"Ή συνέλευσις έπροχώρησε είς τήν άναθεώρησιν του Συντάγματος καί έπιδιόρθωσιν κατά τάς τότε περιστάσεις καί άφού τότε έτελείωσε, προτού συζητηθή παραδεχθή καί υπογραφή αυτό, έστειλαν οί άνω είρημένοι νά τούς δοθή άντίγραφον διά νά τό ίδούν καί αυτοί. Διετάχθη δέ άπό τον Πρόεδρον καί τούς εδόθη καί έπεφόρτισαν τον Ζωγράφον νά ύπάγη μ' αυτό νά τούς τό δώση καί νά τούς κάμη τήν άνάπτυξιν τών επιδιορθώσεων διά νά μήν έχουν ώς πολίται παράπονα. Άπελθών έκεί ό Ζωγράφος τούς τό ένεχείρισε. Συνήχθησαν άπαντες νά τό αναγνώσουν έφερον καί τινας ξυλοσόφους καθώς τον Σπηλιάδην, τούς γραμματικούς των καί άλλους, νομίσαντες δτι θά κάμουν συζητήσεις μέ τον Ζωγράφον νά κάμουν και αυτοί τάς παρατηρήσεις των, και τότε νά τό παραδεχθή ή Συνέλευσις. Αλλ' αύτη εις ουδέν λογισαμένη τους παραλογισμούς των τοιούτων διέταξεν ό Πρόεδρος και τό ανέγνωσαν έπί συνεδριάσεως δημοσίως, έκαμαν συζητήσεις έπί τίνων αντικειμένων και τό παραδέχθηκαν άπαντες παμψηφεί και αμέσως τό υπέγραψαν ομοφώνως. Δοθείσης δέ αυτής της αγγελίας εις τους άνω είρημένους (οίτινες έφιλονείκουν πεισματωδώς μετά του Ζωγράφου), ότι τό Σύνταγμα παρεδέχθη και υπεγράφη άπό την Συνέλευσιν, έμειναν εμβρόντητοι, νομίζοντες δτι άνευ της συγκαταθέσεως αυτών ήτον αδύνατον νά τό ύπογράψη ή Συνέλευσις. Έφώναξαν, άδημόνησαν, ήπείλησαν και έξηγριώθησαν, λέγοντες δτι θά καταντήσουν εις εμφυλίους πολέμους, θέλει κηρύξουν άσυδοσίαν καί άναρχίαν και άλλας πολλάς τοιαύτας αυθάδεις μεγαλορρημοσύνας έξεφράσθηκαν ενώπιον του Ζωγράφου· καί αυτός με παγωμένον φλέγμα τους είπεν δτι ήθέλετε κάμει φρονιμώτερα νά ύποταχθήτε καί ύμείς εις την θέλησιν ολοκλήρου του έθνους καί εις τους νόμους καθότι δεν θέλει έχετε καλόν τέλος, καί άνεχώρησε. Αλλά ποίος ήκουε τότε τάς τοιαύτας φωνασκίας των;
Ή Συνέλευσις έπροχώρησεν εις πολλά άλλα σπουδαία αντικείμενα καί απεφάσισε μέ πολλήν φρόνησιν περί πάντων καί μέ μεγάλον πατριωτισμόν καί κατά τάς 18 Απριλίου απεφάνθη δτι μετά διετίαν νά συγκαλεσθή πάλιν Εθνική Συνέλευσις, τήν οποίαν νά συγκάλεση ή Κυβέρνησις προς τριών μηνών ή καί πρωτύτερα, έάν τό καλέσουν αί περιστάσεις καί κατεπείγουσαι άνάγκαι τής πατρίδος.
Συγχρόνως τήν αυτήν ήμέραν έσυστήθη τό Έκτελεστικόν ή Νομοτελεστικόν τής δευτέρας περιόδου δι' απολύτου καί μεγάλης πλειονοψηφίας τών πληρεξουσίων. Ό Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης έδιορίσθη Πρόεδρος καί μέλη ό Σωτήριος Χαραλάμπης, ό Ανδρέας Ζαΐμης καί ό Ανδρέας Μεταξάς (καθότι αυτός άνεφάνη εις τήν σκηνήν τής πολιτικής τότε πρώτην φοράν διά πολλών ραδιουργών καί προσεκολλήθη εις τήν συμμορίαν του Υψηλάντη, Κολοκοτρώνη καί λοιπών καί δια νά τον αποσπάσουν από αυτούς τον έδιόρισαν μέλος του Εκτελεστικού). Έμεινε δέ νά διορισθή καί εν μέλος ακόμη από τάς τρεις ναυτικάς νήσους, άφού συμφωνήσωσι μεταξύ των, έδιόρισαν δέ καθέδραν τής Κυβερνήσεως τήν Τριπολιτσάν, καί ούτως έκαμε ή Συνέλευσις τήν προκήρυξίν της, ήτις ευρίσκεται εις τά πρακτικά τής εποχής εκείνης καί ήτις επέσυρε τήν συμπάθειαν δλου το Χριστιανικού Κόσμου υπέρ το αγώνος τών Ελλήνων.
Συγχρόνως έφθασαν καί οι έκ τών επαρχιών έκλεχθέντες βουλευταί, όσοι έλειπον, καί αμέσως συνήλθον εις έκτακτον συνεδρίασιν προκαταρτικώς, έθεώρησαν τά πληρεξούσια έγγραφα τών όσων δέν είχον αντιπάλους, τά ύπέγραψεν ό Πρόεδρος ώς άδιαφιλονείκητα, διηρέθησαν εις έπιτροπάς, έπεξεργάσθησαν καί τών λοιπών καί παραδεχθέντων τών νομίμως έκλεχθέντων έγινε πλήρης ή Βουλή ήτις συνεδριάσασα έκλεξε Πρόεδρον αυτής δι' απολύτου πλειονοψηφίας τον Ίωάννην Όρλάνδον καί Αντιπρόεδρον τον Έπίσκοπον Βρεσθένης. Καί ούτω λαβούσης αίσιον καί φρόνιμον πέρας αυτής τής Συνελεύσεως μετέβη ή Εθνική αύτη Κυβέρνησις, τό τε Βουλευτικόν καί 'Εκτελεστικόν, είς τήν Τριπολιτσάν καί ύπεδέχθη μέ τάς πλέον μεγαλυτέρας εύχάς καί άνευφημίας δλου του Ελληνικού λαού. Ή δέ Συνέλευσις διελύθη αυθημερόν καί άπήλθεν έκαστος είς τά ίδια.
Φθάσασα ή Κυβέρνησις είς τήν Τριπολιτσάν και βλέπουσα τήν άφηνίασιν καί τους έθνοκτόνους σκοπούς τών αποτυχόντων καί ύποπτευθείσα μήπως προσελκύσουν είς εαυτούς καί τον πολύμητον Φαναριώτην Μαυροκορδάτον αποτυχόντα καί άπεράση αυτός είς τήν Στερεάν Ελλάδα μετά του Όδυσσέως καί άλλων αποτυχόντων καί προξενήσουν άλλας νέας ταραχάς καί άναρχίαν διά τών καταχθόνιων ραδιουργιών του, καί τότε ήτον έπόμενον νά επιφέρουν τήν τελείαν καταστροφήν τής Πατρίδος είς έκείνας μάλιστα τάς δεινάς περιστάσεις, απεφάσισε καί έδιόρισε τον Μαυροκορδάτον γενικόν Γραμματέα το Εκτελεστικού, ό έστί Πρωθυπουργόν, τον Αναγνώστην Σπηλιωτάκην υπουργόν τής Οικονομίας, τον Παπαφλέσαν υπουργόν τών Εσωτερικών, τον Έπίσκοπον Ανδρούσης υπουργόν τών Εκκλησιαστικών, τον Γ. Αίνιάνα υπουργόν τής Αστυνομίας. Εις δέ τά υπουργεία τών Στρατιωτικών, τον Άναγνωσταράν, τον Περραιβόν καί τον Δ. Μούρτζινον έπιτροπήν, εις τό τών Ναυτικών, τον Ίωάννην Λαζάρου, τον Γ. Κιβωτόν καί τον Γ. Καλημέρην έπιτροπήν. Καί ούτως ήρχισε τακτικώς καί φρονίμως τάς εργασίας της.
Άλλ' οι αποτυχόντες εις τήν Συνέλευσιν από τάς θέσεις του πληρεξουσίου καί του βουλευτού καί από τάς προσδοκωμένας είς αυτούς υψηλάς θέσεις Προέδρων, αντιπροέδρων καί υπουργών κτλ. τάς οποίας ήλπιζαν νά καθέξωσι διά τής ισχύος τών δύο κολοσσών, του Κολοκοτρώνη καί του Όδυσσέως, άπελπισθέντες μετέβησαν είς τό Ναύπλιον, καί συναθροισθέντες άπαντες έκεί, οίον ό Υψηλάντης, ό Όδυσσεύς, ό Κολοκοτρώνης, ό Νικήτας, ό Πλαπούτας, ό Τσιώκρης, οί Πετιμεζαίοι, ό Κεφάλας, ό Καλαμαριώτης, ό Περούκας, οί Ζαριφαίοι καί τίνες άλλοι, καί συσκεφθέντες απεφάσισαν καί ώρκίσθησαν νά κινηθώσι κατά τής Κυβερνήσεως διά τών όπλων νά έμπορέσουν νά παρεμβάλλουν προσκόμματα εις τήν πορείαν της, νά κηρύξουν άσυδοσίαν, άπείθειαν καί άναρχίαν, νά τής εμποδίσουν όλα τά μέσα, νά δυνηθούν ή νά τήν διαλύσουν ή νά τής εμποδίσουν τά μέσα νά άδυνατίση νά πέση είς συμβιβασμόν. Συμπεριέλαβον δέ καί τό άλλο όργανον τής φαναριωτικής ραδιουργίας τον Θ. Νέγρην, αποτυχόντα καί αυτόν τής υψηλής θέσεως του Γ. Γραμματέως του Εκτελεστικού, καί ούτω συσσωματωμένοι ήλθον είς τήν Τριπολιτσιάν καί όργανίσαντες τους έκεί όμόφρονάς των άπήλθον μετά τινας ημέρας καί έτοποθετήθηκαν άπαντες είς τήν Συλήμναν, μίαν ώραν ώς έγγιστα μακράν, φοβερίζοντες ότι θέλει προσκαλέσουν εκείθεν Πελοποννησιακήν δήθεν Συνέλευση.
Βλέποντες οί πρόκριτοι τής επαρχίας Καρύταινας τά κινήματα ταύτα καί τάς παραφοράς του Κολοκοτρώνη, όστις ήγετο καί έφέρετο από τών κολάκων του τάς θελήσεις καί αίσθανόμενοι τάς συνεπείας αυτών τών διαιρέσεων, τήν άσυδοσίαν, άπείθειαν καί τήν άναρχίαν κτλ. καί ότι κινδυνεύει ή Πατρίς νά καταστραφή από τάς τοιαύτας ανοησίας καί τους παραλογισμούς του, απεφάσισαν καί ύπήγον άπαντες προς αυτόν καί τον είπον ομοφώνως καί τον προέτρεψαν άδελφικώς νά παύση άπό τάς συντροφιάς του Όδυσσέως καί τών τοιούτων καί ότι τον παρακινούν νά ένωθή μέ τους Δεληγιανναίους καί υπάρχοντες αυτοί δυνατοί είς τήν έπαρχίαν τής Καρύταινας καί είς όλη σχεδόν τήν Πελοπόννησον, καθότι έχουν πολλάς συγγενείας καί σχέσεις, τότε γίνεται καί αυτός δυνατώτερος καί δέν έχει ανάγκην άπό τοιαύτας άλλας συντροφίας, καί άλλα πολλά. Ύπήγον λοιπόν συσσωματωμένοι καί του εξηγήθηκαν αυτούς τους στοχασμούς τους έν έκτάσει καί τού έκαμαν φρόνιμους καί νουνεχείς παρατηρήσεις. Άφού τάς ήκουσεν δλας ευχαρίστως, τους παρεκάλεσε (χωρίς νά τους κάμη καμμίαν άντίρρησιν) νά του δώσουν καιρόν δύο τρεις ημέρας νά σκεφθή καλύτερα καί τότε θέλει τούς απαντήση. Σκεφθείς λοιπόν μέ τούς οίκειοτέρους του καί αίσθανόμενος τήν καθ' όλα άποτυχίαν του καί οτι ήτον αδύνατον νά κατορθώση κανέν άπ' οσα έφρόνει έχων τούς Δεληγιανναίους πολιτικώς καί στρατιωτικώς αντιπάλους καί μή εύρίσκων κατάλληλον τρόπον καί μέσος νά ένωθή μέ αυτούς, κατέφυγεν είς τον αρχιερέα Τριπόλεως Δανιήλ, όντα ίδιαίτερον πιστόν φίλον του επίσης καί τών Δεληγιανναίων φίλον καί οίκείον, προς τον όποιον έν ειδει έξομολογήσεως έξηγήθη όλα έν έκτάσει τά προγεγονότα καί διατρέξαντα ότι δηλαδή προέκυψαν άπό δολίους εισηγήσεις τών συγγενών καί τών φίλων του καί ότι αυτός έθεώρει πάντοτε ώς αδελφούς καί ειλικρινείς φίλους του. Του έξηγήθη τάς παρατηρήσεις καί απαιτήσεις τών προκρίτων τής επαρχίας μας καί έπί τέλους έπεκαλέσθη τάς πατρικάς καί φρόνιμους συμβουλάς του καί τήν συνδρομήν του (γνωρίζων οτι ειχομεν προς αυτόν μεγάλην υπόληψιν καί έμπιστοσύνην, ώς ύπάρξαντα δεκαοκτώ έτη οικότροφος είς τήν οίκίαν μας διδάσκαλος μας τον όποιον προήξαμεν αρχιερέα Άκόβων καί τελευταίον, Μητροπολίτην Τριπολιτσάς) καί αυτός νά εύρη τον τρόπον τής μεθ' ημών συνδιαλλαγής και οτι δέχεται οτι άνευ παρατηρήσεων τάς συμβουλάς του. Ό Τριπόλεως άφού ήκουσεν όλα αυτά καί συνδιελέχθηκαν δίς, τρις καί πολλάκις καί μή γνωρίζων ποίον τρόπον συνδιαλλαγής έφρονούσε, τον ήρώτησεν έπί τέλους ποιον τρόπον φρονεί καταλληλότερον διά νά γίνη αμοιβαία καί ή υπόληψις καί ή ασφάλεια τών δύο μερών. Είς τήν τρίτην δέ συνέντευξίν των, τον λέγει ό Κολοκοτρώνης, ότι άφού έσυλλογίσθη ιδίως καί έσκέφθη πολύ, καταλληλότερον άλλον μέσον δεν ήουνήδη νά εύρη διά νά μένουν ανύποπτα καί τά δύο μέρη, παρά νά κάμη μέ ημάς ένα δεσμόν συγγενικόν. Έφάνη τούτο παράδοξον εις τον αρχιερέα καί μέ άπορίαν τον είπε. Καί ποίαν συγγένειαν τοιαύτην νομίζεις; Τον λέγει, ότι ό Κανέλλος Δεληγιάννης έχει μίαν μόνην κόρην πενταετή ή εξαετή, έχω καί έγώ τον Κωνσταντίνον ή Κολίνον δωδεκαετή, νά κάμωμεν μίαν αρραβώνα καί τότε έξασφαλιζόμεθα καί τά δύο μέρη. Τον άπαντά ό άρχιερεύς, ότι αυτό τό βλέπω αδύνατον νά τό δεχθή, καθότι μήτε ή ανατροφή, μήτε ή ηθική, μήτε ή καταγωγή τό επιτρέπει τό τοιούτον είς αυτούς, διότι τό άνόμοιον είναι άκοινώνητον, κατά τήν κοινήν παροιμίαν. Τον λέγει ό Κολοκοτρώνης, ότι γίνου προς αυτούς εγγυητής, ότι τον υίόν μου αυτόν έχω άπόφασιν νά τον εκπαιδεύσω έδώ, νά τον στείλω καί είς τήν Γαλλίαν νά σπουδάση καί τότε φρονώ, ότι δέν θέλουν κάμει άντίρρησιν h όσα είπες, καί αν θέλουν ας τον πάρουν άπό τώρα είς τήν οίκίαν τους νά σπουδάση είς τον διδάσκαλόν τους τον Παπάγον. Έπί τέλους τον λέγει, ότι αυτό, Δεσπότη μου! τό θέλω άπό τήν Πανιερότητά σου, καί είμαι βέβαιος ότι αν θέλησης τό κατορθώνεις καί δέν θέλω άλησμονήση τήν καλωσύνην σου αυτήν όσον καιρόν ζήσω. Καί ούτως άνεχώρησεν.
Ό Τριπόλεως ευρέθη είς τήν πλέον δεινοτέραν θέσιν καί δέν ήξευρε ποίον τρόπον νά μεταχειρισθή, καθότι δέν έτολμούσε νά τό προτείνη τό τοιούτον κατ' ευθείαν είς έμέ. Απεφάσισε λοιπόν νά τό ένεργήση δι' άλλων καταλληλότερων μέσων πνευματικώς. Ώμίλησεν ιδίως προς τήν μητέρα μου έν είδει έξομολογήσεως καί άφού κατέπεισεν αυτήν νά τό δεχθή, ώμίλησε μέ τον αυτόν τρόπον καί προς τήν σύζυγόν μου καί ακολούθως προς ένα έκαστον τών αδελφών μου καί προς τάς συζύγους των νύμφας μου. Έπειτα είς τον Δ. Παπατσώνην, γυναικάδελφόν μου, προς τον όποίον έγνώριζεν, ότι είχον άδυναμίαν, παραγγέλλων προς ένα έκαστον ιδίως νά τό φυλάξη πολύ μυστικόν, καί άφού ώργάνισε τούτο έπιτηδείως καί τό ώρίμασεν είς όλων τάς καρδίας, ήλθε μίαν τών ήμερων καί μέ λέγει ότι έχει ανάγκην καί ώς διδάσκαλός μου καί ώς πνευματικός μου νά μέ όμιλήση πνευματικώς περί ενός αντικειμένου καί σφαλίσαντες τήν θύραν ήρχισε νά μέ κατηχή καί νά μέ καταλαμβάνη διά πολλά παρελθόντα αντικείμενα καί μετά πολλήν καί μακράν όμιλίαν κατήντησε μέ πολλήν προφύλαξιν είς τό ού ένεκα άντικείμενον, όχι ότι τό έζήτει ό Κολοκοτρώνης, άλλ' ότι αυτός τό έστοχάσθη διά πολύ άναγκαίον καί συμφέρον διά τήν είς τό εξής ήσυχίαν αμφοτέρων τών μερών, νά έξέλθωμεν άπό τον κύκλον τών διαφόρων περισπασμών άπό του νά έχωμεν ανάγκην άπό τόν μέν καί άπό τον δέ, καί άλλα άπειρα μέ είπε. Τά ήκουσα όλα μ' άδιαφορίαν καί τόν απάντησα ότι τό άντικείμενον είναι σοβαρόν καί δέν είναι περί παρωνυχίδος, άλλ' είναι ανάγκη νά τό σκεφθώ πολύ, νά συμβουλευθώ καί τούς συγγενείς μου καί μεθ' ημέρας σέ απαντώ. Τό είπον αυτό είς τήν σύζυγόν μου, είς τήν μητέρα μου, καί ιδίως είς ένα έκαστον τών αδελφών μου, καί ώς έκ συνθήματος τό ενέκριναν άπαντες, ώς άναγκαίον καί κατάλληλον, μέ τήν παρατήρησιν, ότι έάν τελεσφόρηση καί κερδίσωμεν τόν Κολοκοτρώνην καί τόν τραβήξωμεν άπό τούς τυχοδιώκτας, οίτινες τόν έχουν περικυκλωμένον καί άπό τινας κόλακας, οίτινες τόν κινούν όπως θέλουν, ώς όργανον των σκοπών τους, τότε είναι μεγάλη ωφέλεια καί διά τήν πατρίδα καί δι' ήμάς, αν δέ τό εναντίον, ό καιρός γίνεται διδάσκαλος. Τά αυτά μέ είπε καί ό Ζαΐμης καί ό Παπατσώνης, τούς οποίους έσυμβουλεύθην ώς στενούς συγγενείς μου, άλλά πάντες έπεθύμουν τήν ένωσιν αυτήν νά γίνη ειλικρινής, καί όχι απατηλή. Μετά τρεις ημέρας ήλθεν ό Τριπόλεως νά μέ έρωτήση τί απεφάσισα διά νά πάρη τήν περίληψιν, και τόν είπον όλα τ' ανωτέρω καί ότι μάς είναι δεκτή ή πρότασις καί δίδω τόν λόγον μου, όστις ευχαριστηθείς άνεχώρησεν αύθωρεί καί άπήλθεν είς τήν Συλήμναν καί διεβεβαίωσε τόν Κολοκοτρώνην περί τής παραδοχής καί εύχαριστήθη διά τήν έπιτυχίαν καί εντός δύο ήμερών έγινε πασίδηλος ή ύπόθεσις αύτη είς όλην τήν Τριπολιτσάν ώς τελειωμένη."
Ή Συνέλευσις έπροχώρησεν εις πολλά άλλα σπουδαία αντικείμενα καί απεφάσισε μέ πολλήν φρόνησιν περί πάντων καί μέ μεγάλον πατριωτισμόν καί κατά τάς 18 Απριλίου απεφάνθη δτι μετά διετίαν νά συγκαλεσθή πάλιν Εθνική Συνέλευσις, τήν οποίαν νά συγκάλεση ή Κυβέρνησις προς τριών μηνών ή καί πρωτύτερα, έάν τό καλέσουν αί περιστάσεις καί κατεπείγουσαι άνάγκαι τής πατρίδος.
Συγχρόνως τήν αυτήν ήμέραν έσυστήθη τό Έκτελεστικόν ή Νομοτελεστικόν τής δευτέρας περιόδου δι' απολύτου καί μεγάλης πλειονοψηφίας τών πληρεξουσίων. Ό Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης έδιορίσθη Πρόεδρος καί μέλη ό Σωτήριος Χαραλάμπης, ό Ανδρέας Ζαΐμης καί ό Ανδρέας Μεταξάς (καθότι αυτός άνεφάνη εις τήν σκηνήν τής πολιτικής τότε πρώτην φοράν διά πολλών ραδιουργών καί προσεκολλήθη εις τήν συμμορίαν του Υψηλάντη, Κολοκοτρώνη καί λοιπών καί δια νά τον αποσπάσουν από αυτούς τον έδιόρισαν μέλος του Εκτελεστικού). Έμεινε δέ νά διορισθή καί εν μέλος ακόμη από τάς τρεις ναυτικάς νήσους, άφού συμφωνήσωσι μεταξύ των, έδιόρισαν δέ καθέδραν τής Κυβερνήσεως τήν Τριπολιτσάν, καί ούτως έκαμε ή Συνέλευσις τήν προκήρυξίν της, ήτις ευρίσκεται εις τά πρακτικά τής εποχής εκείνης καί ήτις επέσυρε τήν συμπάθειαν δλου το Χριστιανικού Κόσμου υπέρ το αγώνος τών Ελλήνων.
Συγχρόνως έφθασαν καί οι έκ τών επαρχιών έκλεχθέντες βουλευταί, όσοι έλειπον, καί αμέσως συνήλθον εις έκτακτον συνεδρίασιν προκαταρτικώς, έθεώρησαν τά πληρεξούσια έγγραφα τών όσων δέν είχον αντιπάλους, τά ύπέγραψεν ό Πρόεδρος ώς άδιαφιλονείκητα, διηρέθησαν εις έπιτροπάς, έπεξεργάσθησαν καί τών λοιπών καί παραδεχθέντων τών νομίμως έκλεχθέντων έγινε πλήρης ή Βουλή ήτις συνεδριάσασα έκλεξε Πρόεδρον αυτής δι' απολύτου πλειονοψηφίας τον Ίωάννην Όρλάνδον καί Αντιπρόεδρον τον Έπίσκοπον Βρεσθένης. Καί ούτω λαβούσης αίσιον καί φρόνιμον πέρας αυτής τής Συνελεύσεως μετέβη ή Εθνική αύτη Κυβέρνησις, τό τε Βουλευτικόν καί 'Εκτελεστικόν, είς τήν Τριπολιτσάν καί ύπεδέχθη μέ τάς πλέον μεγαλυτέρας εύχάς καί άνευφημίας δλου του Ελληνικού λαού. Ή δέ Συνέλευσις διελύθη αυθημερόν καί άπήλθεν έκαστος είς τά ίδια.
Φθάσασα ή Κυβέρνησις είς τήν Τριπολιτσάν και βλέπουσα τήν άφηνίασιν καί τους έθνοκτόνους σκοπούς τών αποτυχόντων καί ύποπτευθείσα μήπως προσελκύσουν είς εαυτούς καί τον πολύμητον Φαναριώτην Μαυροκορδάτον αποτυχόντα καί άπεράση αυτός είς τήν Στερεάν Ελλάδα μετά του Όδυσσέως καί άλλων αποτυχόντων καί προξενήσουν άλλας νέας ταραχάς καί άναρχίαν διά τών καταχθόνιων ραδιουργιών του, καί τότε ήτον έπόμενον νά επιφέρουν τήν τελείαν καταστροφήν τής Πατρίδος είς έκείνας μάλιστα τάς δεινάς περιστάσεις, απεφάσισε καί έδιόρισε τον Μαυροκορδάτον γενικόν Γραμματέα το Εκτελεστικού, ό έστί Πρωθυπουργόν, τον Αναγνώστην Σπηλιωτάκην υπουργόν τής Οικονομίας, τον Παπαφλέσαν υπουργόν τών Εσωτερικών, τον Έπίσκοπον Ανδρούσης υπουργόν τών Εκκλησιαστικών, τον Γ. Αίνιάνα υπουργόν τής Αστυνομίας. Εις δέ τά υπουργεία τών Στρατιωτικών, τον Άναγνωσταράν, τον Περραιβόν καί τον Δ. Μούρτζινον έπιτροπήν, εις τό τών Ναυτικών, τον Ίωάννην Λαζάρου, τον Γ. Κιβωτόν καί τον Γ. Καλημέρην έπιτροπήν. Καί ούτως ήρχισε τακτικώς καί φρονίμως τάς εργασίας της.
Άλλ' οι αποτυχόντες εις τήν Συνέλευσιν από τάς θέσεις του πληρεξουσίου καί του βουλευτού καί από τάς προσδοκωμένας είς αυτούς υψηλάς θέσεις Προέδρων, αντιπροέδρων καί υπουργών κτλ. τάς οποίας ήλπιζαν νά καθέξωσι διά τής ισχύος τών δύο κολοσσών, του Κολοκοτρώνη καί του Όδυσσέως, άπελπισθέντες μετέβησαν είς τό Ναύπλιον, καί συναθροισθέντες άπαντες έκεί, οίον ό Υψηλάντης, ό Όδυσσεύς, ό Κολοκοτρώνης, ό Νικήτας, ό Πλαπούτας, ό Τσιώκρης, οί Πετιμεζαίοι, ό Κεφάλας, ό Καλαμαριώτης, ό Περούκας, οί Ζαριφαίοι καί τίνες άλλοι, καί συσκεφθέντες απεφάσισαν καί ώρκίσθησαν νά κινηθώσι κατά τής Κυβερνήσεως διά τών όπλων νά έμπορέσουν νά παρεμβάλλουν προσκόμματα εις τήν πορείαν της, νά κηρύξουν άσυδοσίαν, άπείθειαν καί άναρχίαν, νά τής εμποδίσουν όλα τά μέσα, νά δυνηθούν ή νά τήν διαλύσουν ή νά τής εμποδίσουν τά μέσα νά άδυνατίση νά πέση είς συμβιβασμόν. Συμπεριέλαβον δέ καί τό άλλο όργανον τής φαναριωτικής ραδιουργίας τον Θ. Νέγρην, αποτυχόντα καί αυτόν τής υψηλής θέσεως του Γ. Γραμματέως του Εκτελεστικού, καί ούτω συσσωματωμένοι ήλθον είς τήν Τριπολιτσιάν καί όργανίσαντες τους έκεί όμόφρονάς των άπήλθον μετά τινας ημέρας καί έτοποθετήθηκαν άπαντες είς τήν Συλήμναν, μίαν ώραν ώς έγγιστα μακράν, φοβερίζοντες ότι θέλει προσκαλέσουν εκείθεν Πελοποννησιακήν δήθεν Συνέλευση.
Βλέποντες οί πρόκριτοι τής επαρχίας Καρύταινας τά κινήματα ταύτα καί τάς παραφοράς του Κολοκοτρώνη, όστις ήγετο καί έφέρετο από τών κολάκων του τάς θελήσεις καί αίσθανόμενοι τάς συνεπείας αυτών τών διαιρέσεων, τήν άσυδοσίαν, άπείθειαν καί τήν άναρχίαν κτλ. καί ότι κινδυνεύει ή Πατρίς νά καταστραφή από τάς τοιαύτας ανοησίας καί τους παραλογισμούς του, απεφάσισαν καί ύπήγον άπαντες προς αυτόν καί τον είπον ομοφώνως καί τον προέτρεψαν άδελφικώς νά παύση άπό τάς συντροφιάς του Όδυσσέως καί τών τοιούτων καί ότι τον παρακινούν νά ένωθή μέ τους Δεληγιανναίους καί υπάρχοντες αυτοί δυνατοί είς τήν έπαρχίαν τής Καρύταινας καί είς όλη σχεδόν τήν Πελοπόννησον, καθότι έχουν πολλάς συγγενείας καί σχέσεις, τότε γίνεται καί αυτός δυνατώτερος καί δέν έχει ανάγκην άπό τοιαύτας άλλας συντροφίας, καί άλλα πολλά. Ύπήγον λοιπόν συσσωματωμένοι καί του εξηγήθηκαν αυτούς τους στοχασμούς τους έν έκτάσει καί τού έκαμαν φρόνιμους καί νουνεχείς παρατηρήσεις. Άφού τάς ήκουσεν δλας ευχαρίστως, τους παρεκάλεσε (χωρίς νά τους κάμη καμμίαν άντίρρησιν) νά του δώσουν καιρόν δύο τρεις ημέρας νά σκεφθή καλύτερα καί τότε θέλει τούς απαντήση. Σκεφθείς λοιπόν μέ τούς οίκειοτέρους του καί αίσθανόμενος τήν καθ' όλα άποτυχίαν του καί οτι ήτον αδύνατον νά κατορθώση κανέν άπ' οσα έφρόνει έχων τούς Δεληγιανναίους πολιτικώς καί στρατιωτικώς αντιπάλους καί μή εύρίσκων κατάλληλον τρόπον καί μέσος νά ένωθή μέ αυτούς, κατέφυγεν είς τον αρχιερέα Τριπόλεως Δανιήλ, όντα ίδιαίτερον πιστόν φίλον του επίσης καί τών Δεληγιανναίων φίλον καί οίκείον, προς τον όποιον έν ειδει έξομολογήσεως έξηγήθη όλα έν έκτάσει τά προγεγονότα καί διατρέξαντα ότι δηλαδή προέκυψαν άπό δολίους εισηγήσεις τών συγγενών καί τών φίλων του καί ότι αυτός έθεώρει πάντοτε ώς αδελφούς καί ειλικρινείς φίλους του. Του έξηγήθη τάς παρατηρήσεις καί απαιτήσεις τών προκρίτων τής επαρχίας μας καί έπί τέλους έπεκαλέσθη τάς πατρικάς καί φρόνιμους συμβουλάς του καί τήν συνδρομήν του (γνωρίζων οτι ειχομεν προς αυτόν μεγάλην υπόληψιν καί έμπιστοσύνην, ώς ύπάρξαντα δεκαοκτώ έτη οικότροφος είς τήν οίκίαν μας διδάσκαλος μας τον όποιον προήξαμεν αρχιερέα Άκόβων καί τελευταίον, Μητροπολίτην Τριπολιτσάς) καί αυτός νά εύρη τον τρόπον τής μεθ' ημών συνδιαλλαγής και οτι δέχεται οτι άνευ παρατηρήσεων τάς συμβουλάς του. Ό Τριπόλεως άφού ήκουσεν όλα αυτά καί συνδιελέχθηκαν δίς, τρις καί πολλάκις καί μή γνωρίζων ποίον τρόπον συνδιαλλαγής έφρονούσε, τον ήρώτησεν έπί τέλους ποιον τρόπον φρονεί καταλληλότερον διά νά γίνη αμοιβαία καί ή υπόληψις καί ή ασφάλεια τών δύο μερών. Είς τήν τρίτην δέ συνέντευξίν των, τον λέγει ό Κολοκοτρώνης, ότι άφού έσυλλογίσθη ιδίως καί έσκέφθη πολύ, καταλληλότερον άλλον μέσον δεν ήουνήδη νά εύρη διά νά μένουν ανύποπτα καί τά δύο μέρη, παρά νά κάμη μέ ημάς ένα δεσμόν συγγενικόν. Έφάνη τούτο παράδοξον εις τον αρχιερέα καί μέ άπορίαν τον είπε. Καί ποίαν συγγένειαν τοιαύτην νομίζεις; Τον λέγει, ότι ό Κανέλλος Δεληγιάννης έχει μίαν μόνην κόρην πενταετή ή εξαετή, έχω καί έγώ τον Κωνσταντίνον ή Κολίνον δωδεκαετή, νά κάμωμεν μίαν αρραβώνα καί τότε έξασφαλιζόμεθα καί τά δύο μέρη. Τον άπαντά ό άρχιερεύς, ότι αυτό τό βλέπω αδύνατον νά τό δεχθή, καθότι μήτε ή ανατροφή, μήτε ή ηθική, μήτε ή καταγωγή τό επιτρέπει τό τοιούτον είς αυτούς, διότι τό άνόμοιον είναι άκοινώνητον, κατά τήν κοινήν παροιμίαν. Τον λέγει ό Κολοκοτρώνης, ότι γίνου προς αυτούς εγγυητής, ότι τον υίόν μου αυτόν έχω άπόφασιν νά τον εκπαιδεύσω έδώ, νά τον στείλω καί είς τήν Γαλλίαν νά σπουδάση καί τότε φρονώ, ότι δέν θέλουν κάμει άντίρρησιν h όσα είπες, καί αν θέλουν ας τον πάρουν άπό τώρα είς τήν οίκίαν τους νά σπουδάση είς τον διδάσκαλόν τους τον Παπάγον. Έπί τέλους τον λέγει, ότι αυτό, Δεσπότη μου! τό θέλω άπό τήν Πανιερότητά σου, καί είμαι βέβαιος ότι αν θέλησης τό κατορθώνεις καί δέν θέλω άλησμονήση τήν καλωσύνην σου αυτήν όσον καιρόν ζήσω. Καί ούτως άνεχώρησεν.
Ό Τριπόλεως ευρέθη είς τήν πλέον δεινοτέραν θέσιν καί δέν ήξευρε ποίον τρόπον νά μεταχειρισθή, καθότι δέν έτολμούσε νά τό προτείνη τό τοιούτον κατ' ευθείαν είς έμέ. Απεφάσισε λοιπόν νά τό ένεργήση δι' άλλων καταλληλότερων μέσων πνευματικώς. Ώμίλησεν ιδίως προς τήν μητέρα μου έν είδει έξομολογήσεως καί άφού κατέπεισεν αυτήν νά τό δεχθή, ώμίλησε μέ τον αυτόν τρόπον καί προς τήν σύζυγόν μου καί ακολούθως προς ένα έκαστον τών αδελφών μου καί προς τάς συζύγους των νύμφας μου. Έπειτα είς τον Δ. Παπατσώνην, γυναικάδελφόν μου, προς τον όποίον έγνώριζεν, ότι είχον άδυναμίαν, παραγγέλλων προς ένα έκαστον ιδίως νά τό φυλάξη πολύ μυστικόν, καί άφού ώργάνισε τούτο έπιτηδείως καί τό ώρίμασεν είς όλων τάς καρδίας, ήλθε μίαν τών ήμερων καί μέ λέγει ότι έχει ανάγκην καί ώς διδάσκαλός μου καί ώς πνευματικός μου νά μέ όμιλήση πνευματικώς περί ενός αντικειμένου καί σφαλίσαντες τήν θύραν ήρχισε νά μέ κατηχή καί νά μέ καταλαμβάνη διά πολλά παρελθόντα αντικείμενα καί μετά πολλήν καί μακράν όμιλίαν κατήντησε μέ πολλήν προφύλαξιν είς τό ού ένεκα άντικείμενον, όχι ότι τό έζήτει ό Κολοκοτρώνης, άλλ' ότι αυτός τό έστοχάσθη διά πολύ άναγκαίον καί συμφέρον διά τήν είς τό εξής ήσυχίαν αμφοτέρων τών μερών, νά έξέλθωμεν άπό τον κύκλον τών διαφόρων περισπασμών άπό του νά έχωμεν ανάγκην άπό τόν μέν καί άπό τον δέ, καί άλλα άπειρα μέ είπε. Τά ήκουσα όλα μ' άδιαφορίαν καί τόν απάντησα ότι τό άντικείμενον είναι σοβαρόν καί δέν είναι περί παρωνυχίδος, άλλ' είναι ανάγκη νά τό σκεφθώ πολύ, νά συμβουλευθώ καί τούς συγγενείς μου καί μεθ' ημέρας σέ απαντώ. Τό είπον αυτό είς τήν σύζυγόν μου, είς τήν μητέρα μου, καί ιδίως είς ένα έκαστον τών αδελφών μου, καί ώς έκ συνθήματος τό ενέκριναν άπαντες, ώς άναγκαίον καί κατάλληλον, μέ τήν παρατήρησιν, ότι έάν τελεσφόρηση καί κερδίσωμεν τόν Κολοκοτρώνην καί τόν τραβήξωμεν άπό τούς τυχοδιώκτας, οίτινες τόν έχουν περικυκλωμένον καί άπό τινας κόλακας, οίτινες τόν κινούν όπως θέλουν, ώς όργανον των σκοπών τους, τότε είναι μεγάλη ωφέλεια καί διά τήν πατρίδα καί δι' ήμάς, αν δέ τό εναντίον, ό καιρός γίνεται διδάσκαλος. Τά αυτά μέ είπε καί ό Ζαΐμης καί ό Παπατσώνης, τούς οποίους έσυμβουλεύθην ώς στενούς συγγενείς μου, άλλά πάντες έπεθύμουν τήν ένωσιν αυτήν νά γίνη ειλικρινής, καί όχι απατηλή. Μετά τρεις ημέρας ήλθεν ό Τριπόλεως νά μέ έρωτήση τί απεφάσισα διά νά πάρη τήν περίληψιν, και τόν είπον όλα τ' ανωτέρω καί ότι μάς είναι δεκτή ή πρότασις καί δίδω τόν λόγον μου, όστις ευχαριστηθείς άνεχώρησεν αύθωρεί καί άπήλθεν είς τήν Συλήμναν καί διεβεβαίωσε τόν Κολοκοτρώνην περί τής παραδοχής καί εύχαριστήθη διά τήν έπιτυχίαν καί εντός δύο ήμερών έγινε πασίδηλος ή ύπόθεσις αύτη είς όλην τήν Τριπολιτσάν ώς τελειωμένη."
ΠΗΓΕΣ:
ΚΑΝΕΛΛΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ-ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου