Φθάσαντες, ως είρηται, εις τον Ριόλον και άνταμωθέντες μετά του Ζαΐμη καί Μαυρομιχάλη έφθασαν συγχρόνως και Πυργιώται καί Γαστουναίοι υπάρχοντες ε'ις την έδικήν όδηγίαν καί άπήλθομεν την έπιούσαν εις του Πάπα, θέσιν παράλιον τών Μαύρων Βουνών, όπου μας περιέμενον τά πλοία. Ενεκρίθη δέ νά έμβουν πρώτοι ό Ζαΐμης, ό Μαυρομιχάλης καί ό Νικολάκης Δεληγιάννης, εγώ δε καί ό αδελφός μου Δημητράκης νά μείνωμεν εξω διά νά μην υποπτευθούν οί στρατιώται δτι θά τους άπατήσωμεν, καί ούτως έμβαρκάροντο εις τάς λέμβους καί υπήγαινον εις τά πλοία. Άλλά καταλαβούσης της νυκτός καί του σκότους πολλοί έξ αυτών άποδειλιάσαντες έκρύβησαν εις τό δάσος, καί έως τό μεσονύκτιον δεν ήδυνήθημεν νά τους εύρωμεν καί άπελπισθέντες άπεφασίμεν καί έμεινεν ό αδελφός μου Δημητράκης έξω νά δυνηθή την επαύριον νά συνάξη έν μέρος έξ αυτών. Άφήσαμεν το πλοιάριον υπό τάς διαταγάς του νά τό στείλη είς τό Βασιλάδι νά μας ειδοποίηση νά επιστρέψουν δύο ή τρία πλοία νά φέρουν είς τό Μισολόγγι, άλλά τό πρωΐ δεν εύρε μήτε τους εδικούς μας μήτε άπό του Ζαΐμη, καί Πυργιωτογαστοναίων παρά μόνον δέκα καν 15 οικείους του καί μας έγραψαν δτι αναγκάζεται με λύπην του νά έπιστρέψη είς τήν έπαρχία μας νά στρατολόγηση καί, αν δυνηθή νά συνάξη πολλούς έρχεται μ' αυτούς ό ίδιος. Όχι καί δεν δυνηθή νά τό κατορθώση, θέλει στείλει ενα καπετάνιον μας μ' δσους συνάξη καθώς καί ήκολούθησε καί εστειλεν ένα καπετάνιον μας μ επίλεκτους στρατιώτας. Ήμείς δέ την έπιούσαν 11 Νοεμβρίου έφθάσαμεν άπαντες είς τό Μισολόγγι.
΄Αμα έξεκίνησαν άπό τήν Αρταν οί άνω είρημένοι 7 Βεζυράδες κατά της Δυτικής Ελλάδος καί προτού φθάσουν είς τό Μισολόγγι νά τό αποκλείσουν, νομίσαντες ο τε Μάρκος Βότσαρης, ό Μακρής καί ό Τσιόγκας, δτι άφού έλθουν οι Τούρκοι εις τα ελληνικά δρια θά εύρουν άντίστασιν και άντικρουσιν τινά από τους καπεταναραίους, καθώς τους ύπόσχοντο, έσύναξαν και αυτοί δύο σχεδόν χιλιάδας στρατιώτας καί κατέλαβον την θέσιν του Αιτωλικού καί τό άντί περαν Κεφαλόβρυσον, έλπίζοντες δτι οι εχθροί δεν ήθελον δυνηθή τόσον ταχέως καί ευκόλως νά φθάσουν έκεί. Έγραψαν λοιπόν του Ζαΐμη καί του Λόντου νά ύπάγη εις εξ αυτών μέ χιλίους στρατιώτας εις την έπαρχίαν του Ζυγού, νά συνάξουν καί τους έκεί, νά δώσουν ενα άντιπε ρισπασμόν είς τά σχέδια του έχθρού καί είς πάσαν περίστασιν νά συνυπακούωνται.
Ενεκρίθη λοιπόν καί αμέσως άνεχώρησεν ό Λόντος μέ 300 εδικούς του καί 400 του Ζαΐμη καί έφθασε μετά επτά ημέρας είς τον Ζυγόν, είς τήν θέσιν Συκιάν καί Μπουτίνου, αλλά δεν ηθέλησε κανένας έκ τών μεγάλων καπεταναραίων νά τον άκολουθήση καθότι είχον βαλμένον καπάκι (ώς έλεγον)· μ' άλλους λόγους ήτον προσκυνημένοι είς τούς Τούρκους καί ήτον έτοιμοι νά συνε κστρατεύσουν μέ αυτούς κατά του Μισολογγίου, καθώς καί ήκολούθησαν. Μόνον ολίγοι στρατιώται του Μακρή ευρεθέντες έκεί έσύναξαν καί τινας χωρικούς καί έγιναν έως 300 οίτινες ένωθέντες μετά του Λόντου ύπήγον καί έκτύπησαν τον άνεψιόν του Όμέρ πασα Βριώνη κατάσκηνωμένον καί όχυρωμένον όντα μέ χιλίους είς τήν Γαβαλούν, συνάζοντα τροφάς καί κρατών τούς κατοίκους είς ύποταγήν, καί μή δυνηθέντες νά τον βλάψουν, διότι όλαι αύται οι έπαρχίαι ήτον προσκυνημέναι, καί αποτυχών καί ό Λόντος καί διακινδυνεύσας ύπέστρεψεν εις τήν Βοστίτσαν κατά τάς αρχάς τοΰ Δεκεμβρίου καί είς τάς 16 καν 17 ιδίου ήλθε καί αυτός είς τό Μισολόγγι.
Ευρισκόμενοι, ώς ερηται, ό Βότσαρης, ό Μακρής καί ό Τσιόγκας καί τίνες άλλοι είς τά άκρα της Ακαρνανίας καί μή δυνάμενοι νά άνθέξουν είς τήν πληθύν τών Τούρκων, άπεφάσισαν και άπεσύρθησαν εις τό Αιτωλικόν να βασταχθούν καν εκεί, μή πιστεύοντες δτι ήτον δυνατόν νά συνοδεύσουν δλοι οπλαρχηγοί Έλληνες τους Τούρκους νά τους φέρουν εις το Μισολόγγι και νά συμπολεμήσουν μέ αυτούς κατά τα αδελφών τους. Ειδοποιούνται μ' δλα ταύτα μέ έκπληξίν τους δτι οί Τούρκοι διαπεράσαντες τον Άχελώον ποταμόν έφθασαν εις τό Άγρίνιον και διευθύνοντο διά τό Μισολόγγι. Ώχυρώθηκαν αμέσως είς τά αναγκαία μέρη, αλλά φθάσαντες έκε οί εχθροί και συμπλακέντες τους άντέκρουσαν καρτερικώς και μετά δίωρον άντίστασιν μή δυνηθέντες νά άνθέξουν, είς προς δέκα, ύπεχώρησαν πολεμούντες μέ πολλήν βλάβην των κα διεσκορπίσθησαν οί μεν είς τά δρη, οί δέ εις τό Αιτωλικόν με μεγάλον κίνδυνον, και εκείθεν διά της λίμνης είς τό Μισολόγγι, δπου την επαύριον 23 Όκτωβρίου έφθασαν και οί πασιάδες και τους έπολιόρκησαν.
Έφονεύθηκαν είς έκείνην τήν μάχην περίπου των εξήντα στρατιωτών τού Μακρή καί άλλοι τόσοι ίσως τού Μάρκου, τού Τσιόγκα καί τού Γεώργη Κίτσιου, καί υπέρ τους εκατόν άπό τούς εχθρούς.
Είς δέ τό Μισολόγγι έπολιορκήθηκαν οί εξής, τούς οποίους εύρομεν ημείς δταν έφθάσαμεν εκεί: ό Βότσαρης μέ τον Γεώργην Κίτσιον καί μέ τον Μαυροκορδάτον 86, ό Μακρής 72, ό Δημο τσέλιος 54, οί αδελφοί Γριβαΐοι 22, ό Τσιόγκας έμβάς είς τάς 3 Νοεμβρίου 188, Μισολογγίται καί Αίτωλικιώται (εκτός τής φρουράς τού Αιτωλικού) 284. Το όλον Ρουμελιώται καταμετρημένοι 705. Είσήλθομεν καί ήμείς τήν 11 Νοεμβρίου καταμετρημένοι Πελοποννήσιοι: ό Κανέλλος και Νικολάκης Δεληγιάννηδες 646, ό Ζαΐμης εδικούς του 363, του Λόντου δύο καπεταναίοι οίτινες ήκολούθησαν τον Ζα'ί'μην 164 ό Πέτρος Μήτσιος Πυργιώτης καί ό Γιάννης Διάκος 146, ό Τσεκούρας από του Καλίτσα καί όΑνδρέας Άλουποχωρίτης από την Γαστούνην καπεταναίοι ανεξάρτητοι άπό τον Σισίνην 137. Οί ρηθέντες καπεταναίοι του Πύργου και Γαστούνης Πέτρος Μήτσιος και Γιάννης Διάκος, ό Τσεκούρας και Ανδρέας Άλουποχωρίτης ήτον υπό τήν όδηγίαν μου καί υπό τάς αμέσους διαταγάς μου καί εν σώμα άδιαίρετον άπό τους εδικούς μου στρατιώτας οίτινες μέ ήκολούθησαν καί υπήγομεν μαζί είς τό Μισολόγγι- ό Μαυρο μιχάλης εχων καί τον Σαλαφατίνον Μανιάτας 32, τό όλον Πελοποννήσιοι 1488. Είς τάς 16 καν 17 Δεκεμβρίου ήλθε καί ό Λόντος μέ εδικούς του στρατιώτας 216, δύο καπεταναίοι του Ζαΐμη 162, ενας καπετάνιος τών Δεληγιανναίων 84, τό όλον 462. ‘Ωστε έγιναν τών Δεληγιανναίων δλοι χίλιοι τριάντα (1030), του Ζαΐμη 525, του Λόντου 380, τό δλον τών Πελοποννησίων 1950, καί τέλος δλη ή φρουρά τοΰ Μισολογγίου μετά τάς 17 Δεκεμβρίου ήτον καταμετρημένοι 2656, καί δεν υπήρχον μήτε άπό του Αιτωλικού τήν φρουράν, μήτε τακτικοί, μήτε Επτανήσιοι καθώς έμπαθώς καί ψευδώς αναφέρει ή Χαλιμά του ταρτούφου Σπηλιάδου καί άλλοι τοιούτοι.
Είς τήν κατά του Μισολογγίου έκστρατείαν ήτον διορισμένος άπό τον Σουλτάνον στρατάρχης ό Κιοταχής Ρεσίτ πασιάς. Επειδή δεν είχε πολλήν έμπιστοσύνην είς τον Όμέρ πασιαν Βριώνην ώς 'Αλβανόν καί άληπασιαλήν, καί οί άλλοι τέσσαρες πασιάδες ήτον υπό τήν όδηγίαν τους. Τούτο κατελύπησε τον Όμέρ Βριώνην καί προσέβαλε τήν φιλοτιμίαν του, ώστε ήρχισεν αμέσως νά επιβουλεύεται τον Κιοταχήν καί νά άντενεργή είς δλας τάς πολεμικάς επιχειρήσεις του. Έπιθυμών λοιπόν νά μήν κερδίση ό Κιοτα χής καμμίαν λαμπράν νίκην καί άποκατασταθή Σατράπης της Ηπείρου καί Θεσσαλίας καί υποφέρουν χειρότερα άπό τον 'Αλή πασιάν, έχων δέ καί φίλον πιστόν καί μυστικόν σύμβουλον τον Γεωργάκην Βαρνακιώτην, του ενεπιστεύθη τό μυστήριον τούτο ότι επθυμεί την αποτυχίαν του Κιοταχή εις έκείνην την έκστρατείαν.
Ό Βαρνακιώτης (ό όποίος πολλάκις με έξηγήθη έπειτα, πάντοτε με είλικρίνειαν όλην την άλήθειαν) είπε προς τον Όμέρ πασιάν Βριώνην ότι γίνεται ή επιθυμία του, εάν δώση πίστιν εις τούς λόγους του και άκολουθήση τά σχέδια του. Και αυτός ώρκίσθη, ότι θέλει τά άκολουθήση χωρίς καμμίαν παρατήρησιν, άλλά φθάνει νά επιτύχη, χωρίς νά τό έννοήση ό Κιοταχής. Τον λέγει νά προδιαθέση όλους τους μπέηδες και οπλαρχηγούς της Αλβανίας και της Ηπείρου και νά τούς καταπείση, ότι αν ό Κιοταχής τούς διάταξη νά κάμουν την έφοδον εις τό Μισολόγγι, νά μήν τό δεχθούν, άλλά νά τον απαντήσουν, ότι νά δοκιμάσουν πρώτον την διά συνθήκης παράδοσιν και αν δεν την δεχθούν οί "Ελληνες, τότε αποφασίζουν τον πόλεμον, εί δυνατόν και την έφοδον. Καθότι προβλέπουν μεγάλην αίματοχυσίαν, αν γίνη ή έφοδος, επειδή οί πολιορκούμενοι θά πολεμήσουν άπελπισμένως, ώστε νά μήν μείνη ουδέ εις, και θά φονεύουν χιλιάδες Τούρκοι, νά μείνουν χιλιάδες ορφανά και νά έρημάξουν τόσαι οικογένειαι, και άν τό δεχθή αυτό (τό οποίον δεν θέλει δυνηθή νά τό αποφυγή, καθότι οί Όσουμανλήδες είναι ολίγοι και ανάξιοι διά ρεσάλτον), τότε νά μεταχειρισθής μέσον και όργανον τον "Αγον Μουχουρδάρην ή Βαϊσάρην, ό όποιος εχει στενόν φίλον τον Μάρκον Βότσιαρην, νά ανταμώσουν με αυτόν, νά ομιλήσουν και νά συμφωνήσουν ότι τό Μισολόγγι νά παραδοθή έπ' ονόματι σου και όχι ποτέ εις τον Κιοταχήν, και άν ό Μάρκος προτείνη δυσκολίας, ας τού προτείνη και μίαν ποσότητα χρημάτων και τότε είναι εύκολον νά τό κατορθώση. Άλλά και εις τό "Αγον και εις τούς Μπιμπασάδες νά είπής και νά τούς βεβαίωσης ότι είσαι πληροφορημένος πώς μέσα εις τό Μισολόγγι έχουν πολλάς υπονόμους καμωμένας, και εις τάς οικίας και εις τους προμαχώνας, γεμάτας βαρούτην, και αν κάμωμεν την έφοδον, οί 'Ελληνες ώς άπηλπισμένοι θά βάλουν φωτιάν νά μας γυρίσουν δλους καί θά καταστραφή όλον τό στρατόπεδον. Και αυτό είναι τό μεγαλύτερον επιχείρημα καί ημείς νά έπιτύχωμεν καί ό Κιοταχής νά άποτύχη.
Ή γνώμη αυτή ήρεσεν πολύ τον Όμέρ Βριώνην καί αμέσως την παρεδέχθη ώς την όρθοτέραν καί την έβαλεν εις πλήρη ένέργειαν. Καί αμέσως προδιέθεσε περί τούτων πάντων όλους τούς Μπιμπασιάδες καί μπελουκπασάδες καί τήν έπιούσαν, ότε ό Κιοταχής τούς προσεκάλεσε εις τήν σκηνήν του καί τούς έπρότεινε τά σχέδια της εφόδου, έν μια φωνή απήντησαν άπαντες ότι είναι αδύνατον νά κάμουν έφοδον, νά χαθή τόση Τουρκιά αδίκως καί χωρίς νόημα ενώ αποκαθίσταται εύκολον διά τής στενής πολιορκίας νά παραδοθή διά συνθήκης. Μ' όσους τρόπους προτρεπτικούς καί κολακευτικούς καί έπειτα απειλητικούς μετεχειρίσθη καί αυτός (καί ό Όμέρ Βριώνης προσποιημένως) καί οί άλλοι πασιάδες καί μ' όλας τάς υποσχέσεις, τάς οποίας τούς έκαμεν ό Κιοταχής, έστάθη αδύνατον νά πεισθούν. "Ωστε μή δυνάμενος νά τούς υποχρεώση είς τοιαύτην περίστασιν, ποιήσας τήν ανάγκην φιλοτιμίαν, παρεδέχθη τήν διαπραγμάτευσιν καί τον διορισμόν τοϋ "Αγου Μουχουρδάρη.
Μετά πέντε λοιπόν ημέρας τής πολιορκίας έφώναξε ό "Αγος νά γίνη ανακωχή του πολέμου καί νά έξέλθη ό Βότσαρης νά ομιλήσουν περί συμβιβασμού.
Άκούσαντες δέ τό όποιον έπεθύμουν οί πολιορκούμενοι, απεφάσισαν νά έβγη άφού συνεσκέφθησαν μεταξύ των καί έλαβε τήν γνώμην απάντων τών προκρίτων διά τήν άναβολήν, νά δώσουν μάκρος του καιρού, ημέρας τινάς μεχρισότου λάβουν τήν άπάντησιν από τούς Πελοποννησίους αν πηγαίνουν και πότε φθάνουν, και ούτως εξήλθε και υπό τα δπλα των Ελλήνων έκαμαν την συνέντευξιν. Ό Μάρκος μ'όλον όπού επιθυμούσε τό τοιούτον, έπροσποιήθη άγνοιαν δια να δώσει περισσότερον μάκρος του καιρού' τον λέγει δτι επειδή κα πολλοί εκ των Μισολογγίτων είναι πηγεμένοι δια υποθέσεις των άλλοι εις τήν Πελοπόννησον και άλλοι εις τάς Ιονίους νήσους, νά δοθή 15 ήμερών τουλάχιστον προθεσμίαν δια νά τού γράψουν νά έλθουν εις τάς οικογενείας των νά αποφανθούν και αυτοί ποίοι θέλουν νά μείνουν ώς ραγιάδες, και ποίοι θέ λουν νά αναχωρήσουν και άλλας τοιαύτας προφάσεις του έπρότεινε, και δτι νά άπέλθη ό 'Αγος εις τους Βεζυράδες νο είπή τάς ανωτέρω προτάσεις εις αυτούς, ό δε Μάρκος εις τήν φρουράν του Μισολογγίου, και τήν επαύριον νά ανταμωθούν πάλιν εις τό ίδιον μέρος. Άλλ' έμειναν σύμφωνοι δτι νά εξακολουθή και ό πόλεμος εξ αμφοτέρων των μερών, και oύτως άπεχωρίσθησαν.
Τό τουφέκι δμως και τό κανόνι εξακολουθούσαν ακαταπαύστως και ήμερονυκτίως και οί Τούρκοι έπροχωρούσαν μέχρι βολής πιστολιού... Εις τό Μισολόγγι δμως είχον κάμει προ πολλού κανονοστάσια και έθεσαν εις τα αναγκαιότερα μέρη από δύο και τρία κανόνια, τό δλον των κανονιών ήτον δεκαέξ (16). Είχον δε και αρκετά πολεμοεφόδια προβλέψει καί έπυροβολούσαν ακαταπαύστως, ώστε έπίστευον οί εχθροί 'οτι ήτον μέσα υπέρ τάς δύο χιλιάδας στρατός, οί όποίοι τους έκαμαν μεγάλην θραύσιν τών εχθρών.
Τήν επαύριον ήλθε ό "Αγος καί έπροσκαλούσε πάλιν τον Βότσαρην νά έξέλθη νά ομιλήσουν, άλλ' ό Μάρκος έπροσποιήθη δτι ασθενούσε καί δτι τήν επαύριον έβγαίνει, καί τήν τελευταίαν ήμέραν εις τάς 2 Νοεμβρίου εξήλθε, καί τού έπρότεινε νά θέσουν 15 ημέρας προθεσμίαν διά τήν παράδοσιν δια νά δυνηθούν ώς τότε νά ευκολυνθούν δσοι θά αναχωρήσουν, νά έμβαρκάρουν τά πράγματα τους και ούτω δια πολλής συζητήσεως καί φιλονικίας απεφασίσθη τελευταίον να γίνη ή παράδοσις τήν 11 Νοεμβρίου, επί συμφωνία νά γίνη έγγραφος ή συνθήκη, νά υπογραφή έξ αμφοτέρων των μερών. Έκαμαν λοιπόν τό σχέδιον του έγγράφου έκ μέρους δήθεν τών Μισολογγιττών, τό οποίον διελάμβανεν δτι παραδίδονται καί αυτοί καί τό φρούριον με τάς δείνα καί δείνα συμφωνίας εις τάς χείρας του Όμέρ πασια Βριώνη.
Ευρισκόμενος τότε καί ό Ίσούφ πασιάς έκ Σερρών από τάς Πάτρας διά θαλάσσης, ειδοποίησε καί αυτός εγγράφως τούς Μισολογγίτας νά παραδοθούν εις αυτόν καί αυτός θέλει τους χαρίση πολλά προνόμια, πλήρη άμνηστίαν καί επταετή άτέλειαν. Τό έγγραφον αυτό ήτον ώς συνθήκη, τό όποίον λαβών ό Βότσαρης επιχείρημα διά νά δώση μάκρος του καιρού, τό έδωκε καί αυτό εις τον "Αγον νά τό ίδούν οί Βεζυράδες. 'Επιστρέψας λοιπόν ό "Αγος καί παρουσιάσας τό σχέδιον τής συνθήκης καί τό έγγραφον του Ίσούφ πασια, κατεταράχθη ό Κιοταχής εις τόσον βαθμόν, ώστε ήλθον εις ρήξιν μετά του Όμέρ Βριώνη καί του Ίσούφ πασιά. Άλλά μή δυνάμενος τότε νά τούς έκδικηθή έκαμε τήν ανάγκην φιλοτιμίαν καί παρεδέχθη. Έγραψε όμως κατ' αυτών εις τον Σουλτάνον καί μετ' ολίγον καιρόν τον μεν Όμέρ πασιάν εξώρισεν εις τό Διδυμότειχον καί εκεί τον άπεκεφάλισε. Επίσης καί τον Ίσούφ πασιάν κατόπιν εις τό Βιδίνι, καί έλαβε τήν αυτήν τύχην.
Άκολουθησάσης λοιπόν αυτής τής μεταξύ των διαφωνίας καί φιλονικίας, έφθασε καί ή 11 Νοεμβρίου, ότε ύπήγε ό "Αγος καί έφώναξεν τών είς τάς επάλξεις φυλασσόντων στρατιωτών νά έβγη ό Μάρκος νά ανταμωθούν. Ό Μάρκος γνωρίζων τότε ότι έμείς έφθάσαμεν πολύ πρωΐ εις τό Βασιλάδι καί ότι ώς τό μεσημέρι έμβαίνομεν είς τό Μισολόγγι, διά νά δώση ολίγας ώρας άναβολήν, του άνήγγειλεν ότι νά σταθή εκεί καί μετ' όλίγον εξέρχεται. Έμεινε λοιπόν δύο σχεδόν ώρας, δτε είχον φθάσει έκεί ό Ζαΐμης, ό Μαυρομιχάλης, και ό Ν. Δεληγιάννης και έβεβαιώθη περί του ποσού των στρατευμάτων, και εξήλθε και άνταμώσας με αυτόν τον ήρώτησε αμέσως διατί σήμερον πηγαινοέρχονται πολλά πλοιάρια εις τό Βασιλάδι, και ο Μάρκος τον απήντησε μέ παγωμένον φλέγμα, ότι, όσαι οικογένειαι δεν θέλουν να μείνουν ραγιάδες, μετακομίζονται εις το Βασιλάδι μ' όλα τα πράγματα τους, ήλθαν δε και καράβια να τούς μετακομίσουν εις τάς νήσους, και αυτός ώς Τούρκος το έπίστευσε... Ό Μάρκος δια να τον διασκεδάση δύο ή ώρας ακόμη, ώστε να μετακομισθή όλον τό ίδικόν μας στράτευμα είς τό Μισολόγγι, του ήνοιξε διαφόρους έκτεταμένας ομιλίας, ώστε είσήλθομεν άπαντες και τότε επήρε τήν συνθήκην καί εισήλθεν μέσα να τήν υπογράψουν δήθεν, παραγγείλας προς τον "Αγον ότι να διάταξη τούς Τούρκους να μην πυροβολήσουν πλέον, μεχρισότου επιστρέψη, να δώσουν τέλος υποθέσεως. Έπιστρέψας λοιπόν ό Βότσαρης καί ευρών άπαντας ημάς έκεί, αμέσως έσκέφθημεν εκ συμφώνου να τοποθετήσωμεν τα διάφορα στρατιωτικά σώματα αναλόγως της ποσότητος είς κάθε θέσιν, έκαστον χωριστά καί μέ διακεκριμένα δρια, χωρίς νά πηγαίνουν οί στρατιώται ενός σώματος εις θέσιν του άλλου νά πολεμήσουν καί ακολουθή ούτως σύγχυσις. Έγώ τούς έπρότεινα ότι επειδή έχω σώμα στρατιωτικό πολυαριθμότερον τά δύο πέμπτα του όλου στρατού τής φρουράς καί έγυμνασμένον καλύτερα άπό τά άλλα, νά μέ δώσουν οποίαν θέσιν γνωρίζουν άδυνατωτέραν άπό τάς άλλας καί έγώ την οχυρώνω καί τήν βαστώ. Εύχαριστήθησαν άπαντες τούτο καί άπεφασίσαμεν τάς τοποθεσίας ώς εξής, κα( ένθυμούμαι εκ τής πολυκαιρίας.
Προς τό μέρος του Γαλατά καί Μποχώρι είς τό άκρον, κατέλαβον τήν θέσιν οί Πυργιώται καί Γαστουναίοι όντες υπό την έδικήν μου διοίκησιν και όδηγίαν, έπί κεφαλής αυτών ό Νικολάκης Δεληγιάννης. Ή θέσις αύτη δέν ήτο τόσον επικίνδυνος. Πλησίον εις αυτούς έτοποθετήθη ό Μακρής. Κατόπιν του Μακρή ό Κανέλλος Δεληγιάννης εις την πλέον αδύνατον θέσιν και πλησίον αύτού ό Σαλαφατίνος μέ τούς Μανιάτας και οί αδελφοί Γριβαίοι εις την μασχάλην έως την γωνίαν αύταί αι θέσεις ονομάζονται Μύτικας και έλαιοτριβείον του Καψάλη· εκεί είναι ή μασχάλη και ή γωνία' από εκεί έως την έκκλησίαν της Αγίας Παρασκευής ήτον ό Βότσαρης και ό Γεώργης Κίτσιος Σουλιώται, πλησίον εις αυτούς ήτον ό Τσιόγκας, ό Δημοτσέλιος και ό Θανάσης Κότσικας μέ τούς Μισολογγίτας έως την θύραν του φρουρίου. Άπό την θύραν έως τό άκρον προς τό μέρος του Αιτωλικού ήτον ό Ζαΐμης μέ τούς εδικούς του και τούς τοτου Λόντου και έπειτα και ό Λόντος, άφού ήλθεν ή θέσις αύτη ήτον ή όχυρωτέρα και ανύποπτος δια έφοδον έχθρικήν.
Τοποθετηθέντων δέ τών στρατιωτών ήρχισαν παρευθύς άπαντες νά οχυρώση έκαστος τον προμαχώνα του και έν όλίγω διαστήματι εύρέθημεν έτοιμοι προς άμυναν και άντιπαράταξιν. Τότε είσήλθομεν άπαντες είς τάς επάλξεις μέ τον γέροντα Μαυρομιχάλην και έβάλαμεν τον Κάσκαρην και έφώναξε τον "Αγον Βοϊσάρην και τον λέγει, ότι νά αναχωρήσει εκείθεν καθότι έφθασαν οί Μοραΐται, οί Δεληγιανναΐοι, ό Ζαΐμης, ό Μαυρομιχάλης, ό Λόντος μέ στρατεύματα και τον μέν Μάρκον, τον έβαλαν αμέσως χάψη (είς φυλακήν) και κατέλαβον αυτοί και τά κανο-νοστάσια και δλα τά όχυρώματα, και τό Μισολόγγι δέν τό παραδίδουν χωρίς νά φονευθούν όλοι αυτοί και ήδη αρχίζει ό πόλεμος και νά αναχωρήσει ευθύς εκείθεν.
΄Αμα έξεκίνησαν άπό τήν Αρταν οί άνω είρημένοι 7 Βεζυράδες κατά της Δυτικής Ελλάδος καί προτού φθάσουν είς τό Μισολόγγι νά τό αποκλείσουν, νομίσαντες ο τε Μάρκος Βότσαρης, ό Μακρής καί ό Τσιόγκας, δτι άφού έλθουν οι Τούρκοι εις τα ελληνικά δρια θά εύρουν άντίστασιν και άντικρουσιν τινά από τους καπεταναραίους, καθώς τους ύπόσχοντο, έσύναξαν και αυτοί δύο σχεδόν χιλιάδας στρατιώτας καί κατέλαβον την θέσιν του Αιτωλικού καί τό άντί περαν Κεφαλόβρυσον, έλπίζοντες δτι οι εχθροί δεν ήθελον δυνηθή τόσον ταχέως καί ευκόλως νά φθάσουν έκεί. Έγραψαν λοιπόν του Ζαΐμη καί του Λόντου νά ύπάγη εις εξ αυτών μέ χιλίους στρατιώτας εις την έπαρχίαν του Ζυγού, νά συνάξουν καί τους έκεί, νά δώσουν ενα άντιπε ρισπασμόν είς τά σχέδια του έχθρού καί είς πάσαν περίστασιν νά συνυπακούωνται.
Ενεκρίθη λοιπόν καί αμέσως άνεχώρησεν ό Λόντος μέ 300 εδικούς του καί 400 του Ζαΐμη καί έφθασε μετά επτά ημέρας είς τον Ζυγόν, είς τήν θέσιν Συκιάν καί Μπουτίνου, αλλά δεν ηθέλησε κανένας έκ τών μεγάλων καπεταναραίων νά τον άκολουθήση καθότι είχον βαλμένον καπάκι (ώς έλεγον)· μ' άλλους λόγους ήτον προσκυνημένοι είς τούς Τούρκους καί ήτον έτοιμοι νά συνε κστρατεύσουν μέ αυτούς κατά του Μισολογγίου, καθώς καί ήκολούθησαν. Μόνον ολίγοι στρατιώται του Μακρή ευρεθέντες έκεί έσύναξαν καί τινας χωρικούς καί έγιναν έως 300 οίτινες ένωθέντες μετά του Λόντου ύπήγον καί έκτύπησαν τον άνεψιόν του Όμέρ πασα Βριώνη κατάσκηνωμένον καί όχυρωμένον όντα μέ χιλίους είς τήν Γαβαλούν, συνάζοντα τροφάς καί κρατών τούς κατοίκους είς ύποταγήν, καί μή δυνηθέντες νά τον βλάψουν, διότι όλαι αύται οι έπαρχίαι ήτον προσκυνημέναι, καί αποτυχών καί ό Λόντος καί διακινδυνεύσας ύπέστρεψεν εις τήν Βοστίτσαν κατά τάς αρχάς τοΰ Δεκεμβρίου καί είς τάς 16 καν 17 ιδίου ήλθε καί αυτός είς τό Μισολόγγι.
Ευρισκόμενοι, ώς ερηται, ό Βότσαρης, ό Μακρής καί ό Τσιόγκας καί τίνες άλλοι είς τά άκρα της Ακαρνανίας καί μή δυνάμενοι νά άνθέξουν είς τήν πληθύν τών Τούρκων, άπεφάσισαν και άπεσύρθησαν εις τό Αιτωλικόν να βασταχθούν καν εκεί, μή πιστεύοντες δτι ήτον δυνατόν νά συνοδεύσουν δλοι οπλαρχηγοί Έλληνες τους Τούρκους νά τους φέρουν εις το Μισολόγγι και νά συμπολεμήσουν μέ αυτούς κατά τα αδελφών τους. Ειδοποιούνται μ' δλα ταύτα μέ έκπληξίν τους δτι οί Τούρκοι διαπεράσαντες τον Άχελώον ποταμόν έφθασαν εις τό Άγρίνιον και διευθύνοντο διά τό Μισολόγγι. Ώχυρώθηκαν αμέσως είς τά αναγκαία μέρη, αλλά φθάσαντες έκε οί εχθροί και συμπλακέντες τους άντέκρουσαν καρτερικώς και μετά δίωρον άντίστασιν μή δυνηθέντες νά άνθέξουν, είς προς δέκα, ύπεχώρησαν πολεμούντες μέ πολλήν βλάβην των κα διεσκορπίσθησαν οί μεν είς τά δρη, οί δέ εις τό Αιτωλικόν με μεγάλον κίνδυνον, και εκείθεν διά της λίμνης είς τό Μισολόγγι, δπου την επαύριον 23 Όκτωβρίου έφθασαν και οί πασιάδες και τους έπολιόρκησαν.
Έφονεύθηκαν είς έκείνην τήν μάχην περίπου των εξήντα στρατιωτών τού Μακρή καί άλλοι τόσοι ίσως τού Μάρκου, τού Τσιόγκα καί τού Γεώργη Κίτσιου, καί υπέρ τους εκατόν άπό τούς εχθρούς.
Είς δέ τό Μισολόγγι έπολιορκήθηκαν οί εξής, τούς οποίους εύρομεν ημείς δταν έφθάσαμεν εκεί: ό Βότσαρης μέ τον Γεώργην Κίτσιον καί μέ τον Μαυροκορδάτον 86, ό Μακρής 72, ό Δημο τσέλιος 54, οί αδελφοί Γριβαΐοι 22, ό Τσιόγκας έμβάς είς τάς 3 Νοεμβρίου 188, Μισολογγίται καί Αίτωλικιώται (εκτός τής φρουράς τού Αιτωλικού) 284. Το όλον Ρουμελιώται καταμετρημένοι 705. Είσήλθομεν καί ήμείς τήν 11 Νοεμβρίου καταμετρημένοι Πελοποννήσιοι: ό Κανέλλος και Νικολάκης Δεληγιάννηδες 646, ό Ζαΐμης εδικούς του 363, του Λόντου δύο καπεταναίοι οίτινες ήκολούθησαν τον Ζα'ί'μην 164 ό Πέτρος Μήτσιος Πυργιώτης καί ό Γιάννης Διάκος 146, ό Τσεκούρας από του Καλίτσα καί όΑνδρέας Άλουποχωρίτης από την Γαστούνην καπεταναίοι ανεξάρτητοι άπό τον Σισίνην 137. Οί ρηθέντες καπεταναίοι του Πύργου και Γαστούνης Πέτρος Μήτσιος και Γιάννης Διάκος, ό Τσεκούρας και Ανδρέας Άλουποχωρίτης ήτον υπό τήν όδηγίαν μου καί υπό τάς αμέσους διαταγάς μου καί εν σώμα άδιαίρετον άπό τους εδικούς μου στρατιώτας οίτινες μέ ήκολούθησαν καί υπήγομεν μαζί είς τό Μισολόγγι- ό Μαυρο μιχάλης εχων καί τον Σαλαφατίνον Μανιάτας 32, τό όλον Πελοποννήσιοι 1488. Είς τάς 16 καν 17 Δεκεμβρίου ήλθε καί ό Λόντος μέ εδικούς του στρατιώτας 216, δύο καπεταναίοι του Ζαΐμη 162, ενας καπετάνιος τών Δεληγιανναίων 84, τό όλον 462. ‘Ωστε έγιναν τών Δεληγιανναίων δλοι χίλιοι τριάντα (1030), του Ζαΐμη 525, του Λόντου 380, τό δλον τών Πελοποννησίων 1950, καί τέλος δλη ή φρουρά τοΰ Μισολογγίου μετά τάς 17 Δεκεμβρίου ήτον καταμετρημένοι 2656, καί δεν υπήρχον μήτε άπό του Αιτωλικού τήν φρουράν, μήτε τακτικοί, μήτε Επτανήσιοι καθώς έμπαθώς καί ψευδώς αναφέρει ή Χαλιμά του ταρτούφου Σπηλιάδου καί άλλοι τοιούτοι.
Είς τήν κατά του Μισολογγίου έκστρατείαν ήτον διορισμένος άπό τον Σουλτάνον στρατάρχης ό Κιοταχής Ρεσίτ πασιάς. Επειδή δεν είχε πολλήν έμπιστοσύνην είς τον Όμέρ πασιαν Βριώνην ώς 'Αλβανόν καί άληπασιαλήν, καί οί άλλοι τέσσαρες πασιάδες ήτον υπό τήν όδηγίαν τους. Τούτο κατελύπησε τον Όμέρ Βριώνην καί προσέβαλε τήν φιλοτιμίαν του, ώστε ήρχισεν αμέσως νά επιβουλεύεται τον Κιοταχήν καί νά άντενεργή είς δλας τάς πολεμικάς επιχειρήσεις του. Έπιθυμών λοιπόν νά μήν κερδίση ό Κιοτα χής καμμίαν λαμπράν νίκην καί άποκατασταθή Σατράπης της Ηπείρου καί Θεσσαλίας καί υποφέρουν χειρότερα άπό τον 'Αλή πασιάν, έχων δέ καί φίλον πιστόν καί μυστικόν σύμβουλον τον Γεωργάκην Βαρνακιώτην, του ενεπιστεύθη τό μυστήριον τούτο ότι επθυμεί την αποτυχίαν του Κιοταχή εις έκείνην την έκστρατείαν.
Ό Βαρνακιώτης (ό όποίος πολλάκις με έξηγήθη έπειτα, πάντοτε με είλικρίνειαν όλην την άλήθειαν) είπε προς τον Όμέρ πασιάν Βριώνην ότι γίνεται ή επιθυμία του, εάν δώση πίστιν εις τούς λόγους του και άκολουθήση τά σχέδια του. Και αυτός ώρκίσθη, ότι θέλει τά άκολουθήση χωρίς καμμίαν παρατήρησιν, άλλά φθάνει νά επιτύχη, χωρίς νά τό έννοήση ό Κιοταχής. Τον λέγει νά προδιαθέση όλους τους μπέηδες και οπλαρχηγούς της Αλβανίας και της Ηπείρου και νά τούς καταπείση, ότι αν ό Κιοταχής τούς διάταξη νά κάμουν την έφοδον εις τό Μισολόγγι, νά μήν τό δεχθούν, άλλά νά τον απαντήσουν, ότι νά δοκιμάσουν πρώτον την διά συνθήκης παράδοσιν και αν δεν την δεχθούν οί "Ελληνες, τότε αποφασίζουν τον πόλεμον, εί δυνατόν και την έφοδον. Καθότι προβλέπουν μεγάλην αίματοχυσίαν, αν γίνη ή έφοδος, επειδή οί πολιορκούμενοι θά πολεμήσουν άπελπισμένως, ώστε νά μήν μείνη ουδέ εις, και θά φονεύουν χιλιάδες Τούρκοι, νά μείνουν χιλιάδες ορφανά και νά έρημάξουν τόσαι οικογένειαι, και άν τό δεχθή αυτό (τό οποίον δεν θέλει δυνηθή νά τό αποφυγή, καθότι οί Όσουμανλήδες είναι ολίγοι και ανάξιοι διά ρεσάλτον), τότε νά μεταχειρισθής μέσον και όργανον τον "Αγον Μουχουρδάρην ή Βαϊσάρην, ό όποιος εχει στενόν φίλον τον Μάρκον Βότσιαρην, νά ανταμώσουν με αυτόν, νά ομιλήσουν και νά συμφωνήσουν ότι τό Μισολόγγι νά παραδοθή έπ' ονόματι σου και όχι ποτέ εις τον Κιοταχήν, και άν ό Μάρκος προτείνη δυσκολίας, ας τού προτείνη και μίαν ποσότητα χρημάτων και τότε είναι εύκολον νά τό κατορθώση. Άλλά και εις τό "Αγον και εις τούς Μπιμπασάδες νά είπής και νά τούς βεβαίωσης ότι είσαι πληροφορημένος πώς μέσα εις τό Μισολόγγι έχουν πολλάς υπονόμους καμωμένας, και εις τάς οικίας και εις τους προμαχώνας, γεμάτας βαρούτην, και αν κάμωμεν την έφοδον, οί 'Ελληνες ώς άπηλπισμένοι θά βάλουν φωτιάν νά μας γυρίσουν δλους καί θά καταστραφή όλον τό στρατόπεδον. Και αυτό είναι τό μεγαλύτερον επιχείρημα καί ημείς νά έπιτύχωμεν καί ό Κιοταχής νά άποτύχη.
Ή γνώμη αυτή ήρεσεν πολύ τον Όμέρ Βριώνην καί αμέσως την παρεδέχθη ώς την όρθοτέραν καί την έβαλεν εις πλήρη ένέργειαν. Καί αμέσως προδιέθεσε περί τούτων πάντων όλους τούς Μπιμπασιάδες καί μπελουκπασάδες καί τήν έπιούσαν, ότε ό Κιοταχής τούς προσεκάλεσε εις τήν σκηνήν του καί τούς έπρότεινε τά σχέδια της εφόδου, έν μια φωνή απήντησαν άπαντες ότι είναι αδύνατον νά κάμουν έφοδον, νά χαθή τόση Τουρκιά αδίκως καί χωρίς νόημα ενώ αποκαθίσταται εύκολον διά τής στενής πολιορκίας νά παραδοθή διά συνθήκης. Μ' όσους τρόπους προτρεπτικούς καί κολακευτικούς καί έπειτα απειλητικούς μετεχειρίσθη καί αυτός (καί ό Όμέρ Βριώνης προσποιημένως) καί οί άλλοι πασιάδες καί μ' όλας τάς υποσχέσεις, τάς οποίας τούς έκαμεν ό Κιοταχής, έστάθη αδύνατον νά πεισθούν. "Ωστε μή δυνάμενος νά τούς υποχρεώση είς τοιαύτην περίστασιν, ποιήσας τήν ανάγκην φιλοτιμίαν, παρεδέχθη τήν διαπραγμάτευσιν καί τον διορισμόν τοϋ "Αγου Μουχουρδάρη.
Μετά πέντε λοιπόν ημέρας τής πολιορκίας έφώναξε ό "Αγος νά γίνη ανακωχή του πολέμου καί νά έξέλθη ό Βότσαρης νά ομιλήσουν περί συμβιβασμού.
Άκούσαντες δέ τό όποιον έπεθύμουν οί πολιορκούμενοι, απεφάσισαν νά έβγη άφού συνεσκέφθησαν μεταξύ των καί έλαβε τήν γνώμην απάντων τών προκρίτων διά τήν άναβολήν, νά δώσουν μάκρος του καιρού, ημέρας τινάς μεχρισότου λάβουν τήν άπάντησιν από τούς Πελοποννησίους αν πηγαίνουν και πότε φθάνουν, και ούτως εξήλθε και υπό τα δπλα των Ελλήνων έκαμαν την συνέντευξιν. Ό Μάρκος μ'όλον όπού επιθυμούσε τό τοιούτον, έπροσποιήθη άγνοιαν δια να δώσει περισσότερον μάκρος του καιρού' τον λέγει δτι επειδή κα πολλοί εκ των Μισολογγίτων είναι πηγεμένοι δια υποθέσεις των άλλοι εις τήν Πελοπόννησον και άλλοι εις τάς Ιονίους νήσους, νά δοθή 15 ήμερών τουλάχιστον προθεσμίαν δια νά τού γράψουν νά έλθουν εις τάς οικογενείας των νά αποφανθούν και αυτοί ποίοι θέλουν νά μείνουν ώς ραγιάδες, και ποίοι θέ λουν νά αναχωρήσουν και άλλας τοιαύτας προφάσεις του έπρότεινε, και δτι νά άπέλθη ό 'Αγος εις τους Βεζυράδες νο είπή τάς ανωτέρω προτάσεις εις αυτούς, ό δε Μάρκος εις τήν φρουράν του Μισολογγίου, και τήν επαύριον νά ανταμωθούν πάλιν εις τό ίδιον μέρος. Άλλ' έμειναν σύμφωνοι δτι νά εξακολουθή και ό πόλεμος εξ αμφοτέρων των μερών, και oύτως άπεχωρίσθησαν.
Τό τουφέκι δμως και τό κανόνι εξακολουθούσαν ακαταπαύστως και ήμερονυκτίως και οί Τούρκοι έπροχωρούσαν μέχρι βολής πιστολιού... Εις τό Μισολόγγι δμως είχον κάμει προ πολλού κανονοστάσια και έθεσαν εις τα αναγκαιότερα μέρη από δύο και τρία κανόνια, τό δλον των κανονιών ήτον δεκαέξ (16). Είχον δε και αρκετά πολεμοεφόδια προβλέψει καί έπυροβολούσαν ακαταπαύστως, ώστε έπίστευον οί εχθροί 'οτι ήτον μέσα υπέρ τάς δύο χιλιάδας στρατός, οί όποίοι τους έκαμαν μεγάλην θραύσιν τών εχθρών.
Τήν επαύριον ήλθε ό "Αγος καί έπροσκαλούσε πάλιν τον Βότσαρην νά έξέλθη νά ομιλήσουν, άλλ' ό Μάρκος έπροσποιήθη δτι ασθενούσε καί δτι τήν επαύριον έβγαίνει, καί τήν τελευταίαν ήμέραν εις τάς 2 Νοεμβρίου εξήλθε, καί τού έπρότεινε νά θέσουν 15 ημέρας προθεσμίαν διά τήν παράδοσιν δια νά δυνηθούν ώς τότε νά ευκολυνθούν δσοι θά αναχωρήσουν, νά έμβαρκάρουν τά πράγματα τους και ούτω δια πολλής συζητήσεως καί φιλονικίας απεφασίσθη τελευταίον να γίνη ή παράδοσις τήν 11 Νοεμβρίου, επί συμφωνία νά γίνη έγγραφος ή συνθήκη, νά υπογραφή έξ αμφοτέρων των μερών. Έκαμαν λοιπόν τό σχέδιον του έγγράφου έκ μέρους δήθεν τών Μισολογγιττών, τό οποίον διελάμβανεν δτι παραδίδονται καί αυτοί καί τό φρούριον με τάς δείνα καί δείνα συμφωνίας εις τάς χείρας του Όμέρ πασια Βριώνη.
Ευρισκόμενος τότε καί ό Ίσούφ πασιάς έκ Σερρών από τάς Πάτρας διά θαλάσσης, ειδοποίησε καί αυτός εγγράφως τούς Μισολογγίτας νά παραδοθούν εις αυτόν καί αυτός θέλει τους χαρίση πολλά προνόμια, πλήρη άμνηστίαν καί επταετή άτέλειαν. Τό έγγραφον αυτό ήτον ώς συνθήκη, τό όποίον λαβών ό Βότσαρης επιχείρημα διά νά δώση μάκρος του καιρού, τό έδωκε καί αυτό εις τον "Αγον νά τό ίδούν οί Βεζυράδες. 'Επιστρέψας λοιπόν ό "Αγος καί παρουσιάσας τό σχέδιον τής συνθήκης καί τό έγγραφον του Ίσούφ πασια, κατεταράχθη ό Κιοταχής εις τόσον βαθμόν, ώστε ήλθον εις ρήξιν μετά του Όμέρ Βριώνη καί του Ίσούφ πασιά. Άλλά μή δυνάμενος τότε νά τούς έκδικηθή έκαμε τήν ανάγκην φιλοτιμίαν καί παρεδέχθη. Έγραψε όμως κατ' αυτών εις τον Σουλτάνον καί μετ' ολίγον καιρόν τον μεν Όμέρ πασιάν εξώρισεν εις τό Διδυμότειχον καί εκεί τον άπεκεφάλισε. Επίσης καί τον Ίσούφ πασιάν κατόπιν εις τό Βιδίνι, καί έλαβε τήν αυτήν τύχην.
Άκολουθησάσης λοιπόν αυτής τής μεταξύ των διαφωνίας καί φιλονικίας, έφθασε καί ή 11 Νοεμβρίου, ότε ύπήγε ό "Αγος καί έφώναξεν τών είς τάς επάλξεις φυλασσόντων στρατιωτών νά έβγη ό Μάρκος νά ανταμωθούν. Ό Μάρκος γνωρίζων τότε ότι έμείς έφθάσαμεν πολύ πρωΐ εις τό Βασιλάδι καί ότι ώς τό μεσημέρι έμβαίνομεν είς τό Μισολόγγι, διά νά δώση ολίγας ώρας άναβολήν, του άνήγγειλεν ότι νά σταθή εκεί καί μετ' όλίγον εξέρχεται. Έμεινε λοιπόν δύο σχεδόν ώρας, δτε είχον φθάσει έκεί ό Ζαΐμης, ό Μαυρομιχάλης, και ό Ν. Δεληγιάννης και έβεβαιώθη περί του ποσού των στρατευμάτων, και εξήλθε και άνταμώσας με αυτόν τον ήρώτησε αμέσως διατί σήμερον πηγαινοέρχονται πολλά πλοιάρια εις τό Βασιλάδι, και ο Μάρκος τον απήντησε μέ παγωμένον φλέγμα, ότι, όσαι οικογένειαι δεν θέλουν να μείνουν ραγιάδες, μετακομίζονται εις το Βασιλάδι μ' όλα τα πράγματα τους, ήλθαν δε και καράβια να τούς μετακομίσουν εις τάς νήσους, και αυτός ώς Τούρκος το έπίστευσε... Ό Μάρκος δια να τον διασκεδάση δύο ή ώρας ακόμη, ώστε να μετακομισθή όλον τό ίδικόν μας στράτευμα είς τό Μισολόγγι, του ήνοιξε διαφόρους έκτεταμένας ομιλίας, ώστε είσήλθομεν άπαντες και τότε επήρε τήν συνθήκην καί εισήλθεν μέσα να τήν υπογράψουν δήθεν, παραγγείλας προς τον "Αγον ότι να διάταξη τούς Τούρκους να μην πυροβολήσουν πλέον, μεχρισότου επιστρέψη, να δώσουν τέλος υποθέσεως. Έπιστρέψας λοιπόν ό Βότσαρης καί ευρών άπαντας ημάς έκεί, αμέσως έσκέφθημεν εκ συμφώνου να τοποθετήσωμεν τα διάφορα στρατιωτικά σώματα αναλόγως της ποσότητος είς κάθε θέσιν, έκαστον χωριστά καί μέ διακεκριμένα δρια, χωρίς νά πηγαίνουν οί στρατιώται ενός σώματος εις θέσιν του άλλου νά πολεμήσουν καί ακολουθή ούτως σύγχυσις. Έγώ τούς έπρότεινα ότι επειδή έχω σώμα στρατιωτικό πολυαριθμότερον τά δύο πέμπτα του όλου στρατού τής φρουράς καί έγυμνασμένον καλύτερα άπό τά άλλα, νά μέ δώσουν οποίαν θέσιν γνωρίζουν άδυνατωτέραν άπό τάς άλλας καί έγώ την οχυρώνω καί τήν βαστώ. Εύχαριστήθησαν άπαντες τούτο καί άπεφασίσαμεν τάς τοποθεσίας ώς εξής, κα( ένθυμούμαι εκ τής πολυκαιρίας.
Προς τό μέρος του Γαλατά καί Μποχώρι είς τό άκρον, κατέλαβον τήν θέσιν οί Πυργιώται καί Γαστουναίοι όντες υπό την έδικήν μου διοίκησιν και όδηγίαν, έπί κεφαλής αυτών ό Νικολάκης Δεληγιάννης. Ή θέσις αύτη δέν ήτο τόσον επικίνδυνος. Πλησίον εις αυτούς έτοποθετήθη ό Μακρής. Κατόπιν του Μακρή ό Κανέλλος Δεληγιάννης εις την πλέον αδύνατον θέσιν και πλησίον αύτού ό Σαλαφατίνος μέ τούς Μανιάτας και οί αδελφοί Γριβαίοι εις την μασχάλην έως την γωνίαν αύταί αι θέσεις ονομάζονται Μύτικας και έλαιοτριβείον του Καψάλη· εκεί είναι ή μασχάλη και ή γωνία' από εκεί έως την έκκλησίαν της Αγίας Παρασκευής ήτον ό Βότσαρης και ό Γεώργης Κίτσιος Σουλιώται, πλησίον εις αυτούς ήτον ό Τσιόγκας, ό Δημοτσέλιος και ό Θανάσης Κότσικας μέ τούς Μισολογγίτας έως την θύραν του φρουρίου. Άπό την θύραν έως τό άκρον προς τό μέρος του Αιτωλικού ήτον ό Ζαΐμης μέ τούς εδικούς του και τούς τοτου Λόντου και έπειτα και ό Λόντος, άφού ήλθεν ή θέσις αύτη ήτον ή όχυρωτέρα και ανύποπτος δια έφοδον έχθρικήν.
Τοποθετηθέντων δέ τών στρατιωτών ήρχισαν παρευθύς άπαντες νά οχυρώση έκαστος τον προμαχώνα του και έν όλίγω διαστήματι εύρέθημεν έτοιμοι προς άμυναν και άντιπαράταξιν. Τότε είσήλθομεν άπαντες είς τάς επάλξεις μέ τον γέροντα Μαυρομιχάλην και έβάλαμεν τον Κάσκαρην και έφώναξε τον "Αγον Βοϊσάρην και τον λέγει, ότι νά αναχωρήσει εκείθεν καθότι έφθασαν οί Μοραΐται, οί Δεληγιανναΐοι, ό Ζαΐμης, ό Μαυρομιχάλης, ό Λόντος μέ στρατεύματα και τον μέν Μάρκον, τον έβαλαν αμέσως χάψη (είς φυλακήν) και κατέλαβον αυτοί και τά κανο-νοστάσια και δλα τά όχυρώματα, και τό Μισολόγγι δέν τό παραδίδουν χωρίς νά φονευθούν όλοι αυτοί και ήδη αρχίζει ό πόλεμος και νά αναχωρήσει ευθύς εκείθεν.
Πηγές:
ΚΑΝΕΛΛΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΗΣ - ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου