"Και μείζον΄όστις αντί της αυτού πάτρας Φίλον νομίζει,τούτον ουδαμού λέγω." ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2009

Β' Εθνοσυνέλευση-Πρόκριτοι-Υψηλάντης-Κολοκοτρώνης.

Κολοκοτρώνης-Κόμμα αρχόντων-αρχιστρατηγία.-Οδυσσέας.
Πολιτικές Αποφάσεις
ΑΙ ΕΠΑΡΧΙΕΣ ετοίμαζαν τους πληρεξουσίους δια την Β' Συνέλευσιν. Τους έγραφα να έλθουν να γίνει η Συνέλευσις εις το Ναύπλιο. Το κόμμα των αρχόντων δεν ήθελε να έλθει εκεί, πρώτο διότι ήτο φρούριο, και δεύτερο, διότι το είχα εγώ. Αφί­σα τον Κολιόπουλο φρούραρχο και επέρασα εις την Τριπολιτσά, αντάμωσα την Γερουσία και τον Μαυρομιχάλη, εκάμαμε συμφωνία δια να βαστάξομε εις την Συνέλευση την Γερουσία και να μείνει η Αρχιστρατηγία, ορκωθήκαμε δια να βαστάξομε την σειρά. Τέλος πάντων αποφασίσθη εις το Άστρος να γίνει η Συνέλευσις. Εσυνάχθηκαν μέρος. Εκεί έγραψαν εις τον Μαυ­ρομιχάλη, τάζοντές του να τον κάμουν πρόεδρο φθάνει να υπάγει εκεί. Ο Μαυρομιχάλης αλησμόνησε τους όρκους μας και επήγε, τόσον και ο Παπαφλέσσας και λοιποί. Εσηκώθηκα και εγώ και επήγα εις το Άστρος. Εκεί είμεθα χωρισμένοι φα­νερά δύο κόμματα, το ένα ελέγετο των προεστών και το άλλο του Κολοκοτρώνη. Των προεστών ήτον οι περισσότεροι, ήτον εκατόν πενήντα πληρεξούσιοι και έξη στρατιώτες. (Απρίλ. 1823). Εγώ είχα τον Οδυσσέα, τον Μούρτζινο και άλλους σαράντα πληρεξουσίους με οχτακόσιους.

Αυτοί έφεραν οτρατιώτας για να υποστηρίξουν τη γνώμη τους με την δύναμη και εγώ με την δύναμη εγύρευα να τους ανατρέψω την γνώμη. Εμείς εκαθήμεθα εις τα Μελεγίτικα κο­νάκια και εκείνοι εις τα Αγιαννίτικα, μία τουφεκιά μακριά. Εκείνοι έκαμναν συνεδρίαση και ημείς δεν πηγαίναμε. Αυτοί ήθελαν και εψήφισαν να γίνουν πενήντα στρατηγοί και εκατό πενήντα βουλευτές. Αυτή η πολυαρχία δεν με άρεζε εμένα διατί ο πολύς αριθμός ήθελε μας χάσει καθώς και μας έχασε. Εψήφισαν τόσους στρατηγούς, διατί ενόμισαν να γκρεμίσουν με τούτο την επιρροή την εδική μου. Εψήφισαν να εκποιή­σουν τη γη, με σκοπό να βγάλουν ό,τι είχαν εξοδεύσει, όσα ήθελαν, και να αποζημιωθούν εις γην και να αφήσουν τον λαόν γυμνόν και απ' αυτήν την ελπίδα της γης. Τότε ο λαός εγύρισε με την γνώμη την εδικήν μου. Αυτοί σαν είδαν την κακήν εντύπωσιν οπού έκαμεν η εκποίησις, εβιάσθηκαν να το σβύσουν αυτό το άρθρο. Αυτοί άρχισαν να κολακεύουν τους φί­λους μου και τους έπερναν έναν - έναν με το μέρος τους.

Με επροσκάλεσαν να υπάγω. Επήγα εις ένα περιβόλι, όπου έκαμναν την Συνέλευση και άρχισα να τους ειπώ: «Σεβα­στή Συνέλευσις, δεν είναι καλά αυτά τα ψηφίσματα οπού εκά-ματε, να είναι τόσο πολλοί βουλευταί και τόσο πολλοί στρατη­γοί, διατί θα μας φέρουν τόσα έξοδα και τόσες ζημίες, διότι το έθνος μας είναι πτωχό και δεν ημπορεί να πληρώσει τό­σους πολιτικούς και πολεμικούς ανωφελείς». Ο Ζαΐμης σηκώθηκε τότε και λέγει: «Κολοκοτρώνη! Κολοκοτρώνη! εις το χέρι σου στέκεται να χαθεί η Ελλάς, ή να ελευθερωθεί αν ενωθείς μαζί μας». Τον ερώτησα τρεις φορές: «Εγώ, κυρ Ανδρέα;» Με απεκρίθηκε: «Εσύ!». Έτσι επήγα και εγώ και υπόγραψα, λέγο­ντας: «Ας όψεσθε δια εκείνα, οπού θα ακολουθήσουν κακά εις την Πατρίδα μας δια την πολυαρχία».

Είχαν ψηφίσει πρόεδρο του Εκτελεστικού τον Μαυρομιχά­λη, μέλη τον Ανδρέα Ζαΐμη, Σωτήρη Χαραλάμπη, Ανδρέα Με­ταξά και Αρχιγραμματεα τον Μαυροκορδάτο. Είχαν ψήφισμα να μη βάλουν άλλον εις την δούλευση κανέναν από τους νεο­φερμένους από την Ευρώπη, παρά μόνο τους αυτόχθονας. Ο Παπαφλέσσας, μινίστρος των Εσωτερικών," Βάρβογλης μινίστρος του Δικαίου, Περραιβός, Αναγνωσταράς μινίστροι του Πολέμου, τον Αινιάν μινίστρο της Αστυνομίας, Περούκα μινίστρο της Οικονομίας. Ο Αρχιγραμματεύς του Εκτελεστικού είχε τα χρέη του εξωτερικού. Τότε επροβάλαμε τον Γ. Κου­ντουριώτη πρόεδρο και το εδέχθη, πρόεδρο του Βουλευτι­κού τον Ορλάνδο, αντιπρόεδρο τον Βρυσθένης και ετελείωσε η Συνέλευσις, αφού υπόγραψα εγώ και οι εδικοί μου.

Επήγαμε εις την Τριπολιτσά, εκεί έκαμαν διαταγή Βουλευ­τικό και Εκτελεστικό και εδιόρισαν τον Πάνο φρούραρχο του Ναυπλίου και εβγήκε ο Κολιόπουλος. Εις τρεις ημέρας έβαζον όλους τους εδικούς τους και εκατάτρεχαν τους δικούς μας. Επήρα τον Νέγρη. Εβγαίνομε εις την Σιλήμνα και κάνομε νόμους, αυτοί έμειναν μονάχοι εις την Τριπολιτσά. Ο σκο­πός μας ήτον να στείλομε ανθρώπους εις τας επαρχίας να οι­κονομούν τους στρατιώτας και ημείς να κινήσομε κατά των Τούρκων και να μη γνωρίζομε την κυβέρνηση. Αυτοί είδον την αδυναμία τους, έκαμαν συμβούλιο, έκραξαν τον κυρ Ανα­γνώστη Δελιγιάννη ως μεσίτη δια να δεχθώ τας προτάσεις των. Ο Υψηλάντης ήτον με ημάς, η γνώμη τους ήτον να με βάλουν αντιπρόεδρο του Εκτελεστικού δια να έβγω από τα άρματα, να με αδυνατίσουν. Έστειλαν πρέσβεις· με ευρήκαν εις την Πιάνα, έπειτα από πολλάς δυσκολίας έρχονται' επέ­στρεψα εις την Τριπολιτσά.

1823. Απρίλιος, στοχάζομαι, Άστρος.
Εις την Συνέλευσιν έγινε πρόεδρος ο Μαυρομιχάλης του Εκτελεστικού, ο Ζαΐμης στο Εκτελεστικό, ο Σωτήρ Χαραλά­μπης, ο Ανδρέας Μεταξάς, Αρχιγραμματεύς και Εξωτερικών και Εσωτερικών ο Μαυροκορδάτος. Εις το Βουλευτικό Ορ­λάνδος, και Αντιπρόεδρος ο Βρυσθένης και εβδομήντα Βου­λευτικοί. Εκάμαμε τον όρκον εις το Άστρος και εκινήσαμε δια την Τριπολιτσά' μινίστρος της Δικαιοσύνης ο Μπάρμπογλους, μινίστρος Εσωτερικών ο Παπαφλέσσας, της Αστυνομίας ο Γ. Αινιάν, μινίστρος του Πολέμου ο Αναγνωσταράς και ο Περραιβός, ο ένας δια την Ρούμελη και άλλος δια την Πελοπόννησο.

Πηγαινάμενοι εις την Τριπολιτσά αρχίνησαν τις ραδιουρ­γίες, ότι ήθελαν να βάλουν από το μέρος τους εις όλα τα υπουργήματα, πολιτικά και στρατιωτικά, από τους συγγενείς τους. Εκάμαμε την Συνέλευσιν δια όλην την Ελλάδα, και εκείνοι το καταμέρισαν εις την συγγένειαν και εις τα κόμματα. Επήγα ο ίδιος μια βολά και τους είπα: «Τι είναι αυτό που κά­νουνε οι Μινίστροι, ό,τι σας προβάλλουν κάνετε. Η συνέλευσις σας όρκωσε να τηράτε του έθνους την υπόθεση και να βάλετε εις τα υπουργήματα από όλους να δουλεύουν την Πατρίδα και να πορεύονται και εκείνοι εις την δυστυχία, και εγώ βλέπω τους υπουργούς να κάνουνε κατά μέρος, και έτσι διαιρούνται και οι πολιτικοί, διαιρούνται και τα άρματα». Μου απεκρίθηκαν: «Και αφτούνο το διορθώνομεν». Με λόγο και με έργο ήτον η γνώμη των να βάλουν από τους εδικούς των, και εγώ να αδυνατίσω. Βλέποντας εγώ το πράγμα, όσον επήγαι-νε τόσο χειρότερα, ομίλησα και κάμαμε συνέλευση.

Στην Συνέλευση έγινε ψήφισμα, ότι να μη βάλλουν άλ­λους ξένους, ειμή τον Μαυροκορδάτο δια τα εξωτερικά. Αρ­χίνησαν και έβαλαν φιλικώς, και εκείνα που υπογράψαμε, τα αλησμόνησαν. Τότενες σαν έκαμα συνέλευση, είπαμε: «Τι εί­ναι τούτο που γίνεται πατριώτες; Άλλα υπογράψαμε και άλλα βλέπομε να κάνουν. Ημείς είπαμε, ότι πολιτικώς και στρατιωτικώς να εκλέγουν τους αξίους και εκείνοι να ομιλούν όλοι συμφώνως, και έτσι να τους διορίζουν, και αυτοί το ενα­ντίον». Τότε εκίνησα το μεσημέρι και επήγα εις ένα χωριό απ' έξω από την Τριπολιτσά μία ώρα, και είχαμε και τον Νέγρη (το χωριό Σελίμνα). Ο Υψηλάντης ήτον. Οι βουλευτα[, πλιότε­ροι ήλθαν. Αποφασίσαμε και εκάμαμε ένα νόμο να μην ακούομεν τας διαταγάς· και όσοι είμεθα στρατιωτικοί να πάμε κα­τά τους Τούρκους, όσοι πολιτικοί να μας προβλέπουν από τροφάς και γλυτώσομε την πατρίδα μας, και εκείνοι ας κάθο­νται. Βλέποντες την πανουργίαν οπού είχαν δια να με εξο­ντώσουν, εκείνοι με εδυνάμωσαν.

Τότε άρχισαν καινούριο σχέδιο, και βάνουν μεσίτας, και τον Αναγνώστη τον Δελιγιαννη, που εκράταε το μέσον όρο, ναιδεί ποιος νικάει και στέλνει τον διδάσκαλο τον Θεόδωρο και τον Γιάννη Ράγκο να έλθουν να μου ειπούν να γυρίσω οπίσω, να μη χαλάσει η κυβέρνησις, και έμβα και συ Αντιπρόεδρος. Παρακούοντας ο Αναγνώστης ο Δελιγιάννης, και δια να μη γί­νει εμφύλιος πόλεμος εγύρισα να ιδώ τι θα γίνει και από τού­τη την κυβέρνηση. Έτσι επήγα εις το Εκτελεστικό. Την πρώ-την ημέραν που επήγα, εχαιρέτησα τον Μαυρομιχάλη και λοι­πούς, και μου αποκρίθηκε ο Πετρόμπεης, ότι: «Ως πότε θα χο­ρεύεις Κολοκοτρώνη»; και του είπα: «Όσο τραγουδάτε σεις, χορεύω εγώ. Παύτε τα τραγούδια και παύω τον χορό».

Ακολουθούσαμε το έργο της κυβερνήσεως. Ο Αρχιγραμματέας μας βάνει τον Περραιβό και τον Αινιάν να κάμουν μίαν εταιρία δια την Αττικήν και Εύβοιαν, ότι να έλθουν εδώ να κά­μουν άλλο Γκουβέρνο. Κάνουν ένα μήνα Συνέλευσιν μυστι­κούς, κάνουν δεκατέσσερα κεφάλαια, τα οποία, δεν τα ενθυ­μούμαι, και υπογραφθήκανε πολλοί, και οι δύο μινίστροι, ο ένας της Αστυνομίας και ο Περραιβός, και άλλοι οπού έκανα το μυστικοσυμβούλιο, να το υπογράψομε και ημείς. Τότες το επήρε ο Μαυροκορδάτος να το διαβάσει ως Αρχιγραμματέ-ας. Αρχίνησε και εδιάβασε το πρώτο κεφάλαιο, αργά, το δεύ­τερο κεφάλαιο, που είχε την δύναμη, το εδιάβασε ογλήγορα, δια να μη καταλάβομε τίποτες. Του λέγω εγώ: «Για διάβασε αυτό το κεφάλαιο να μας το εξηγήσεις κ&(ά, να ιδούμε τι εί­ναι». Το εκατάλαβα ότι εμούδιασε, - το εδιάβασε τσάτρα πά­τρα - διάβασε και το τρίτο κεφάλαιο - το εδιάβασε, το ετελείωσε. Τελειώνοντας τα κεφάλαια, έγραφαν ότι όλα τα κεφά­λαια να αλλάξουν, αν ανάγκη, όχι ποτέ το δεύτερο, να μη εγγιχθεί (είχαν και τσεκούρι μέσα). Εγώ εμβήκα σε υποψία.
Ακαρτερώ να ομιλήσουν ο Πρόεδρος και οι σύντροφοι μου, δεν ομίλησε κανείς. Τότε επετάχθηκα εγώ και λέγω: «Κύριε Αινιάν, συ είσαι Μινίστρος, αυτά τα γράμματα - ξεύρω που μαζώνεστε τριάντα ημέρες - διατί δεν ειδοποιούσατε την κυ-βέρνηση και τα φέρετε τώρα να υπογραφτούμε; Δεν είσαι άξιος της Αστυνομίας, κόπιασε στο καλό» - και τα γράμματα εκείνα τα εκρατήσαμε. Το ίδιο έκαμα και του Περραιβού. Δεν επέρασε και εκεί η ραδιουργία τους.

Μετά ημέρες κάνουνε άλλο σχέδιο, ότι ήτανε γέννημα του Μαυροκορδάτου και Ζαΐμη. Το Εκτελεστικό είναι εύλογο να βγει εις τα Δερβένια, να βρει στρατεύματα και να τα βαστάξει' το έφτιασαν μόνοι τους, πρώτα το εστόλιζαν και ύστερα το έβγαναν έξω ένα ένα πρόβλημα. Παράστησαν την ανάγκη του να υπάγει το Εκτελεστικό στα Δερβένια, και εγώ τους εί­πα: «Να στοχαστώ, ας μείνει δια αύριον αυτή η σκέψη». Ερώ­τησα και τον Αναγνώστη τον Δελιγιαννη, και τον Παπαφλέσ­σα, και άλλους του κόμματος μου, και πρώτα δεν το εύρηκαν εύλογο. Γυρίζω εγώ και τους λέγω: «Δεν εβγήκα με τα άρμα­τα εις την Ρούμελη, δεν εβγήκα ούτε πολιτικός, μόλον τούτο ας πάμε». Έτσι αποφασίσαμε την δεύτερην ημέρα δια τον πηγαιμό μας. Όσο που έστερξα τον πηγαιμό μου, άρχισαν άλλο σχέδιο, ότι να πάγει ο Ανδρέας ο Ζαΐμης διευθυντής εις Βοστίτσα και Καλάβρυτα και Πάτρα, δια να πολιορκήσει τους Τούρκους με άρματα, και να πάρει και τον Ανδρέα Μεταξά. Ο Σωτήρ Χαραλάμπης, φοβούμενος μη πάγει εις την επαρχία του, είπε: «Να υπάγω και εγώ», και εμείναμε οι τ^εις, και ήτο πλήρες το Εκτελεστικό. Αποφάσισε να υπάγει και ο Χαραλά­μπης, και έπειτα να γυρίσει όπου είμεθα ημείς. - Λογαριάζαμε να πάμε στα Δερβένια- έτσι ανεχώρησαν δια τα Καλάβρυτα.

Εκείνες τες ώρες που ορδινιαζόμεθα ημείς να πάμε στα Δερβένια με τον αρχιγραμματεα, της επαρχίας Κορίνθου ήτον αγοραστής ένας Κορθινός καλόγηρος με άλλους συ­ντρόφους, και οι Νοταράδες τους κακοφάνηκε, ότι έβαλε πε­ρισσότερο και την πήρε- και πηγαινάμενος στην Κόρινθο να συνάξει τες προσόδους τον εσκότωσαν και έδιωξαν και τουςσυντρόφους του· ήλθε είδηση από την κυβέρνηση. Μου είπε ο πρόεδρος και οι άλλοι οι σύντροφοι μου, δια να πάγω με δύναμη δια να παιδεύσω τους φονείς και να συστήσω τους αγοραστός, και είχαν και επτά χιλιάδας γρόσια έρανο εις την επαρχίαν και να τα συνάξω και αυτά" και εγώ τους αποκρίθηκα: «Δεν πάγω μοναχός μου, διατί, αν καλό κάμω, κακό θα ει­πούνε, δόμουτε και τον Μεταξά, που είναι μέλος της κυβερ­νήσεως, να είναι αυτόπτης, και εις το καλό και εις το κακό, να δώσει της κυβερνήσεως λόγον των πράξεων μου». - Φεύγο­ντας εγώ δεν έμεινε πλήρης η κυβέρνησις, όμως πάμε οι δύο, και ο Πρόεδρος και ο Αρχιγραμματεύς συνάζουν τα πρακτικά και τα αρχεία και έρχονται εις την Κόρινθο και τραβάμε δια τα Δερβένια. Έτσι αποφάσισα να κινήσω με τον Με­ταξά, και εκίνησα με τετρακόσιους στρατιώτας. Αναχωρώ­ντας εγώ με τον Μεταξά δια την Κόρινθο, εγύρισε και ο Σωτήρ Χαραλάμπης εις την Τριπολιτσά.

Εκείνες τες ημέρες το Βουλευτικό και τα δύο άτομα, ο Πρόεδρος και ο Σωτήρ Χαραλάμπης, και ο Αρχιγραμματεύς, που έμεινεν εκεί με το Βουλευτικό (τον πρόεδρο που είχε το Βουλευτικό, ο Ορλάνδος, ανεχώρησε, έμεινε ο Βρυσθένης Αντιπρόεδρος) έκαμαν συνέλευση και αποφάσισαν να στεί­λουν πρέσβυν τον Δελιγιάννην και άλλους να στείλουν εις την Πορτογαλίαν να ζητήσουν βασιλέα. Ο Δελιγιάννης τους αποκρίθηκεν ότι: «Αν δεν ρωτήσω τον αδελφό μου τον Κανέλο και τον Κολοκοτρώνη, δεν ημπορώ να σας δώσω λόγο, διατί είμαι φαμελίτης».

Ορδινιάστηκε το Εκτελεστικό να έλθει στην Κόρινθο, να πάμε στα Δερβένια και εσυντροφεύθηκε ο κυρ Αναγνώστης Δελιγιάννης να έλθει δια ημάς, δια την ομιλία που του εκάμα­με, και ο Μαυροκορδάτος τους είπε ότι: «Δεν είμαι έτοιμος... έρχομαι και εγώ». Ο σκοπός του ήτον να μας συνεβγάλει.Εκίνησαν και ήλθαν και με ηύραν στο Κλημεντοκαισάρι με τον Μεταξά, και είχα και τους αγοραστός βαλμένους εις τάξιν, και τον έρανο μαζωμένο.
Εξετάζοντας ποίος εσκότωσε τον καλόγερο υπογράφτηκαν όλοι ημείς και ο Σωτήρ Νοτα­ράς. Εκράτησε το γράμμα η κυβέρνησις, να θεωρήσει τούτο το φονικό. Οι ενοικιασταί εκουβάλαγαν τροφάς^δια τα Δερβένια· έφθασε και ο Πετρόμπεης, και ο Σωτήρ Χαραλάμπης και Δελιγιάννης. Έφθασαν την Παρασκευή. Τους ερωτήσαμε, που είναι ο Αρχιγραμματεύς. - «Ο Αρχιγραμματεύς δεν είχε φορτηγό και έμεινε να ελθεί, την Δευτέρα μουτουλάκ είναι εδώ». - Με αυτό το λόγο εκείναμε ήσυχοι. Ερχόμενη Δευτέ­ρα το βράδι και δεν ήλθε, εγώ έλαβα υποψία. Την Τρίτη έως το γεύμα δεν ήλθε και τότες έβαλα ένα ξύλο και ετήραγα κα­τά την Τριπολιτσά. - Που η Κόρινθος, και η Τριπολιτσά; Με ερώταγαν: «Τι τηράς;» - «Τηράω στην Τριπολιτσά». «Αμ' τι βλέπεις;» «Βλέπω τον Μαυροκορδάτο, τον Δεσπότη Άρτης και Σπετσιώτες και Υδραίους και πλέκουν ένα γάίτάνι στου Αναπλιού την πόρτα, μα το τι γάίτάνι είναι δεν ηξεύρω». Αυτοίνοι εγελαγανε. Τρεις ημέρες κοντά-κοντά έκανα τούτη την τέχνη. Ο Μαυροκορδάτος έμεινε για να γίνει Πρόεδρος του Βουλευτικού, και όχι να έλθει εις το χρέος του.
Πηγές:
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Απομνημονεύματα

Δεν υπάρχουν σχόλια: