"Η νίκη της 12-13 Μαΐου 1821 στο Βαλτέτσι αποτελεί το φωτεινό ορόσημο, που θεμελίωσε την ελπίδα της νίκης και έδωσε το όραμα της λευτεριάς στους επαναστατημένους Έλληνες.
Μανιάτες, Μεσσήνιοι και λίγοι Αρκάδες οχυρωμένοι στα ταμπούρια του Βαλτετσίου, αμύνθηκαν με επιτυχία στις επιθέσεις των Τούρκων της Τριπολιτσάς, που ανέρχονταν περίπου σε 10-12.000 άνδρες υπό την ηγεσία του πολέμαρχου Κεχαγιάμπεη Μουσταφά. Πολλά επαναστατικά σώματα Ελλήνων οπλαρχηγών από διάφορα μέρη της Πελοποννήσου, που πολιορκούσαν την Τριπολιτσά, έσπευσαν να βοηθήσουν τους αμυνόμενους. Μετά από σκληρό αγώνα, βλέποντας οι Τούρκοι το ακατάβλητο των Ελλήνων που κρατούσαν τα ταμπούρια και τη συνεχή αύξηση των επιτιθεμένων επαναστατών που τους χτυπούσαν στις πλάτες τους, αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν. Η επιστροφή τους στην Τριπολιτσά έγινε φυγή επονείδιστη και οι περήφανοι κατακτητές πετούσαν τα όπλα τους, για να φτάσουν γρηγορότερα και να εξασφαλίσουν καταφύγιο πίσω από τα τείχη της πρωτεύουσάς τους.
Η νίκη ήταν αναμφισβήτητα όλων των Ελλήνων πολεμιστών. Ακόμη κι αυτοί που δεν πρόλαβαν να φθάσουν στο πεδίο της μάχης, με την απόμακρη παρουσία τους ενδυνάμωσαν το φόβο των Τούρκων, οι οποίοι υποχρεώθηκαν σε φυγή. Αλλά οι Μανιάτες και οι Μεσσήνιοι που πρωταγωνίστησαν στον άθλο του Βαλτετσίου, παραγκωνίστηκαν και έμειναν θεατές στο στεφάνωμα ως νικητή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Ο τελευταίος καρπώθηκε ολοκληρωτικά μια νίκη, από την οποία δεν του ανήκε παρά μόνο ένα μικρό μερίδιο.
Σε μια αναφορά1 της 26 Σεπτεμβρίου 1824 περιγράφεται για πρώτη φορά η νικηφόρος μάχη του Βαλτετσίου από τον Οιτυλιώτη Ηλία Τσαλαφατίνο και τον αδελφό του Ιωάννη Κατσανό, που πρωταγωνίστησαν στο θρίαμβο.
Ο Ηλίας Τσαλαφατίνος είναι μια ξεχασμένη ηρωϊκή μορφή της επαναστάσεως του 1821, ο οποίος στις ημέρες μας έπρεπε να έχει προβληθεί στους νέους σαν πρότυπο, αντί να καλύπτεται από το αδιαφανές πέπλο της λήθης ή ακόμη και της αγνωμοσύνης των Νεοελλήνων. Μα κι αν ακόμη έχουμε να επιδείξουμε από την επανάσταση πολλούς γενναίους πολεμιστές, δεν υπάρχει άλλος απαλλαγμένος από αρχομανία και ιδοτέλεια σαν τον Ηλία Τσαλαφατίνο. Αυτός είναι ο μοναδικός που δεν δέχτηκε το βαθμό του αντιστρατήγου που του απονεμήθηκε και όπως το δικαιολόγησε, μπορούσε πρόθυμα να πολεμά και χωρίς αυτό το αξίωμα. Όταν ακόμη η διοίκηση του χορήγησε 2.000 γρόσια, είπε το ανεπανάληπτο: "αν και πτωχός δεν τα δέχομαι, δια τον λόγον ότι το έθνος είναι πτωχότερον".
Στο απόσπασμα της αναφοράς αυτού του ηρωϊκού Μανιάτη για τη μάχη της 12-13 Μαΐου 1821 στο Βαλτέτσι περιλαμβάνονται τα ακόλουθα, αρχίζοντας την περιγραφή του από τα Βέρβενα, στα οποία βρέθηκε στις αρχές του μήνα:
"Εκείνον τον καιρόν ήλθε και ο μακαρίτης καπ. Κυριακούλης εις Δέρβενα, και απεφασίσαμεν να πάμεν να παντήσωμεν τον μακαρίτην Μπεηζαντέ (Ηλία Μαυρομιχάλη) οπού ήτον εις του Πάπαρη, και οπού το εκρίναμεν εύλογον να πλησιάσω, καθώς ανταμώθημεν. Ο μακαρίτης Κυριακούλης ήθελε να πάμε εις ένα βουνόν να είμασθε καρσί (κατ' ευθείαν απέναντι) εις τα Δέρβενα, ο δε ήρωας Μπεηζαντές και εγώ ηθέλαμεν εις Βαλτέτζι, και έτζι υπήγαμεν, πηγαινάμενοι εκεί αμέσως ο Μπεηζαντές και ο Ηλίας Φλέσσας, και αυτός ήτονε ήρωας. Εζαλώθημεν πέτρες και ως το βράδυ ετελειώσαμεν του Κυριακούλη το ταμπούρι. Εις τον ίδιον καιρόν εμεράσαμεν τα ταμπούρια. Ο μακαρίτης Μπεηζαντές με τους δύο Φλεσσαίους επήραν το εδικό τους. Ο δε Γιάννης Μπεηζαντές με Οικο<νο>μόπουλο και με Κεφάλα έπιασαν το άλλο, ο δε Κατζανός με τους <Μ>Πουραίους έπιασαν την εκκλησίαν, ο δε δυστυχής Τζαλαφατίνος μου δώσανε το έξω ταμπούρι, και μου δώσανε τους Καλαματιανούς, αλλ' η τύχη μου πριν να ανοίξη ο πόλεμος μία ημέρα μου ήλθον εβδομήντα πέντε Λεονταρίται, και αμέσως έβγαλα τους Καλαματιανούς και εκράτησα εκείνους. Την άλλην ημέραν, εις τας τρεις η ώρα έφθασαν οι εχθροί. Οι Λεονταρίται είναι γενναίοι, μα αμαθείς και μου εδειλίασαν βλέποντας ένα πλήθος όπου μας εμβήκαν εις τις πλάτες, οπού ήτον ο ίδιος ο Κεχαγιάς. Ετότες τους ωρκώθηκα, ότι όποιος βουληθή να φύγη εγώ τον σκοτώνω και τους παίρνω και τους βάνω κάθε ένανε εις τον τόπον του, και όντας να βγάζουν τα κεφάλια τους από πάνω τους έκαμα του καθενός το μασγάλι του, και τους εδιόρισα τα μισά τουφέκια να αδειάζουν, και τα μισά να γεμίζουν, και αν δεν πρωτοβαρέσω εγώ εσείς να μην σεισθήτε. Σας ορκώνομαι την ορμήν των Αρβανιτών έως διακόσια μπαϊράκια όπου οι μπαρακταραίοι έπεφταν, και κατόπιν οι άλλοι τα παίρνουν έως ήλθαν και μας τα στήσαν εις τα ταμπούρια μας, και από μέσα εμείς τους τα επήραμεν σκοτώνοντας όμως τους μπαρακταραίους, αλλιώτικα δεν ηύρα τζαρές να κόψω την ορμήν, τους έδειξα την τέχνην των στρατιωτών με τις πέτρες, και ετότες εκόπηκε η ορμή τους. Οι καλοί Έλληνες σαν έμαθαν την τέχνην έριχναν λιθάρι υπέρ τας τρεις οκάδας. Τα άλλα ταμπούρια είπαν <α>πάς (απάνω) του Τζαλαφατίνου το ταμπούρι, μα βοήθεια δεν ημπόρουνε να μου κάμουν διατί επολέμουνε όλα, και αν ήθελε πάγη το εδικό μου ταμπούρι ο Θεός συγχωρέση και τα άλλα. Με το βασίλευμα του ήλιου ήλθε ιμτάτι (βοήθεια) ο μακαρίτης ο Ηλίας, ο Φλέσας με τον αδελφό του Νικήτα".
Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της συμβολής του καθενός στη νίκη του Βαλτετσίου, θα πρέπει να εξετάσουμε τα γεγονότα από την αρχή. Όταν στις 23 Μαρτίου 1821 απελευθερώθηκε η Καλαμάτα, όπως ο Θ. Κολοκοτρώνης είπε στη διήγηση των απομνημονευμάτων του: "...εκάμαμε συνέλευσι, πόθεν να πρωτοκινήσωμε τα στρατεύματα. Οι Καλαματιανοί εκατάφεραν τον Μπέη να πάμε εις την Κορώνη δια να μην βάλουν σπαθί οι Τούρκοι στους Χριστιανούς. Εγώ δεν εστρέχτηκα, είπα να πάμε εις την παλαιάν Αρκαδίαν, εις το κέντρο δια να βοηθούμε τους άλλους. Τότενες τους είπα: εάν μου δώσετε βοήθεια από τούτο το στράτευμα, καλώς, ειμή αναχωρώ να υπάγω εις το Κέντρο. Είχα λάβει γράμμα από τον Κανέλο, μ' επροσκαλούσε, ότι είχε 10.000 άρματα, και να έμβω επί κεφαλής...".
Δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ότι η ιδέα στροφής προς το κέντρο του Μοριά ήταν έμπνευση που ανήκε αποκλειστικά στο Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Η ανάγκη πολιορκίας της Τριπολιτσάς από τους επαναστάτες ήταν γνωστή από τα Ορλωφικά. Επειδή όμως ο Θ. Κολοκοτρώνης γνώριζε άριστα τον τόπο, ανέλαβε να οδηγήσει τα Ελληνικά σώματα προς τα μεσόγεια και αρχικά προς το Λεοντάρι, όπου υπήρχε ισχυρή τουρκική παροικία, η οποία όμως αυτοβούλως ασφαλίστηκε στην Τρίπολη.
Από την Ανατολική Μάνη και την επαρχία του Μυστρά ένα μέρος υπό τους Γρηγοράκηδες βάδισε εναντίον του κάστρου της Μονεμβασίας, ενώ συγχρόνως ένα άλλο σώμα υπό τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και τον Αντώνιο Νικολόπουλο στράφηκε προς το κέντρο της Πελοποννήσου και πήγε στη Βλαχοκερασιά, όπου και στις 10 Απριλίου διαλύθηκε από τους Τούρκους της Τριπολιτσάς. Επίσης το στρατόπεδο των Βερβένων σχηματίστηκε από το δεσπότη Βρεσθένης Θεοδώρητο, τον Παναγιώτη Γιατράκο, τον Αναγνώστη Κοντάκη και τον Παναγιώτη Ζαφειρόπουλο κ.α. Ακόμη η συγκέντρωση των Καλαβρυτινών στο Λεβίδι δεν έγινε με οδηγία ή εντολή του Θ. Κολοκοτρώνη. Είναι άδικο να μονοπωλείται από έναν μια κίνηση που έγινε από πολλούς. Οι Πελοποννήσιοι καταδίωξαν τους Τούρκους της υπαίθρου και στη συνέχεια στράφηκαν προς τα γειτονικά τους κάστρα, ενώ όσοι δεν αντιμετώπιζαν κοντά τους Τούρκους κατευθύνθηκαν εναντίον της Τριπολιτσάς.
Είναι γνωστό ότι ο Θ. Κολοκοτρώνης με άνδρες του Μούρτζινου, και του Πετρόμπεη στράφηκε προς το κέντρο της Πελοποννήσου. Παράλληλα όμως και ανεξάρτητα από αυτόν βάδισε προς το Λεοντάρι και ο Ηλίας Μαυρομιχάλης με άλλους Μανιάτες. Τελικά στον Άγιο Αθανάσιο της Καρύταινας ο Θ. Κολοκοτρώνης με τους Μανιάτες εμπόδισαν με επιτυχία τους Τούρκους του Φαναρίου (Ολυμπίας) να περάσουν από τη γέφυρα και τους ανάγκασαν να διαβούν τον ποταμό με απώλειες ανθρώπων και ζώων.
Στη συνέχεια συγκεντρώθηκαν στην Καρύταινα πολλοί Έλληνες και πολιόρκησαν το κάστρο, στο οποίο εκτός από τους εντοπίους Οθωμανούς είχαν βρεί άσυλο και οι Τούρκοι της Ολυμπίας.
Τουρκικός στρατός από την Τριπολιτσά την 1η Απριλίου ήρθε στην Καρύταινα σε βοήθεια των πολιορκουμένων και διέλυσε χωρίς δυσκολία το ελληνικό στρατόπεδο. Κατόπιν ο Θ. Κολοκοτρώνης, που παρουσιάζει από τότε τον εαυτό τους ως αρχηγό, έμεινε μόνος του στο Χρυσοβίτσι και αναγκάστηκε ο Παπαφλέσσας να του δώσει για συνοδό το Δημήτρουλα Δραγώνα από τη Σέλιτσα, για να μην τον φάνε οι λύκοι, όπως είπε.
Από εκεί ο Θ. Κολοκοτρώνης συναντήθηκε στη Μαρμαριά με τους άλλους οπλαρχηγούς και όπως γράφει: "...εστείλαμεν διαταγαίς εις την Μεσσηνίαν και Μιστρά, και εσυνάχθημεν εις του Μαρμαρά έως 1.200, και από εκεί να πιάσουμε το Βαλτέτζι οπού ήτον αγνάντια από τα Βέρβενα, από το Χρυσοβίτσι και Αλονίσθενα (Καρυτηνά ορδιά). Στο Βαλτέτζι ευρίσκοντο ο Μούρτζινος, Γιατράκος, Κυριακούλης, Ηλίας Μπεηζαντές, Νικηταράς, Αναγνωσταράς, εγώ ήμουν επί κεφαλής...". Όταν στις 24 Απριλίου δέχτηκαν επίθεση του τουρκικού στρατού οι Έλληνες πάλι διαλύθηκαν."
ΠΗΓΕΣ: Σταύρος Γ. Καπετανάκης.(Η Νίκη στο Βαλτέτσι).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου