όλων των επαρχιών της Στερεάς Ελλάδος' άν-θρωπον άπειρον διόλου των πολεμικών και πολιτικών, μικρύνουν, ψοφοδεή' διά να μη δείξη εις τα όμματα της Ευρώπης, ότι τον υψώνει εις αυτόν τον βαθμόν αυθαιρέτως, έλεγεν εις την αρχήν της διαταγής της, ότι, κατ' αίτη-σιν όλων των πολεμικών και πολιτικών της Ελλάδος, διορίζει τον Αυγουστίνον Καποδίστριαν γενικόν πληρεξούσιον των πολεμικών και πολιτικών της Στερεάς Ελλάδος, ενώ ούτε πολεμικός, ούτε πολιτικός τις ποτέ τον εζήτησεν' εντοσούτω πλεύσας, περιστοιχισμένος με τοιούτον υψηλόν βαθμόν,διά του δικρότου «Ελλάς», έφθασεν εις τον Κορινθιακόν κόλπον, λιμενισθείς άντικρυς της Αντικύρρας, (μετόχι του οσίου Λουκά) απέβη εις την ξηράν, όπου απήλθεν ο Υψηλάντης καί τίνες οπλαρχηγοί εις προϋπάντησιν και δεξίωσιν του πληρεξουσίου της Ρούμελης' έπειτα από τας κοινάς και συνή­θεις ομιλίας, ανέφερεν ο Στρατάρχης προφορικώς την κατάστασιν του στρατιωτικού και των εν τη Ελλάδι διατρεχόντων' ο πληρεξούσιος ολίγην ακρόασιν έδωκεν εις τους λόγους του, ως επομένως γνωσθήσεται' αποχωρισθέντες εκείθεν; ο μεν πληρεξούσιος απήλθε διά θαλάσσης εις τον λιμένα Αμφίσσης (Σκάλαν), ο δε Στρατάρχης διά ξηράς εις Αράχωβαν'
αι αλλόκο­τοι διαταγαί του πληρεξουσίου επέμποντο αλλεπάλληλοι προς τους πολεμι­κούς και πολιτικούς, τας οποίας αν εξηγήσωμεν λεπτομερώς και δυσπιστίαν και πάθος ίσως θέλομεν δείξη προς τον αναγνώστην' δεν δυνάμεθα όμως εκ του ετέρου να σιωπήσωμεν τας εκ τούτων προκύψασας σημαντικός προς την πατρίδα ζημίας.
Καθ' ην εποχήν επάτησεν ο πληρεξούσιος την ξηράν, η Ανατολική Ελ­λάς, ως προείρηται, μέχρι των Θερμοπυλών (εκτός Αττικής και Βοιωτίας), ην ελευθέρα από Τούρκους'
ο Στρατάρχης ταυτοχρόνως ητοίμαζε να πέμψη δύο χυλιαρχίας εις την Εύβοιαν να επαναστατήσουν τους κατοίκους και πολιορκήσωσι το φρούριον, αυτός δε με άλλας δύο να εισβάλλη εις την Αττικήν' η κυρίευσις αμφοτέρων ην σχεδόν αναμφίβολος' διότι εστενοχωρούντο από έλλειψιν τροφών, μόλις εύρισκον ν' αγοράσουν ψωμί και τούτο ανά τέσσαρα ήμισυ γρόσια την οκά' ο πληρεξούσιος, σκοπόν έχων να γνωρισθή πολιορκητής της Ναυπάκτου, ου μόνον το σχέδιον αναίρεσεν, αλλά δύο α­κόμη χιλιαρχίας και το ιππικόν του αφαίρεσε' βλέπων ο Στρατάρχης το ανόητόν του κίνημα, εξέφρασε προς αυτόν τα εφεξής.
«Κύριε! αν έχετε σκοπόν να κυριεύσετε την Ναύπακτον με έφοδον, δεν σας αρκούν ούτε δέκα χιλιαρχίαι, εάν δε, να την πολιορκήσετε, αρκεί μία διό­τι οι εν τω φρονρίω εχθροί δεν είναι πλειότεροι των πεντακοσίων ενόπλων και το κυριότερον, ούτ' ελπίδα τινά εξωτερικής επικουρίας προσμένουσι, ε­πειδή το στενόν της Ακαρνανίας, Μακρυνόρον, φυλάττεται από τα υπό την οδηγίαν του Ρικάρδου Τζιούρζ Ελληνικά όπλα, ως αι Θερμοπύλαι, από τα ιδικά μας τούτου ένεκα η Ναύπακτος μέλλει να παραδωθή χωρίς πόλεμον, καθώς και το Μεσολόγγιον' η άωσις των Αθηνών και Ευβοίας, είναι τα σημαντικώτερα και σωτηριωδέστερα μέτρα της Ελλάδος και έτι μάλλον της Ευ­βοίας».
Επίμων ο πληρεξούσιος εις την γνώμην του, δεν επείσθη εις τους ορ­θούς λόγους του Υψηλάντη, διά να τον αναπαύση όμως κατά το φαινόμενον, τω υπεσχέθη μεταξύ δεκαπέντε ημερών να πέμψη οπίσω τας δύο χιλιαρχίας και το ιππικόν, διά να βάλη εις ενέργειαν το σχέδιόν του, αλλ' εκ του ετέρου διέσπειρε σχίσματα εις τας χιλιαρχίας του Ν. Κριζώτη και I. Στράτου, υποσχόμενος προβιβασμούς και χρηματικός δόσεις, διά να τους αποσπάση και εκνευρίση, ει δυνατόν, διόλου τον Στρατάρχην από στρατιωτικήν δύναμιν' ίσχυσαν αι ραδιουργίαι ν' αποσπάσωσι τρεις εκ της πρώτης και τεσσάρας εκ της δευτέρας χιλιαρχίας εκατονταρχίας, τας οποίας ο πλη­ρεξούσιος εδέχθη ευχαρίστως, καταπατήσας αυθαιρέτως το ένατον άρθρον του στρατιωτικού διοργανισμού της Κυβερνήσεως'
η πράξις αύτη επέφερεν ουκ ολίγην αταξίαν και απείθειαν εις το στρατιωτικόν' αγανακτήσαντες οι οπλαρχηγοί και αξιωματικοί περί τούτου, περί των μισθών, και έτι μάλλον περί των αντενεργειών, αι οποίαι έβλαπτον κυρίως τα συμφέροντα της πα­τρίδος, διεύθυνον προς τον Κυβερνήτην την εφεξής αναφοράν.

«Εξοχώτατε Κυβερνήτα

Ο εκλαμπρότατος πληρεξούσιος τοποτηρητής ανεφέρθη αναμφιβόλως εις την Κυβέρνησιν περί των εδώ διατρεξάντων, και με την προσωπικήν συνέντευξίν του θέλει εξηγηθή πληρέστερον περί αυτών ημείς οι υποφαινόμενοι, στοχαζόμενοι ότι ίσως τινές κακοποιοί άνθρωποι εμπορούν να κάμουν παρε­ξηγήσεις εις την Κυβέρνησιν, προθυμοποιούμεθα ν' αναφερθώμεν και αμέσως εις την πατρικήν της πρόνοιαν, διά να παραστήσωμεν την κατάστασίν μας, και ποία τα αίτια, τα οποία μας επαρακίνησαν να ζητήσωμεν τα δίκαια μας' πρέ­πει να είμεθα συγγνωστέοι αν μακρυγορήσωμεν' διότι και η ύλη, η οποία μας παρρησιάζεται είναι μεγάλη, και ο αγών με τον οποίον αντεπαλεύσαμεν, αντιπαλαίομεν, και μέλλομεν ν' αντιπαλεύσωμεν δεν είναι μικρός,
Σ. Κυβέρνησις! χωρίς να λάβωμεν καθ' όλου εις σκέψιν τα παρελθόντα, ας έλθωμεν να εξετάσωμεν τα της εποχής της παρούσης Κυβερνήσεως οι Έλ­ληνες όλοι, η Ελλάς απηλπισμένη επροσκάλεσε Σε Κυβερνήτην' είμεθα πλέον παραβέβαιοι ότι η Εξοχότης σας εχαίρετο, και χαίρεται παντού την πλέον λαμπράν υπόληψιν, και δεν ήλθετε εις την Ελλάδα, παρά να την σώσετε' εις τού­το κανείς δεν αμφιβάλλει, και καθ' όσον παρατηρούμεν, τα πράγματα διό. της θείας προνοίας, και της συνετής Κυβερνήσεώς σας, προοδεύουν κατά την επιθυμίαν όλ,ων των καλών πατριωτών.
Άμα επατήσατε το έδαφος της Ελλάδος, οποίους νόμους και αν εθέσετε εις το Έθνος, όλοι εφάνησαν δεκτοί, και οι Έλληνες αφοσιωμένοι επροσηλώθησαν να τους φυλάξουν, και δι' αυτούς, και διά την σωτηρίαν της κοινής πα­τρίδος να χύσουν και αυτήν την υστέραν ρανίδα του αίματος των.
Εθέσατε στρατιωτικόν οργανισμόν, ποίος δεν έστερξεν αμέσως; κανείς βέβαια δεν παρήκουσεν' οι Έλληνες, επί τη βάσει αυτού του οργανισμού, δεν επλήρωσαν τα ιερά χρέη των; η ανάστασις της Ρούμελης ας το μαρτυρήση' αι σημαίαι της ελευθερίας, κυματούμεναι επάνω εις τόσα λαμπρά φρούρια και πόλεις, ας δώσουν τους αποχρώντας λόγους.
Έπειτα απ' όλα ταύτα τί ακολουθεί; ακολουθεί αναμφιβόλως το να μην ενεργήται ο
στρατιωτικός διοργανισμός μόνον και μόνον διά τους Έλληνας της Στερεάς Ελλάδος' οι Έλληνες Σ. Κυβέρνησις, αφού έμειναν το εν δέκατον αφ' όσοι ήσαν, υπέκλιναν εις τον στρατιωτικόν οργανισμόν, όχι μόνον διά να φονεύωνται, αλλά και να ζουν' είναι βέβαιον ότι κανέν' εμπόριον δεν κά­μνουν όταν λοιπόν δεν τρέφωνται από τους αγώνας των, πώς να ζήσουν; μή­πως είναι μία ημέρα, ή ένας μήνας αφότου στερούνται τα δίκαια των; είναι, Σ. Κυβέρνησις, μήνες εξ, και περιπατούμεν εις τους επτά.
Ότι λοιπόν ο στρατιωτικός οργανισμός δεν ενεργήθη, δεν μένει καμμία αμφιβολία ότι πάλαν η Σ. Κυβέρνησις δεν εφύλαξεν ισοσταθμίαν και δικαιο­σύνη εις όλα τα τέκνα της, και εις αυτό δεν μένει καμμία πρόφασις, διότι όλοι οι πολιτικοί όχι μόνον πληρώνονται κατά μήνα, αλλ' ηύξησαν και οι μισθοί των, μολονότι γράφουν με το αίμα των στρατιωτών μετασχηματισμένον εις μελάνην οι ναύται πληρώνονται, οι τακτικοί παρομοίως, και μόνον οι δυστυ­χείς Ρουμελιώται να μένουν τόσον καταφρονεμένοι, οι οποίοι πάντοτε εφάνη­σαν πρόθυμοι υπερασπισταί της πατρίδος και της Κυβερνήσεως; αυτοί, λέγομεν, οι οποίοι εθυσίασαν τα πάντα, τα οποία ως προς ειδότας είναι βέβαια περιττά. Έ! Σ. Κυβέρνησις! ας θεωρήσωμεν την Ελλάδα ως μίαν άμπελ^ον' επροσκαλχσαμεν την Εξοχότητά σας ως ένα επιστάτην επάνω εις αυτήν η Εξοχότης σας, διά να καλλιεργηθή, και δώση ωφελίμους καρπούς, εδιορίσατε, παραδείγματος χάριν, σαράντα εργάτας να την δουλεύσουν' εξ αυτών είναι δίκαιον να πληρώσετε τους τριάκοντα, τους δε δέκα ν' αφήσετε όχι μόνον α­πλήρωτους, αλλά και καταφρονεμένους, ενώ οι μεν τριάκοντα δεν υποφέρουν τους αγώνας των δέκα, ή να είπωμεν καλώτερα οι δέκα είναι η βάσις, και το υποστήριγμα των τριάκοντα;
Σ. Κυβέρνησις! οι Έληνες ζητούντες το δίκαιον των δεν τρέφουν κανένα άλλον σκοπόν' είναι πάντοτε ευπειθή τέκνα της Κυβερνήσεως, οπόταν και η Κυβέρνησις φροντίζη μητρικώς δι' αυτά οι Έλληνες, βεβαιωθήτε, έφθασαν εις την πλέον ελεεινήν και αξιοδάκρυτον κατάστασιν' άλλο δεν έχουν, παρά μόνον ένα ψωμί, και αυτό, αλοίμονον εις όποιον το φάγηϊ προσφάγι δεν έ­χουν, η γυμνότης βασύεύει εις τρόπον, ώστε απεράσαμεν τους σκλάβους της Αφρικής, και τους παλαιούς είλωτας της Σπάρτης τοιαύτη θλιβερά κατάστασις τίνος ψυχήν, (αν έχη και πέτρινον) δεν εμπορεί να την μαλακώση: καθώς νομίζομεν, αλλ' ουαί, ουαί, την βλέπομεν τόσον σκληράν, ώστε όσοι εσώθημεν από τον εχθρόν, κινδυνεύομεν από τα κακά της στερήσεως.
Εις τοιαύτην περίστασιν και εις τοιαύτην οικτράν έκθεσιν των καθ' ημάς, ζητούμεν από την Σ. Κυβέρνησιν τα ακόλουθα.
Α. Να μας αξιώση της κοινοποιήσεως εκείνων, οι οποίοι αντενεργούσιν εις την πρόοδον των στρατιωτών υπέρ της ανεξαρτησίας του Έθνους.
Β. Διά να ευαρεστηθή να μας αποδώση τα δίκαια κατά τον στρατιωτικόν διοργανισμόν μέχρι της ημέρας, καθ' ην θέλει γίνη η πληρωμή.
Γ. Μετά την πληρωμήν να μας δώση τας βάσεις του παρόντος και νέου άλλου οργανισμού και κατ' αυτάς και η Σ. Κυβέρνησις να βαδίζη και οι Έλ­ληνες ν' ακολουθούν τα ίχνη της' να προκήρυξη, ότι οι Έλληνες μέλλουν να δουλεύσουν κατ' αυτάς και να μας διατάξη τέλος πάντων να εκστρατεύσωμεν όπου είναι η περισσότερα ανάγκη της πατρίδος.
Εάν και μετά ταύτην την έκθεσιν δεν εισακουσθώμεν, τότε βιασμένοι διαμαρτυρούμεθα ενώπιον της Αγίας Τριάδος, ενώπιον της πατρίδος και του έ­θνους και ενώπιον τέλος πάντων του φωτισμένου κόσμου της Ευρώπης, διαμαρτυρούμεθα, λέγομεν, ενώπιον εκείνων δι' όσα μέλλουν ν' ακολουθήσουν οι οποίοι αντενεργούν δι' ημάς και θέλουν ν' αδικούμεθα, να καταφρονούμεθα και να πάσχωμεν ώσπερ Εβραίοι από τα δεινά της γυμνότητος και της στε­ρήσεως.
Εάν δε η Κυβέρνησις δεν αποδείξη τους αντενεργούντας, τότε, φαίνεται, αντενεργεί φανερά η ιδία Κυβέρνησις και ας δώση λόγον δι' όσα μέλλουν ν' ακολουθήσουν.
Σ. Κυβέρνησις! απ'όπου θέλετε ημπορείτε να πληροφορηθήτε πόση ευτα­ξία βασιλεύει εις το στρατιωτικόν ο πολίτης κάμνει ελευθέρως το εμπόριον του, ο δε Έλλην κινδυνεύων εσθίει το ψωμί του με δάκρυα και στεναγμούς. Σ. Κυβέρνησις! όχι Έλληνας να φέρης εις παρόμοιον στάδιον, αλλ' όποιον έθνος της Ευρώπης, ως και αυτόν τον Θεόν με τους αγγέλους, τολμούμεν, αφού τους αφήσης όχι επτά μήνας, αλλ' ένα. αδικημένους και καταφρονημένους, δεν ημπορούν να υποφέρουν.
Αποστέλλομεν εις την Σ. Κυβέρνησιν τον εκατόνταρχον Βαγγέλην Ιωάννου και Κώσταν Λαγουμιστήν και δι' αυτών προσμένομεν εν τάχει την απάντησιν.
Υποσημειούμεθα με σέβας βαθύτατον.
Τη 15 Μαΐου 1829, εξ Αράχωβας.
Οι οπλαρχηγοί
Γεώργιος Δυοβουνιώτης Νικόλαος Κριζώτης
Βάσος Μαυροβουνιώτης Χριστόδουλος Χ. Πέτρου
Διονύσιος Μορφόπουλος Μήτρος Λιακόπουλος
Σπύρος Μίλιος Ιωάννης Κλίμακας
Βασίλειος Μπούσπος και λοιποί αξιωματικοί»

Ούτ' αυτή η αναφορά ίσχυσε ν' αλλάξη το φρόνημα και σκοπούς του Κυβερνήτου τον απεκατέσταινον μάλιστα ημέρα παρ' ημέραν τολμηρότερον υβριστήν των Ελλήνων, μολονότι αυτοί εξηκολούθουν τα χρέη των, καταφρονούντες παν είδος κακοπαθείας διά την προς την πατρίδα αγάπην και προς τον Στρατάρχην υπόληψιν, όστις, καί τοι φύσεως αδυνάτου και εν τρυφηλότητι ανατραφείς, δεν εφαίνετο κατώτερος των άλλων εις την κακοπάθειαν' εν τοσούτω με την ολίγην εκείνην δύναμιν των όπλων, την οποίαν δεν εδυνήθη ο πληρεξούσιος ν' απσπάση, αφού άφησε τας αναγκαίας φρουράς εις Θερμοπύλας, Άμφισσαν, Δίστομον και Αράχωβαν, ώρμησε με μόλις επτακόσιους στρατιώτας εις πολιορκίαν των Θηβών, όπου ήσαν υπέρ τας δύο χιλιάδας πεζικόν και τριακοσίων ιππικόν φρουράν' η τοιαύτη τόλμη του Στρατάρχου εκρίθη ριψοκίνδυνος από τους υπό την οδηγίαν του και εις όσους την ήκουσαν, δυσκόλως έμελλε να ευδοκίμηση η εκστρατεία αύτη, αν η προς τον Αρχηγόν ειλικρινής αγάπη και σέβας των Ελλήνων δεν εξουθένει πάντα κίνδυνον, η διά νυκτός απροσδόκητος τοποθέτησις και σύγχρο­νος οχύρωσις ενέσπειρε το πρωί φόβον εις τους Τούρκους, ηύξησε δε περισσότερον, αφού έμαθαν την κατάληψιν του Ανυφορήτου εν τω μεταξύ, συνέβησαν, τόσον εις Θήβας όσον και Ανυφορήτην διάφοροι ακροβολισμοί, τους οποίους ως μικρού λόγου αξίους περιττόν νομίζω να καταχωρή­σω.
Πηγές:
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΕΡΡΑΙΒΟΣ-ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ ΠΟΛΕΜΙΚΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια: