Ο ΕΚΠΟΡΘΗΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ, ΣΤΑΪΚΟΣ ΣΤΑΪΚΟ'ΠΟΥΛΟΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΩΝΕΙ ΤΟ ΝΑΥΠΛΙΟ ΚΑΙ ΚΑΛΕΙ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΝΑ ΤΟ ΠΑΡΑΛΑΒΕΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΡΙΝΘΟ επήγα εις την Τριπολιτσά δια να υποστηρίξω την Γερουσία. Οι άρχοντες εφθόνησαν δια τα κατορθώματα οπού έκαμα εις τον Δράμαλη, εφθόνησαν και την Γερουσία οπού με υποστήριξε. Όταν ετσάκισα τον Δράμαλη εις τα Δερβενάκια και το στράτευμα με υπόγραψε αρχιστράτηγο και έλαβα και το δίπλωμα από την Γερουσία. Το Βουλευτικό και το Εκτελεστικό δεν είχε καμμίαν δύναμη, ούτε ενέργησε τίποτες εις αυτή την περίστας. (Ο Κανακάρης έλεγε: «Τα αρχεία ας γλυτώσομε και το έθνος ας πάγει!» - παραξενιά!).
Οι άρχοντες ενέργησαν δια να γίνει συνέλευσις με σκοπό να γκρεμίσουν την Γερουσία (η οποία είχε κάμει τας μεγαλειτέρας εκδουλεύσεις) και την εδική μου Αρχιστρατηγία, και έτσι εκή-ρυξαν την συνέλευση. Εγώ, ευρισκόμενος εις την Τριπολιτσά, έμαθα ότι επέρασαν διακόσια φορτώματα από τα Δερβενάκια και επήγαν εις το Ναύπλιο. Ήμουνα άρρωστος και εστενοχω-ρούμουν. Έπειτα από πέντ' έξη ημέρας εκίνησαν μια δεκαριά χιλιάδες με τετρακόσια φορτώματα και έπιασαν την θέση του Αγίου Σώστη, και τα έστειλαν εις το Ναύπλιον και επρόσμεναν να επιστρέψουν οπίσω. Εις τα Δερβενάκια είχα αφημένον τον Νικήτα, Πάνο, τον Κεφάλα, τον Γενναίο, τον Μήτρο Αναστασόπουλο τους Φαναρίτας. Τότε σαν ήκουσα δύοφορές να βάζουν ζωοτροφίας, εκίνησα και επήγα εις τους Μύλους τους Αφεντικούς, και έγραψα ένα γράμμα των πασάδων και των μπέηδων εις το Ανάπλι, ότι: «Αν θελήσουν ν' αδειάσουν τ' Ανάπλι, και τους βαρκάρω, να πάγουν όπου θέλουν τώρα όπου έχουν ζαε-ρέ, είτε μη και σταθούν εις το πείσμα ακόμη, θέλει πάρουν τα παιδιά τους και τες φαμιλιές τους εις τον λαιμό τους, διατί πλέον εγώ τραττάτα δεν κάμνω, και μη καρτερείτε πλέον ζαερέδες από την Κόρινθο, διατί πηγαίνω ατός μου εις τα Δερβενάκια και δεν θα αφίσω να σας περάσουν ζωοτροφίας και αν δεν ακούσετε, ας έχετε το κρίμα εις τον λαιμό σας».Από τους Μύλους επήγα εις τα Δερβενάκια. Είχα ορδί και εις την Κλένια και ορδί είχα εις το Στεφάνι, μία ώρα αλάργα από τον Άγιο Σώστη. Εις το Στεφάνι ήτον ο Χατζή Χρήστος και εις την Κλενια ο Ζαφειρόπουλος, και εις τον Άγιο Γεώργιο ο αδελφός του Γιατράκου με τρακόσιους Μιστριώτες και ο Νικήτας με τους Κρανιδιώτας εις τον Άγιον Σώστη, - εις τους Τριπολιτσώτες Αλέξης Κολιός αρχηγός. Εις τον Άγιο Σώστη είχα φέρει μαστόρους και έφτιανα έναν πύργο και ταμπούρια δια να μη μεταπεράσουν ζαερέ. Ο Γενναίος, ο Πάνος με τα Καρυτινά στρατεύματα από πάνω από το Δερβενάκι και εγώ ήμουνα εις τες πλάτες των.
Όταν εμβήκαν οι Τούρκοι εις το Ανάπλι και τους έφεραν ζαερέ και επέστρεψαν, επήραν μαζί τους και Αναπλιώτας και τους επήγαν εις την Κόρινθο με σκοπό να τους στείλουν πίσω με ζαερέδες. Οι εντόπιοι Τούρκοι ήξευραν τον τόπο, και εκίνησαν δέκα χιλιάδες δια να περάσουν από τον Άγιο Σώστη, και στέλνουν πεντακόσιους δια να πάνε από πάνω από τον Νικήτα και τα φορτώματα ήρχοντο απάνω εις τον Άγιο Σώστη1 και άρχισε ο πόλεμος, και εκείνοι οπού ήτον από τες πλάτες, τους έπεσαν από πίσω, και έτσι τα στρατεύματα ετσάκισαν τα εδικά μας και εσκοτώθη ο παπα-Αρσένιος. Ο Νικήτας εκλείσθη μέσα εις τον πύργο. Ο Χατζή Χρήστος προ-φθάνει βοήθεια και τους βαρεί από τες πλάτες. Τότε ετσάκισαν οι Τούρκοι. Ο Νικήτας βγαίνει από τον πύργο, (ο πύργος τους εγλύτωσε). Επλάκωσαν τα εδικά μας στρατεύματα, και έτσι τους επήγαν κυνηγώντας έως δύο ώρας. Εσκοτώθηκαν μία σαρανταριά και εμποδίσθηκαν να πάγουν ζωοτροφίας, και από τότε δεν εμπόρεσαν πλέον να υπάγουν οι Τούρκοι βοήθεια εις το Ναύπλιο, διότι είχαμε όλα τα πόστα πιασμένα, και ο Γιαννάκης και Αποστόλης Κολοκοτρώνης, οπού ήσαν εις τα Βασιλικά επήγαιναν και τους έπαιρναν εις ένα μήνα διάστημα περισσότερο από τρεις χιλιάδες άλογα. Οι Τούρκοιτου Ναυπλίου εστενοχωρήθηκαν. Ήλθε ο φθινόπωρος. Εις τας 26 Νοεμβρίου επέθανε ο Δράμαλης, έμειναν οι άλλοι πασάδες και όλο αδυνάτιζαν. Ο θάνατος και ο σκοτωμός τους επερικύκλωσε, και έμειναν πολλά ολίγοι Τούρκοι. Απέθαναν από την πείνα όλο το Δεκέμβριο, έως τας 27.
Εις το Ναύπλιον είχα αφήκει τον Νικόλα, ανιψιόν μου, αρ-χηγόν εις την πολιορκίαν του κάστρου. Μία ημέρα εβγήκαν οι Τούρκοι επολέμησαν και εσκοτώθη ο Νικόλας και έμεινε ο Στάικος αρχηγός. Πριν μερικό καιρό, ήλθε και η αρμάδα η τούρκικη- ήλθε έως το Άστρο- τα εδικά μας την εφοβέρισαν με τα μπουρλότα και την έβγαλαν έξω από τες Σπέτσες κυνηγώντας. Εις τας 27 του Δεκεμβρίου εβγήκαν οι Τούρκοι και εμίλη-σαν του Στάϊκου, να στείλει στον Κολοκοτρώνη να κάμουν τραττάτα, και ο Στάϊκος μου έστειλε αυτήν την είδηση με τον αδελφό του. Τους έγραψα εγώ ένα γράμμα, ότι: «Σεις ζητείτε τραττάτο, και η θέλησίς μου είναι να παραδώσετε όλα τα φρούρια και να αφήσετε και το βιο σας και να σας μπαρκάρω εις τα ελληνικά καράβια και να σας στείλω όπου θέλετε, αφού μας δώκετε τα ενέχυρα. 'Οταν σας έγραφα από τους Μύλους, σας έλεγα ότι να φύγετε και να πάρετε και το πράγμα σας. Τώρα όμως οπού επεινάσατε και εστενοχωρηθήκατε, να φύγετε έτσι. Τέτοια είναι η θέλησίς μου και αν δεν ακούσετε και τώρα, οι Τούρκοι της Κορίνθου έλυωσαν όλοι και εις δέκα ημέρες τα στρατεύματα θα γυρίσουν και θα έλθουν να σας πάρουν με ρεσάλτο και θα σας περάσουν όλους από το σπαθί».
Επειδή και είχαν αδυνατίσει οι Τούρκοι εις τ' Ανάπλι, είχα αφήκει πολλά ολίγους εκεί με τον Στάϊκο, και εβάσταγα τα Δερβενάκια, δια να μην έρθουν βοήθεια από την Κόρινθο. Το γράμμα το επήγαν του Στάϊκου, ο Στάϊκος έκραξε τους Τούρκους και τους έδωσε το γράμμα εις τας 29 το εσπέρας. Το γράμμα, αφού το έλαβαν, έκαμαν συνέλευσιν εις την χώρανκαι έκραξαν τον Τεζτάραγα και άλλους σημαντικούς να κατεβούν από το Παλαμήδι, δια να δώσουν την απόκριση, και άφηκαν εννιά ανθρώπους εις Μπεζεϊράν τάπια και καμμιά δεκαριά τζεταρτάσια. Δέκα... και δυο - τρεις Αρβανίτες εις την Γιουρτάπια. Άφηκαν τόσους ολίγους εις το Παλαμήδι, διατί δεν είχαν φόβο από τους Έλληνας, οπού ήτον απέξω, διατί ήτον ολίγοι. Δύο Αρβανίτες κρεμούνται από την τάπια και πάνε εις τον Στάϊκο και του λένε, ότι οι Τούρκοι εκατεβηκαν εις την χώρα και πάμε να πάρομε το κάστρο, και αν δεν σας λέμε αλήθεια, βαστάτε τον ένα εδώ και σκοτώστε μας έπειτα, αν έβγει ψεύμα. Ο Στάϊκος επήρε τους στρατιώτας και επήδησε μέσα. Οι Τούρκοι οπού ήσαν εις τες άλλες τάπιες, εκατεβηκαν εις την χώρα, και μερικοί οπού ήσαν εις την Τζοτάρ.
Εμβήκαν τα μεσάνυκτα ξημερώνοντας του αγίου Ανδρέως. Έρριξε κανόνια και εκατάλαβα ότι επήραν το Παλαμήδι. Εκα-βάλληκα ευθύς- επήγαινα στο δρόμο, απάντησα τον πεζοδρόμο, οπού έστελνε ο Στάϊκος δια να με δώσει την είδηση. Εις το ορδί είχα αφήκει τον Πάνο, τον Γενναίο κλπ. Τον πεζοδρόμο τον έστειλα εις το στράτευμα, δια να δώσει την είδηση και των άλλων. Όσο να πάγω εις το Παλαμήδι, ο Στάϊκος το είχε πα-στρέψει από τους Τούρκους. Ανέβηκα εις το Παλαμήδι, ρίχνοντας οι εδικοί μας πενήντα κανόνια. Άμα επήγα επρόσταξα και εγύρισαν τα κανόνια κατά την χώρα Kaftov 'Ιτς Καλέ. Έστειλα και είπαν των Τούρκων αρχηγών να έρθουν να ομιλήσομε. Ήλθαν εις το Παλαμήδι οι μπέηδες και ένας Αρβανίτης, Αρχηγός των Αρβανιτών τους είπα: «Τι κάμνετε τώρα; Να μου παραδώσετε όλα τα κάστρα και τα άρματα σας, και να σας γλυτώσω την ζωήν και τα παιδιά σας, να πάρετε δύο μόνον άλλαξες και να σας βαρκάρω εις καράβια ελληνικά, και να πάτε όπου θέλετε. Όταν μου δώσετε τα κλειδιά όλων των κάστρων και βάλω ανθρώπους μου, τότε σας δίδω στρατιώτας και σας συντροφεύουν και σας βαρκάρουν από τα πέντε Αδέλφια».Ο Αρβανίτης λέγει: «Τα άρματα μας δέ*ν τα δίδομε και θα πολεμήσομε, θα κάψομε την χώρα, .και να-μην αφήσομε πέτρα εις την άλλην πέτρα». Του αποκρίθηκα: «Βρε Αρβανίτη, τίνος τα λες αυτά; Ας πολεμήσομε και μί& φορά καβάλλα, και τότε βλέπετε! Την χώρα αν την κάψετε, οι προγονοί μας την έφκιασαν, και πάλιν την φκιάνουμε, .εσείς, όμως, θα σας πε-ράσομε όλους από το σπαθί». Οι μπέηδες με είπαν: «Μην τον ακούς αυτόν, διότι είναι εργένης, ας ερωτήσει.και ημάς οπού είμεθα φαμελίτες. Εμείς πάμε κάτω, κάμνομε το τραττάτο, το υπογράφομε και σας το στέλνομε με ja κλριδιά, και να μας δώκεις το ίδιο από το μέβσς^άς :και τΟν~ όρκο σου». Έτσι εκατεβηκαν κάτω, έκαμαν συ^λευση, υπόγραψαν τη συνθήκη, και την έστειλαν μετα κλειδιά. Ό Αλήπασας και άλλος ένας πασάς δεν υπόγραψαν, διατί εφοβούντο από τον Σουλτάνο, και εκείνους με σαρανταπέντε ψυχάς τους εβάσταξα αιχμαλώτους του πολέμου.
Μετά του αγίου Ανδρέως τρεις τέσσερες ημέρες έστειλα στρατεύματα, έπιασα τον Ιτς Καλέ, τα Πέντε Αδέλφια, του γιαλού, της ξηράς την τάπια και έστειλα ανθρώπους κι εμά-ζωναν τα πράγματα τα τούρκικα εις τα τζαμιά. Έγραψα να έρθουν από την Ύδρα και Σπέτσες και έστειλαν καράβια. Το κάστρο το είχαν κλεισμένο, δια να μη γενούν καταχρήσεις. Εις τα φρούρια έστειλα από όλα τα σώματα. Τους εμβαρκά-ρησα τους Τούρκους δια την Σμύρνη, και έστειλε και η Γερουσία δια να παρευρεθούν εις την πτώση" και εις τα λάφυρα. Τα καράβια τα έκαμα παζάρι εκατόν δέκα χιλιάδες γρόσια. Όσο πράγμα έμεινε, το έβαλαν εις τα τζαμιά, το λοιπόν το άρπαξαν οι Έλληνες. Χρήματα μετρητά δεν ευρέθησαν, διότι τα είχαν εξοδεμένα δια ζωοτροφίας εις την πολιορκία. Ασημικά και σκουτικά ήσαν πολλά, τους έδωσα ασημικά και σκουτικά δια τον ναύλον τους και καραβιών. Εις τρεις ημέρας εκατέβηκα από το Παλαμήδι εις του Αγά πασά τα σπίτια.Τα λάφυρα τα έβαλαν εις δημοπρασία, και κάθε επαρχία και τα νησιά επήραν το αναλογόν τους. Έτσι εγλύτωσα και απ' αυτήν την έγνοια του Αναπλιού.
Τον ίδιον καιρό οι μεινεμένοι Τούρκοι έως τρεις χιλιάδες εις την Κόρινθο έμαθαν την πτώση του Αναπλιού και εκίνησαν να υπάγουν εις την Πάτρα και άφικαν εις το κάστρο της Κορίνθου τετρακόσιους. Οι Καλαβρυτινοί ετρώγοντο μεταξύ των. Ο Ζαΐμης, Σωτήρ Χαραλάμπης και Πετιμεζαίοι, αυτοί ετοιμάζοντο να κτυπηθούν, έμαθαν τους Τούρκους, αφίνουν τες διχόνοιες των και κτυπούν τους Τούρκους, τους χαλούν και τους επολιόρκησαν εις την Ακρατα. Το στράτευμα οπού είχα αφίσει εις το Δερβενάκι τον Πάνο, Γενναίο, έμαθαν ότι έφυγαν οι Τούρκοι από την Κόρινθο, και ήλθαν και εκείνοι εις το Ανάπλι. Μανθάνοντες εμείς, ότι τους Τούρκους τους επολιόρκησαν εις την Ακρατα, ετοίμασα τον Νικήτα, τον Γενναίο, τον Πάνο, δια να τους στείλω εις βοήθειαν. Εκείνοι (οι άρχοντες) μας γράφουν να τους στείλομε πολεμοφόδια, και να μη στείλω στράτευμα - και η υπόθεσίς των ήτον δια τα λάφυρα. Εις την Ακρατα τους επολιόρκησαν δύο μήνες. Οι Τούρκοι, στενοχωρημένοι, έκαμνον συμφωνίες χωρίς να τες εκτελούν. Τα καράβια τα τούρκικα έφθασαν με μεντάτι, τους επήραν και τους επήγαν εις την Πάτρα, ώστε από τριάντα δύο χιλιάδες του Δράμαλη με εφτά πασάδες, εγλύτωσαν τέσσερες χιλιάδες, οπού έμειναν εις την Αθήνα και Εύβοια, και δύο χιλιάδες οπού εγλύτωσαν εις την Ακρατα. Ερωτούσα τον Αλήπασα και άλλους σημαντικούς Τούρκους, και μου είπαν είκοσι οκτώ χιλιάδες εβγήκαν εις την Πελοπόννησο, είκοσι χιλιάδες άλογα της σέλλας και τριάντα χιλιάδες αλογομουλάρια φορτηγά και πεντακόσια καμήλια. Όλα αυτά έμειναν εις την Πελοπόννησο, θησαυρούς και άρματα ωραία τα επήραν οι Έλληνες. Αυτό το στράτευμα ήτον όλο πλούσιο, διότι τα είχαν πάρει από τον θησαυρό του Αλήπασα, οπού τον επολιορκούσε.
Οι άρχοντες ενέργησαν δια να γίνει συνέλευσις με σκοπό να γκρεμίσουν την Γερουσία (η οποία είχε κάμει τας μεγαλειτέρας εκδουλεύσεις) και την εδική μου Αρχιστρατηγία, και έτσι εκή-ρυξαν την συνέλευση. Εγώ, ευρισκόμενος εις την Τριπολιτσά, έμαθα ότι επέρασαν διακόσια φορτώματα από τα Δερβενάκια και επήγαν εις το Ναύπλιο. Ήμουνα άρρωστος και εστενοχω-ρούμουν. Έπειτα από πέντ' έξη ημέρας εκίνησαν μια δεκαριά χιλιάδες με τετρακόσια φορτώματα και έπιασαν την θέση του Αγίου Σώστη, και τα έστειλαν εις το Ναύπλιον και επρόσμεναν να επιστρέψουν οπίσω. Εις τα Δερβενάκια είχα αφημένον τον Νικήτα, Πάνο, τον Κεφάλα, τον Γενναίο, τον Μήτρο Αναστασόπουλο τους Φαναρίτας. Τότε σαν ήκουσα δύοφορές να βάζουν ζωοτροφίας, εκίνησα και επήγα εις τους Μύλους τους Αφεντικούς, και έγραψα ένα γράμμα των πασάδων και των μπέηδων εις το Ανάπλι, ότι: «Αν θελήσουν ν' αδειάσουν τ' Ανάπλι, και τους βαρκάρω, να πάγουν όπου θέλουν τώρα όπου έχουν ζαε-ρέ, είτε μη και σταθούν εις το πείσμα ακόμη, θέλει πάρουν τα παιδιά τους και τες φαμιλιές τους εις τον λαιμό τους, διατί πλέον εγώ τραττάτα δεν κάμνω, και μη καρτερείτε πλέον ζαερέδες από την Κόρινθο, διατί πηγαίνω ατός μου εις τα Δερβενάκια και δεν θα αφίσω να σας περάσουν ζωοτροφίας και αν δεν ακούσετε, ας έχετε το κρίμα εις τον λαιμό σας».Από τους Μύλους επήγα εις τα Δερβενάκια. Είχα ορδί και εις την Κλένια και ορδί είχα εις το Στεφάνι, μία ώρα αλάργα από τον Άγιο Σώστη. Εις το Στεφάνι ήτον ο Χατζή Χρήστος και εις την Κλενια ο Ζαφειρόπουλος, και εις τον Άγιο Γεώργιο ο αδελφός του Γιατράκου με τρακόσιους Μιστριώτες και ο Νικήτας με τους Κρανιδιώτας εις τον Άγιον Σώστη, - εις τους Τριπολιτσώτες Αλέξης Κολιός αρχηγός. Εις τον Άγιο Σώστη είχα φέρει μαστόρους και έφτιανα έναν πύργο και ταμπούρια δια να μη μεταπεράσουν ζαερέ. Ο Γενναίος, ο Πάνος με τα Καρυτινά στρατεύματα από πάνω από το Δερβενάκι και εγώ ήμουνα εις τες πλάτες των.
Όταν εμβήκαν οι Τούρκοι εις το Ανάπλι και τους έφεραν ζαερέ και επέστρεψαν, επήραν μαζί τους και Αναπλιώτας και τους επήγαν εις την Κόρινθο με σκοπό να τους στείλουν πίσω με ζαερέδες. Οι εντόπιοι Τούρκοι ήξευραν τον τόπο, και εκίνησαν δέκα χιλιάδες δια να περάσουν από τον Άγιο Σώστη, και στέλνουν πεντακόσιους δια να πάνε από πάνω από τον Νικήτα και τα φορτώματα ήρχοντο απάνω εις τον Άγιο Σώστη1 και άρχισε ο πόλεμος, και εκείνοι οπού ήτον από τες πλάτες, τους έπεσαν από πίσω, και έτσι τα στρατεύματα ετσάκισαν τα εδικά μας και εσκοτώθη ο παπα-Αρσένιος. Ο Νικήτας εκλείσθη μέσα εις τον πύργο. Ο Χατζή Χρήστος προ-φθάνει βοήθεια και τους βαρεί από τες πλάτες. Τότε ετσάκισαν οι Τούρκοι. Ο Νικήτας βγαίνει από τον πύργο, (ο πύργος τους εγλύτωσε). Επλάκωσαν τα εδικά μας στρατεύματα, και έτσι τους επήγαν κυνηγώντας έως δύο ώρας. Εσκοτώθηκαν μία σαρανταριά και εμποδίσθηκαν να πάγουν ζωοτροφίας, και από τότε δεν εμπόρεσαν πλέον να υπάγουν οι Τούρκοι βοήθεια εις το Ναύπλιο, διότι είχαμε όλα τα πόστα πιασμένα, και ο Γιαννάκης και Αποστόλης Κολοκοτρώνης, οπού ήσαν εις τα Βασιλικά επήγαιναν και τους έπαιρναν εις ένα μήνα διάστημα περισσότερο από τρεις χιλιάδες άλογα. Οι Τούρκοιτου Ναυπλίου εστενοχωρήθηκαν. Ήλθε ο φθινόπωρος. Εις τας 26 Νοεμβρίου επέθανε ο Δράμαλης, έμειναν οι άλλοι πασάδες και όλο αδυνάτιζαν. Ο θάνατος και ο σκοτωμός τους επερικύκλωσε, και έμειναν πολλά ολίγοι Τούρκοι. Απέθαναν από την πείνα όλο το Δεκέμβριο, έως τας 27.
Εις το Ναύπλιον είχα αφήκει τον Νικόλα, ανιψιόν μου, αρ-χηγόν εις την πολιορκίαν του κάστρου. Μία ημέρα εβγήκαν οι Τούρκοι επολέμησαν και εσκοτώθη ο Νικόλας και έμεινε ο Στάικος αρχηγός. Πριν μερικό καιρό, ήλθε και η αρμάδα η τούρκικη- ήλθε έως το Άστρο- τα εδικά μας την εφοβέρισαν με τα μπουρλότα και την έβγαλαν έξω από τες Σπέτσες κυνηγώντας. Εις τας 27 του Δεκεμβρίου εβγήκαν οι Τούρκοι και εμίλη-σαν του Στάϊκου, να στείλει στον Κολοκοτρώνη να κάμουν τραττάτα, και ο Στάϊκος μου έστειλε αυτήν την είδηση με τον αδελφό του. Τους έγραψα εγώ ένα γράμμα, ότι: «Σεις ζητείτε τραττάτο, και η θέλησίς μου είναι να παραδώσετε όλα τα φρούρια και να αφήσετε και το βιο σας και να σας μπαρκάρω εις τα ελληνικά καράβια και να σας στείλω όπου θέλετε, αφού μας δώκετε τα ενέχυρα. 'Οταν σας έγραφα από τους Μύλους, σας έλεγα ότι να φύγετε και να πάρετε και το πράγμα σας. Τώρα όμως οπού επεινάσατε και εστενοχωρηθήκατε, να φύγετε έτσι. Τέτοια είναι η θέλησίς μου και αν δεν ακούσετε και τώρα, οι Τούρκοι της Κορίνθου έλυωσαν όλοι και εις δέκα ημέρες τα στρατεύματα θα γυρίσουν και θα έλθουν να σας πάρουν με ρεσάλτο και θα σας περάσουν όλους από το σπαθί».
Επειδή και είχαν αδυνατίσει οι Τούρκοι εις τ' Ανάπλι, είχα αφήκει πολλά ολίγους εκεί με τον Στάϊκο, και εβάσταγα τα Δερβενάκια, δια να μην έρθουν βοήθεια από την Κόρινθο. Το γράμμα το επήγαν του Στάϊκου, ο Στάϊκος έκραξε τους Τούρκους και τους έδωσε το γράμμα εις τας 29 το εσπέρας. Το γράμμα, αφού το έλαβαν, έκαμαν συνέλευσιν εις την χώρανκαι έκραξαν τον Τεζτάραγα και άλλους σημαντικούς να κατεβούν από το Παλαμήδι, δια να δώσουν την απόκριση, και άφηκαν εννιά ανθρώπους εις Μπεζεϊράν τάπια και καμμιά δεκαριά τζεταρτάσια. Δέκα... και δυο - τρεις Αρβανίτες εις την Γιουρτάπια. Άφηκαν τόσους ολίγους εις το Παλαμήδι, διατί δεν είχαν φόβο από τους Έλληνας, οπού ήτον απέξω, διατί ήτον ολίγοι. Δύο Αρβανίτες κρεμούνται από την τάπια και πάνε εις τον Στάϊκο και του λένε, ότι οι Τούρκοι εκατεβηκαν εις την χώρα και πάμε να πάρομε το κάστρο, και αν δεν σας λέμε αλήθεια, βαστάτε τον ένα εδώ και σκοτώστε μας έπειτα, αν έβγει ψεύμα. Ο Στάϊκος επήρε τους στρατιώτας και επήδησε μέσα. Οι Τούρκοι οπού ήσαν εις τες άλλες τάπιες, εκατεβηκαν εις την χώρα, και μερικοί οπού ήσαν εις την Τζοτάρ.
Εμβήκαν τα μεσάνυκτα ξημερώνοντας του αγίου Ανδρέως. Έρριξε κανόνια και εκατάλαβα ότι επήραν το Παλαμήδι. Εκα-βάλληκα ευθύς- επήγαινα στο δρόμο, απάντησα τον πεζοδρόμο, οπού έστελνε ο Στάϊκος δια να με δώσει την είδηση. Εις το ορδί είχα αφήκει τον Πάνο, τον Γενναίο κλπ. Τον πεζοδρόμο τον έστειλα εις το στράτευμα, δια να δώσει την είδηση και των άλλων. Όσο να πάγω εις το Παλαμήδι, ο Στάϊκος το είχε πα-στρέψει από τους Τούρκους. Ανέβηκα εις το Παλαμήδι, ρίχνοντας οι εδικοί μας πενήντα κανόνια. Άμα επήγα επρόσταξα και εγύρισαν τα κανόνια κατά την χώρα Kaftov 'Ιτς Καλέ. Έστειλα και είπαν των Τούρκων αρχηγών να έρθουν να ομιλήσομε. Ήλθαν εις το Παλαμήδι οι μπέηδες και ένας Αρβανίτης, Αρχηγός των Αρβανιτών τους είπα: «Τι κάμνετε τώρα; Να μου παραδώσετε όλα τα κάστρα και τα άρματα σας, και να σας γλυτώσω την ζωήν και τα παιδιά σας, να πάρετε δύο μόνον άλλαξες και να σας βαρκάρω εις καράβια ελληνικά, και να πάτε όπου θέλετε. Όταν μου δώσετε τα κλειδιά όλων των κάστρων και βάλω ανθρώπους μου, τότε σας δίδω στρατιώτας και σας συντροφεύουν και σας βαρκάρουν από τα πέντε Αδέλφια».Ο Αρβανίτης λέγει: «Τα άρματα μας δέ*ν τα δίδομε και θα πολεμήσομε, θα κάψομε την χώρα, .και να-μην αφήσομε πέτρα εις την άλλην πέτρα». Του αποκρίθηκα: «Βρε Αρβανίτη, τίνος τα λες αυτά; Ας πολεμήσομε και μί& φορά καβάλλα, και τότε βλέπετε! Την χώρα αν την κάψετε, οι προγονοί μας την έφκιασαν, και πάλιν την φκιάνουμε, .εσείς, όμως, θα σας πε-ράσομε όλους από το σπαθί». Οι μπέηδες με είπαν: «Μην τον ακούς αυτόν, διότι είναι εργένης, ας ερωτήσει.και ημάς οπού είμεθα φαμελίτες. Εμείς πάμε κάτω, κάμνομε το τραττάτο, το υπογράφομε και σας το στέλνομε με ja κλριδιά, και να μας δώκεις το ίδιο από το μέβσς^άς :και τΟν~ όρκο σου». Έτσι εκατεβηκαν κάτω, έκαμαν συ^λευση, υπόγραψαν τη συνθήκη, και την έστειλαν μετα κλειδιά. Ό Αλήπασας και άλλος ένας πασάς δεν υπόγραψαν, διατί εφοβούντο από τον Σουλτάνο, και εκείνους με σαρανταπέντε ψυχάς τους εβάσταξα αιχμαλώτους του πολέμου.
Μετά του αγίου Ανδρέως τρεις τέσσερες ημέρες έστειλα στρατεύματα, έπιασα τον Ιτς Καλέ, τα Πέντε Αδέλφια, του γιαλού, της ξηράς την τάπια και έστειλα ανθρώπους κι εμά-ζωναν τα πράγματα τα τούρκικα εις τα τζαμιά. Έγραψα να έρθουν από την Ύδρα και Σπέτσες και έστειλαν καράβια. Το κάστρο το είχαν κλεισμένο, δια να μη γενούν καταχρήσεις. Εις τα φρούρια έστειλα από όλα τα σώματα. Τους εμβαρκά-ρησα τους Τούρκους δια την Σμύρνη, και έστειλε και η Γερουσία δια να παρευρεθούν εις την πτώση" και εις τα λάφυρα. Τα καράβια τα έκαμα παζάρι εκατόν δέκα χιλιάδες γρόσια. Όσο πράγμα έμεινε, το έβαλαν εις τα τζαμιά, το λοιπόν το άρπαξαν οι Έλληνες. Χρήματα μετρητά δεν ευρέθησαν, διότι τα είχαν εξοδεμένα δια ζωοτροφίας εις την πολιορκία. Ασημικά και σκουτικά ήσαν πολλά, τους έδωσα ασημικά και σκουτικά δια τον ναύλον τους και καραβιών. Εις τρεις ημέρας εκατέβηκα από το Παλαμήδι εις του Αγά πασά τα σπίτια.Τα λάφυρα τα έβαλαν εις δημοπρασία, και κάθε επαρχία και τα νησιά επήραν το αναλογόν τους. Έτσι εγλύτωσα και απ' αυτήν την έγνοια του Αναπλιού.
Τον ίδιον καιρό οι μεινεμένοι Τούρκοι έως τρεις χιλιάδες εις την Κόρινθο έμαθαν την πτώση του Αναπλιού και εκίνησαν να υπάγουν εις την Πάτρα και άφικαν εις το κάστρο της Κορίνθου τετρακόσιους. Οι Καλαβρυτινοί ετρώγοντο μεταξύ των. Ο Ζαΐμης, Σωτήρ Χαραλάμπης και Πετιμεζαίοι, αυτοί ετοιμάζοντο να κτυπηθούν, έμαθαν τους Τούρκους, αφίνουν τες διχόνοιες των και κτυπούν τους Τούρκους, τους χαλούν και τους επολιόρκησαν εις την Ακρατα. Το στράτευμα οπού είχα αφίσει εις το Δερβενάκι τον Πάνο, Γενναίο, έμαθαν ότι έφυγαν οι Τούρκοι από την Κόρινθο, και ήλθαν και εκείνοι εις το Ανάπλι. Μανθάνοντες εμείς, ότι τους Τούρκους τους επολιόρκησαν εις την Ακρατα, ετοίμασα τον Νικήτα, τον Γενναίο, τον Πάνο, δια να τους στείλω εις βοήθειαν. Εκείνοι (οι άρχοντες) μας γράφουν να τους στείλομε πολεμοφόδια, και να μη στείλω στράτευμα - και η υπόθεσίς των ήτον δια τα λάφυρα. Εις την Ακρατα τους επολιόρκησαν δύο μήνες. Οι Τούρκοι, στενοχωρημένοι, έκαμνον συμφωνίες χωρίς να τες εκτελούν. Τα καράβια τα τούρκικα έφθασαν με μεντάτι, τους επήραν και τους επήγαν εις την Πάτρα, ώστε από τριάντα δύο χιλιάδες του Δράμαλη με εφτά πασάδες, εγλύτωσαν τέσσερες χιλιάδες, οπού έμειναν εις την Αθήνα και Εύβοια, και δύο χιλιάδες οπού εγλύτωσαν εις την Ακρατα. Ερωτούσα τον Αλήπασα και άλλους σημαντικούς Τούρκους, και μου είπαν είκοσι οκτώ χιλιάδες εβγήκαν εις την Πελοπόννησο, είκοσι χιλιάδες άλογα της σέλλας και τριάντα χιλιάδες αλογομουλάρια φορτηγά και πεντακόσια καμήλια. Όλα αυτά έμειναν εις την Πελοπόννησο, θησαυρούς και άρματα ωραία τα επήραν οι Έλληνες. Αυτό το στράτευμα ήτον όλο πλούσιο, διότι τα είχαν πάρει από τον θησαυρό του Αλήπασα, οπού τον επολιορκούσε.
Πηγές:
Θ.ΚΟΛΟΚΟΤΡΩ'ΝΗ
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥ'ΜΑΤΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου